Τη σημαντική μείωση των φορολογικών επιβαρύνσεων για τα εισοδήματα 4 εκατ. φορολογουμένων προβλέπουν οι αλλαγές στο φορολογικό σύστημα, τις οποίες πρόκειται να εξαγγείλει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης από το βήμα της 89ης Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης.
Το «πακέτο» των νέων μέτρων, τα οποία αναμένεται να νομοθετηθούν από την κυβέρνηση το αργότερο μέχρι τον Νοέμβριο, θα περιλαμβάνει, κυρίως, παρεμβάσεις στις κλίμακες φορολογίας εισοδήματος μισθωτών, συνταξιούχων, αγροτών, αυτοαπασχολουμένων και ιδιοκτητών εκμισθούμενων ακινήτων, καθώς και μειώσεις κατά 30% -μεσοσταθμικά- στα τεκμήρια διαβίωσης.
Σύμφωνα με πληροφορίες, μάλιστα, εξετάζεται το ενδεχόμενο αναδρομικής ισχύος των επικείμενων ευνοϊκών φορολογικών ρυθμίσεων από τα εισοδήματα του 2025.
Οι αλλαγές είχε αποφασιστεί να αρχίσουν να ισχύουν για τα εισοδήματα του 2026, που θα φορολογηθούν το 2027.
Ωστόσο, υπάρχουν και δεύτερες σκέψεις για αναδρομική εφαρμογή των αλλαγών από τα εισοδήματα του 2025, τα οποία θα φορολογηθούν το 2026, ώστε το όφελος των φοροελαφρύνσεων να είναι άμεσα αισθητό όχι μόνο στους μισθωτούς και τους συνταξιούχους, μέσω της μειωμένης παρακράτησης φόρου από τις αποδοχές του 2026, αλλά και στους αυτοαπασχολούμενους, τους αγρότες και τους ιδιοκτήτες εκμισθούμενων ακινήτων μέσω των εκκαθαριστικών σημειωμάτων που θα λάβουν για τις δηλώσεις των εισοδημάτων του 2025.
Σε μια τέτοια περίπτωση, βεβαίως, οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι θα είναι διπλά ωφελημένοι, καθώς -πέραν των μειώσεων στις κρατήσεις φόρου εισοδήματος επί των αποδοχών του 2026- θα δουν και αυτοί το 2026 σημαντικές μειώσεις φόρων στα εκκαθαριστικά των φορολογικών δηλώσεων για το 2025. Μάλιστα, ειδικά γι’ αυτούς τους φορολογούμενους, οι φοροελαφρύνσεις θα έχουν τη μορφή σημαντικού ύψους επιστροφών φόρου, καθώς οι κρατήσεις φόρου εισοδήματος επί των αποδοχών του 2025 υπολογίζονται με την τωρινή κλίμακα φόρου, της οποίας οι συντελεστές είναι υψηλότεροι αυτών με τους οποίους θα γίνει το 2026 η τελική εκκαθάριση του φόρου για τα εισοδήματα του 2025.
Εν τέλει, το εάν οι αλλαγές θα αρχίσουν να ισχύουν από τα εισοδήματα του 2025 ή από τα εισοδήματα του 2026 θα εξαρτηθεί και από τον χρόνο διεξαγωγής των επομένων βουλευτικών εκλογών:
- εάν επιλεγεί να γίνουν εκλογές εντός του 2025 ή το 2026, θα επιλεγεί η πιο άμεση εφαρμογή των μέτρων, ενώ
- εάν τελικά η κυβέρνηση αποφασίσει να εμμείνει στην εξάντληση της τετραετίας, οι αλλαγές θα ισχύσουν από τα εισοδήματα του 2026, ώστε τα περισσότερα οφέλη απ’ αυτές να γίνουν αισθητά το εκλογικό έτος 2027.
Σε κάθε περίπτωση, το συνολικό δημοσιονομικό κόστος των ρυθμίσεων που θα εξαγγελθούν και θα νομοθετηθούν εκτιμάται ότι θα υπερβεί τα 2 δισ. ευρώ τη διετία 2026-2027, καθώς:
- Οι μειώσεις φορολογικών επιβαρύνσεων που θα προκύψουν από τις αλλαγές στη βασική φορολογική κλίμακα θα καλύπτουν σχεδόν όλους τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους και τους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες με ετήσια εισοδήματα μεγαλύτερα από το ισχύον σήμερα βασικό αφορολόγητο όριο των 8.632 ευρώ, καθώς και τους αυτοαπασχολούμενους με ετήσια εισοδήματα μεγαλύτερα των 10.000 ευρώ. Οι μεγαλύτερες μειώσεις θα αφορούν όσους έχουν ετήσια εισοδήματα μεγαλύτερα από 10.000 ευρώ και έως 50.000 ή ακόμη και μέχρι 60.000 ευρώ.
