Τoυ Γιάννη Μπασιά, ενεργειακού συμβούλου, πρώην προέδρου και δ.σ. της Ελληνικής
Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων
Η ΠΑΡΑΤΕΙΝΟΜΕΝΗ αργοπορία του έργου EuroAsia Interconnector, μετονομασμένου σε GSI, έχει οικονομικές, γεωπολιτικές και επικοινωνιακές πτυχές.
ΤΟ ΈΡΓΟ είναι σημαντικό αλλά η υλοποίησή του δεν είναι τόσο διαφανής όσο παρουσιάζεται.
Υπάρχουν τεχνικές ασάφειες, χρηματοδοτικά κενά και πολιτικές σκοπιμότητες που επηρεάζουν την αξιοπιστία του εγχειρήματος.
Παρότι η Ελλάδα παρουσιάζεται ως σωτήρας του έργου, υπάρχουν ανησυχίες για το κόστος, την απουσία ολοκληρωμένων μελετών πόντισης και το χρηματοδοτικό βάρος που μετακυλίεται στους καταναλωτές από το 2025 και μετά.
Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ της Κύπρου είναι αρκετά διαφορετική από εκείνη της Ελλάδας και της Βουλγαρίας, κυρίως λόγω της γεωγραφικής απομόνωσης και της έλλειψης φυσικών χερσαίων συνδέσεων, όπως αυτές της Ελλάδας με τη Βουλγαρία, μέσω υπερυψηλής τάσης 400 kV.
Η ΚΥΠΡΟΣ πληρώνει ακριβό ρεύμα, λόγω της εξάρτησης από μαζούτ και της απουσίας διασύνδεσης, ηλεκτρικής ή φυσικού αερίου.
Χωρίς να ξεχνάμε το τεράστιο δυναμικό της σε φυσικό αέριο, έχει και τεράστιο δυναμικό ηλιακής ενέργειας, μη ανεπτυγμένο προς το παρόν, που θα μπορούσε να αποθηκευτεί με μπαταρίες ή να εξαχθεί χάριν ηλεκτρικής διασύνδεσης με την Ελλάδα.
ΣΕ ΑΥΤΟ το περιβάλλον, το EuroAsia Interconnector παρουσιάσθηκε ως έργο-ορόσημο για την ενεργειακή ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε.
Όμως η κυπριακή εταιρεία EuroAsia Interconnector Ltd αποσύρθηκε πλήρως από το έργο στις 23 Οκτωβρίου 2023, λόγω οικονομικών αδυναμιών, πληρωμών προς τη Nexans Norway και μη εξασφάλισης δανειοδότησης από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.
Ο ΑΔΜΗΕ ανέλαβε, ως φορέας υλοποίησης του έργου, τις τεχνικές προδιαγραφές και τη διαχείριση του κόστους του έργου, αναπροσαρμοσμένου προς το παρόν από 1,65 δισ. ευρώ στο 1,9 δισ. ευρώ, με ευρωπαϊκή χρηματοδότηση περίπου 757 εκατ. ευρώ και το υπόλοιπο καλυπτόμενο από τους εθνικούς φορείς και τους καταναλωτές.
Ο ΑΔΜΗΕ εισήλθε στο μετοχικό κεφάλαιο της EuroAsia Interconnector με ποσοστό 25%, ικανοποιώντας απαίτηση της Ε.Ε. για συμμετοχή ενός Διαχειριστή Συστήματος Μεταφοράς
(TSO) ως εγγυητή ενεργειακής ασφάλειας.
Η εξέλιξη αυτή σηματοδοτεί τη μετατροπή του έργου από ισραηλινο-κυπριακό σε ελληνο κινεζικό, καθώς ο ΑΔΜΗΕ ανήκει κατά 51% στο ελληνικό κράτος και κατά 24% στη State Grid Corporation of China. Από τη στιγμή αυτή, το έργο αποκαλείται GSI (Great Sea Interconnector).
Η Ελλάδα, μέσω του ΑΔΜΗΕ, ανέλαβε την υλοποίηση του έργου, με στόχο μεταξύ άλλων να ενισχύσει τη θέση της ως ενεργειακού κόμβου στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η Κύπρος χάνει τον άμεσο έλεγχο και βρίσκεται στην περιφέρεια του έργου που ξεκίνησε η ίδια.
Η ενεργειακή της ένταξη στην Ε.Ε. εξαρτάται πλέον από τις επιλογές του ΑΔΜΗΕ και τις γεωπολιτικές ισορροπίες Ελλάδας-Ισραήλ-Κίνας.
Η ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ των ευρωπαϊκών επιχορηγήσεων στον ΑΔΜΗΕ δεν συνοδεύτηκε από σαφή δέσμευση για το πώς θα ωφεληθεί η Κύπρος.
Παρά τις θετικές δηλώσεις, η πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη, λόγω αδιαφάνειας και επικοινωνιακής σύγχυσης από την κυπριακή και την ελληνική πλευρά.
