© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Η συγγραφέας Τζένη Δάγλα, μία πολυσχιδής προσωπικότητα, εμφανίστηκε στην πεζογραφία με το πειραματικό «ΣΟΝΟΡΧ» (εκδόσεις Θερμαϊκός) το 2020, ενώ είχαν προηγηθεί τα θεατρικά της έργα -«θεατρικά σχόλια», όπως η ίδια τα χαρακτηρίζει: «Η Άγνωστη Χώρα» (θέατρο Αργώ 2012), «Time, please!» (Φεστιβάλ Αναλόγιο 2015), «Η Γυάλα» (θέατρο Φούρνος 2017-2018).
Ακολούθησαν τα έργα: «Καραγκιόζ» (Φεστιβάλ Αναλόγιο 2023), «Γουρούνα. Αθώος» (Φεστιβάλ Αναλόγιο 2020, Λονδίνο και Οξφόρδη 2024) και «Ο Παύλος Βρέλλης έφτιαξε ένα Μουσείο στα Ιωάννινα και κάπως προβληματίζεται».

Τον περασμένο Ιούνιο, ο θεατρικός της μονόλογος «Η Γυάλα» ταξίδεψε στο θέατρο Theaterforum Κreuzberg e.V. του Βερολίνου, σε σκηνοθεσία-ερμηνεία της Ζωής Ξανθοπούλου, με την παρουσία και την ενεργή συμμετοχή της συγγραφέως στην παράσταση. Ήταν μία πρωτόγνωρη εμπειρία για την ίδια, η οποία στάθηκε αφορμή να μιλήσουμε μαζί της.
Κα Δάγλα, πού γεννηθήκατε και μεγαλώσατε;
«Γεννήθηκα στην Κέρκυρα και μεγάλωσα στην Αθήνα. Κρατώ μνήμες αγάπης από το όμορφο νησί του Ιονίου».
Θα μοιραστείτε μαζί μας κάποια μνήμη από τα παιδικά και εφηβικά σας χρόνια;
«Από τα χρόνια του Δημοτικού· κάθε Σάββατο πηγαίναμε με τον μπαμπά στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς και μου αγόραζε παραμύθια -Γκριμ, Άντερσεν, παραμύθια από τις χώρες του Βορρά, αραβικά, ρωσικά, κινέζικα παραμύθια».
Λίγα λόγια για τις σπουδές σας;
«Σπούδασα Νομική στην Αθήνα -την τέλειωσα με άριστα. Δεν ήταν τυχαία η επιλογή της επιστήμης, πιστεύω. Σπούδασα Θέατρο παρακολουθώντας σεμινάρια σε Ελλάδα και Ευρώπη. Ποτέ δεν έχω παρακολουθήσει μαθήματα γραφής».
Πότε εμφανίζονται τα πρώτα δείγματα γραφής στη ζωή σας;
«Είχα ευχέρεια στο γράψιμο από μικρή. Κάποιες προσπάθειες που έκανα ως φοιτήτρια, έμειναν στη μέση. Το πρώτο μου βιβλίο -το δουλεύω πάλι τώρα, το άρχισα στα 35 μου χρόνια. Το έγραψα με διαλείμματα, σε τρία χρόνια. Δεν βιάστηκα να εκδώσω. Άφησα το γράψιμό μου να ωριμάσει, και λίγα χρόνια μετά επιχείρησα το άλμα για το δεύτερο βιβλίο μου, το “ΣΟΝΟΡΧ”…»
Στην πεζογραφία εμφανίζεστε, λοιπόν, με το πειραματικό «ΣΟΝΟΡΧ». Το βιβλίο, που αποτελεί καρπό δουλειάς δέκα χρόνων, παρουσιάζει έναν «αλλιώτικο» τρόπο ανάγνωσης του Χρόνου, συνθέτοντας ένα μωσαϊκό ιστοριών και χαρακτήρων. Δώστε μας λίγες περισσότερες πληροφορίες.
«Κατ’ αρχήν να ευχαριστήσω τον εκδότη μου ΙΑΝΟ, που τόλμησε να εκδώσει το βιβλίο όταν δέκα μεγάλοι Οίκοι της Αθήνας το απέρριψαν… Το “ΣΟΝΟΡΧ” προτείνει έναν άλλο τρόπο διαχείρισης της ανθρώπινης ύπαρξης και του Χρόνου, ευαγγελίζεται μια κοινωνία δικαίου. Ξεκίνησε τον Αύγουστο του 2006 στην Πολωνία και τέλειωσε τον Αύγουστο του 2016, ημέρα Σάββατο, στο σπίτι μου, ώρα 16.42. Δεν περιγράφεται η στιγμή… Άφησα το μολύβι κάτω, δέκα χρόνια μεγαλύτερη, κοίταξα γύρω και νόμισα πως η Χρονοταχεία είναι εκεί, δίπλα μου, έτοιμη για το ταξίδι της στον κόσμο».