- Οι μειώσεις επιβαρύνσεων για τα εισοδήματα από ακίνητα θα αφορούν όλους όσοι εισπράττουν ενοίκια από μακροχρόνιες μισθώσεις.
- Θα προκύψουν, επίσης, σημαντικού ύψους πρόσθετες φοροελαφρύνσεις για τους ευνοούμενους των αλλαγών στις κλίμακες, αλλά και φοροελαφρύνσεις για τους έχοντες ετήσια εισοδήματα κάτω των 8.632 ευρώ μισθωτούς, συνταξιούχους και κατ’ επάγγελμα αγρότες, λόγω της μείωσης των τεκμηρίων διαβίωσης.
Φορολογία εισοδήματος
Σύμφωνα με πληροφορίες που ήδη έχει παρουσιάσει η «Ν», οι πλέον σημαντικές αλλαγές στο φορολογικό σύστημα, τις οποίες θα εξαγγείλει ο πρωθυπουργός, θα περιλαμβάνουν αυξήσεις στο βασικό αφορολόγητο όριο εισοδήματος και στα πρόσθετα αφορολόγητα όρια των εξαρτώμενων τέκνων για μισθωτούς, συνταξιούχους και κατ’ επάγγελμα αγρότες.
Το επικρατέστερο σενάριο για τις αλλαγές που θα επέλθουν στη βασική φορολογική κλίμακα προβλέπει τα εξής:
α) Αύξηση του βασικού αφορολόγητου ορίου εισοδήματος από τα 8.632 στα 10.000 ευρώ για όλους τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους και τους κατ’ επάγγελμα αγρότες. Για τους αυτοαπασχολούμενους, το πρώτο κλιμάκιο ετήσιου εισοδήματος προβλέπεται να παραμείνει στα 10.000 ευρώ, με συντελεστή φόρου 9% από το πρώτο ευρώ.
β) Περαιτέρω αύξηση των πρόσθετων αφορολόγητων ορίων για τα εξαρτώμενα τέκνα από τα 1.000 στα 1.500 ή ακόμη και στα 2.000 ευρώ για μισθωτούς, συνταξιούχους και κατ’ επάγγελμα αγρότες.
γ) Μείωση του συντελεστή φορολόγησης του εισοδηματικού κλιμακίου από τα 10.000,01 έως τα 14.000 ή τα 15.000 ή τα 16.000 ευρώ σε 15%-18%, από 22% που είναι σήμερα για όλους τους φορολογούμενους με εισοδήματα από μισθούς, συντάξεις, επιχειρηματικές ή αγροτικές δραστηριότητες.
δ) Μείωση του συντελεστή φορολόγησης του εισοδηματικού κλιμακίου πάνω από τα 40.000 ευρώ και μέχρι τα 50.000 ευρώ κάτω από το 44% που είναι σήμερα.
Από τις αλλαγές αυτές αναμένεται να ωφεληθούν με μειώσεις φόρων εισοδήματος, κυρίως, οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι, οι αγρότες με ετήσια εισοδήματα άνω των 8.632 ευρώ -που είναι το σημερινό αφορολόγητο όριο- και μέχρι 50.000 ευρώ, καθώς και οι αυτοαπασχολούμενοι που δηλώνουν ετήσια εισοδήματα άνω των 10.000 ευρώ και μέχρι 50.000 ευρώ.
Τα τεκμήρια διαβίωσης
Ελαφρύνσεις αναμένεται να ανακοινωθούν και για τεκμήρια διαβίωσης, τα οποία αναμένεται να μειωθούν μεσοσταθμικά κατά 30%. Η μείωση αυτή θα προκαλέσει σημαντικές φοροελαφρύνσεις σε περισσότερους από 1,2 εκατ. μισθωτούς, συνταξιούχους και αυτοαπασχολούμενους με χαμηλά ετήσια εισοδήματα, οι οποίοι πέφτουν κάθε χρόνο στις παγίδες υπερφορολόγησης που προκαλούν τα τεκμήρια της εφορίας. Οι φορολογούμενοι αυτοί, στα εκκαθαριστικά που θα λάβουν για τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος τις οποίες θα υποβάλουν το 2027 για τα εισοδήματα του 2026, θα δουν τα ποσά των φόρων που τους αναλογούν να μειώνονται σημαντικά ή ακόμη και να μηδενίζονται.