Η πόντιση του καλωδίου δεν περιελάβανε σε πρώτο στάδιο κυπριακά ύδατα, αλλά ελληνικά και αιγυπτιακά στην περιοχή της μερικώς αναγνωρισμένης ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου.
Η ΑΡΓΟΠΟΡΙΑ πληρωμών των συμβατικών υποχρεώσεων του διαχειριστή ΑΔΜΗΕ σχετίζεται με την παραγγελία καλωδίου και τις βυθομετρικές μελέτες πόντισης που δεν προχώρησαν.
Υπάρχουν αντιφατικές δηλώσεις: από τη μία λέγεται ότι δεν θα στοιχίσει στον Έλληνα καταναλωτή, ενώ από την άλλη προβλέπεται καταβολή δόσεων από το 2025 για την Ελλάδα και από το 2027 για την Κύπρο.
ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ κράτος δεν μήνυσε την Τουρκία για παρεμπόδιση, διότι επιλέγει τη διπλωματική οδό, και η Ε.Ε. έχει λόγους να μην προβεί σε μήνυση, διότι ενδιαφέρεται για τις συμφωνίες στο Μεταναστευτικό, την εμπορική πρόσβαση στη Μαύρη Θάλασσα και την αμυντική συνεργασία. Εν κατακλείδι, η Κύπρος κινδυνεύει να παραμείνει τελικός αποδέκτης ενός καλωδίου, χωρίς δυνατότητα παρέμβασης ή διαπραγμάτευσης.
Η ΣΤΑΣΗ αναμονής ενός μέρους της κυπριακής πλευράς και η μεσολάβηση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας εγείρουν ερωτήματα για τη διαφάνεια, την οικονομική βιωσιμότητα και την πραγματική στρατηγική στόχευση, με κίνδυνο η Κύπρος να παραμείνει ενεργειακά απομονωμένη και η Ελλάδα να έχει αναλάβει ρόλο διαχειριστή, χωρίς ξεκάθαρη εθνική στρατηγική.
ΟΙ ΔΥΟ μελέτες βιωσιμότητας που έχουν συζητηθεί γύρω από το έργο GIS/EuroAsia Interconnector αφορούν κυρίως την αξιολόγηση της οικονομικής αποδοτικότητας του έργου σε σύγκριση με εναλλακτικές λύσεις και έχουν προκαλέσει έντονο προβληματισμό στην Ελλάδα και την Κύπρο.
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ Τράπεζα Επενδύσεων, στο πλαίσιο της διαδικασίας χορήγησης δανεισμού, συνέκρινε την ηλεκτρική διασύνδεση Κύπρου-Ελλάδας με τη μαζική εγκατάσταση μπαταριών 1.350 MW με διάρκεια 4 ωρών σε όλη την Κύπρο.
Η ΜΕΛΕΤΗ δεν υπολόγισε σωστά τον συντελεστή μείωσης απόδοσης των μπαταριών, που είναι περίπου 2,6% ετησίως και θεώρησε δείκτη χρήσης το 100%, ενώ στην πράξη είναι περίπου 90%.
Υπολόγισε με αυτόν τον τρόπο, 2 κύκλους αντικατάστασης μπαταριών, ενώ η διάρκεια ζωής του καλωδίου είναι 40-50 χρόνια και κατά συνέπεια απαιτούνται 3 κύκλοι για ισοδύναμη σύγκριση.
ΟΙ ΠΑΡΑΔΟΧΈΣ της μελέτης υποβάθμισαν την τεχνική εναλλακτική λύση των μπαταριών, παρουσιάζοντας τη διασύνδεση ως πιο συμφέρουσα, δημιουργώντας όμως αντιφατικές ερμηνείες.
Η δεύτερη μελέτη, από ανεξάρτητο οίκο αξιολόγησης, εξέτασε όχι μόνο την οικονομική βιωσιμότητα αλλά και τη γεωστρατηγική σημασία του έργου.
Η ΑΠΟΥΣΙΑ κυπριακής συμμετοχής στην πόντιση του καλωδίου εγείρει ερωτήματα, με αποτέλεσμα η γεωστρατηγική αξία του έργου για την Κύπρο να έχει μάλλον αξιολογηθεί
χαμηλότερα από την εμπορική του διάσταση, κάτι που αποδυναμώνει την πολιτική στήριξη.
ΚΑΙ ΟΙ ΔΥΟ μελέτες δεν απορρίπτουν το έργο και τοποθετούνται ως προς την οικονομική αποδοτικότητα και τη στρατηγική του αξία για την Κύπρο.
Παρά τις επίσημες δηλώσεις περί «θετικής καθαρής παρούσας αξίας», οι συγκρίσεις μεταξύ εναλλακτικών λύσεων και ιδιαίτερα η γεωπολιτική αβεβαιότητα αποδυναμώνουν την εικόνα του έργου ως πανάκειας για την ενεργειακή απομόνωση της Κύπρου.