Έχετε γράψει έξι «θεατρικά σχόλια», όπως αποκαλείτε τη δουλειά σας στο θέατρο. Μιλήστε μας για τη γραφή σας.
«Διαμορφώνω το δικό μου θεατρικό πρόσωπο: Δεν γράφω έργα, γράφω “θεατρικά σχόλια”. Δεν φτιάχνω πλοκή, φτιάχνω “τοπία ζωής”. Δεν φτιάχνω χαρακτήρες, φτιάχνω “φιγούρες” οι οποίες κινούνται ανάλαφρες και αέρινες στο κείμενο, ρίχνουν στιγμιαίο καθαρό φως, σαν προβολέα, στα τοπία ζωής, και χάνονται. Το δικό μου ψυχολογικό βάθος είναι το ψυχολογικό πλάτος: Θέλω να δώσω φωνή σε όσες περισσότερες φιγούρες μπορώ· μακάρι, να μπορούσα να γράψω για όλες τις ψυχές του κόσμου».
Και λίγα λόγια για τη λογοτεχνική σας γραφή;
«Γράφω με τεχνική συνειδησιακής ροής, εσωτερικού μονολόγου, όπως η Γουλφ, ο Τζόυς, ο Προυστ. Οι ρίζες μου ανήκουν στους ρομαντικούς και μοντερνιστές και τους μετα-μοντερνιστές, όμως πάω ένα βήμα παραπέρα γιατί ζω στην εποχή μου».

Ο θεατρικός σας μονόλογος «Η Γυάλα» ταξίδεψε πρόσφατα στο Βερολίνο και συγκεκριμένα στο θέατρο Theaterforum Κreuzberg e.V. σε σκηνοθεσία-ερμηνεία Ζωής Ξανθοπούλου. Σκέψεις, συναισθήματα από αυτή την εμπειρία;
«Καταπληκτική εμπειρία! Η Ζωή έκανε στον μονόλογο της Λούσυ μια τολμηρή και πρωτοπόρα σκηνοθεσία· οι θεατές έφευγαν συγκινημένοι, χωρίς να πέσει στην παγίδα του μελό. Επίσης, είχε την ιδέα να με ανεβάσει στη σκηνή· συμμετείχα στη παράσταση ως η συγγραφέας· κάτι, που δεν το έχουμε ξαναδεί. Το βερολινέζικο κοινό είναι παρατηρητικό και στοχαστικό. Μου έστειλαν κάποιοι μέιλ με ερωτήματα πάνω στο κείμενο και την παράσταση».
Από πού αντλείτε να γράφετε;
«Δεν γράφω. Γράφομαι. Είμαι καταγραφέας, νιώθω μια ροή μέσα μου και χωρίς πλάνο, παρά μόνο με μια γενική ιδέα, καταγράφω. Μόνο του τρέχει το χέρι στο χαρτί, δεν προσχεδιάζω, ούτε ξέρω τι θα βγει και πού θα καταλήξει. Και, ως δια μαγείας, η γραφή τακτοποιείται μόνη της. Τα κείμενά μου αναδύονται από τη θάλασσα μέσα μας».
Έχετε συγγραφέα-πρότυπο, κάποιον που να θεωρείτε δάσκαλό σας;
«Ο συγγραφέας διδάσκεται μόνο από τη γραφή του, δάσκαλους, συγγραφικά, δεν έχω. Οικογένειά μου λογοτεχνική, συγγενείς μου, είναι ο Ρεμπώ, η Γουλφ και ο Γουίλλιαμ Μπάροουζ. Έχω υπάρξει τρελή, παράφορη αναγνώστης άπειρων βιβλίων. Όμως, από τότε που ξεκίνησα το γράψιμο, σταμάτησα να διαβάζω για να μην επηρεάζομαι ασυνείδητα, να αρθρώνω ολοκάθαρη τη δική μου φωνή. Αν ποτέ σταματήσω να γράφω, θα επιστρέψω στο διάβασμα, μου λείπει πολύ».
Ποιο είναι το επόμενο ταξίδι σας στον κόσμο της τέχνης;
«Δούλευα πάνω στο δεύτερο βιβλίο μου, όταν μέσα στη φούρια της “Γυάλας” στο Βερολίνο, μου προέκυψε νέο θεατρικό κείμενο, βιαστικό, το έβδομο κατά σειρά. Και αυτό που προόριζα για έβδομο και περιμένει μισογραμμένο στο συρτάρι, θα πάρει τη σειρά του όγδοου… Μόλις τελειώσω το δεύτερο βιβλίο μου, ελπίζω να τελειώσω και το όγδοο θεατρικό κείμενο».