Τα τεκμήρια διαβίωσης για τις κατοικίες, τα Ι.Χ. αυτοκίνητα, τις πισίνες, τα σκάφη αναψυχής και τα αεροσκάφη των φορολογουμένων θα μειωθούν μεσοσταθμικά κατά 30%. Οι φορολογούμενοι με χαμηλά εισοδήματα, οι οποίοι συνήθως δεν καταφέρνουν να καλύπτουν τα υψηλά τεκμαρτά ποσά φορολογητέου εισοδήματος που τους προσδιορίζουν τα τεκμήρια της εφορίας, κυρίως, για τη χρήση κατοικιών και αυτοκινήτων, θα δουν σημαντικές φορολογικές ελαφρύνσεις. Αυτό θα συμβεί επειδή τα τεκμαρτά ποσά φορολογητέου εισοδήματος που θα τους προσδιορίσουν τα τεκμήρια διαβίωσης θα είναι πλέον μειωμένα κατά 30%, με συνέπεια σε πολλές περιπτώσεις να υποχωρήσουν κάτω από τα επίπεδα των πραγματικών εισοδημάτων τους ή απλά να μειωθούν, προκαλώντας σημαντική αποκλιμάκωση ή ακόμη και μηδενισμό στις τελικές φορολογικές επιβαρύνσεις. Λόγω της μείωσης των τεκμηρίων, εκτιμάται ότι η μείωση των φόρων εισοδήματος μπορεί να φθάσει σε πολύ μεγάλα ποσοστά της τάξεως του 50% ή και ακόμη και να μηδενιστεί ο αναλογών φόρος εισοδήματος ειδικά στις περιπτώσεις κατά τις οποίες, εξαιτίας της μείωσης των τεκμηρίων κατά 30%, τα επίπεδα των τελικών φορολογητέων εισοδημάτων των φυσικών προσώπων θα υποχωρήσουν πολύ κοντά στο όριο των 10.000 ευρώ ή και κάτω από το όριο των 10.000 ευρώ. Κι αυτό διότι τα εισοδήματα στις περιπτώσεις αυτές είτε θα φορολογούνται πλέον για ένα πολύ μεγάλο τμήμα τους ή και εξ ολοκλήρου με τον χαμηλό φορολογικό συντελεστή του 9% και όχι με τον συντελεστή 15%, 16%, 17% ή 18% που θα ισχύει πάνω από το όριο των 10.000 ευρώ, είτε θα πέσουν κάτω από το βασικό αφορολόγητο όριο των 8.632 ευρώ εφόσον οι φορολογούμενοι είναι μισθωτοί ή συνταξιούχοι ή κατ’ επάγγελμα αγρότες χωρίς εξαρτώμενα τέκνα.
Χαμηλότεροι συντελεστές για εισόδημα από ακίνητα
Στις κυβερνητικές παρεμβάσεις που θα εξαγγείλει ο πρωθυπουργός θα περιλαμβάνεται και η μείωση των φορολογικών επιβαρύνσεων για όλα ανεξαιρέτως τα φυσικά πρόσωπα που αποκτούν εισοδήματα από μακροχρόνιες εκμισθώσεις ακινήτων.
Στόχος είναι αφενός να δοθούν κίνητρα σε χιλιάδες ιδιοκτήτες προκειμένου να διαθέσουν προς μακροχρόνια ενοικίαση κλειστές κατοικίες που κατέχουν, αφετέρου να μειωθεί το φαινόμενο της απόκρυψης από την εφορία των πραγματικά αποκτώμενων εισοδημάτων από ενοίκια.
Για τα εισοδήματα από βραχυχρόνιες μισθώσεις, έως και 60 ημερών (ακόμη κι αν είναι συνεχόμενες – διαδοχικές), η κλίμακα φορολογίας εισοδήματος προτείνεται να παραμείνει ως έχει. Το βασικό σενάριο αλλαγών στη φορολογία εισοδήματος από ακίνητα που επεξεργάζεται το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών προβλέπει μείωση του ελάχιστου συντελεστή φορολογίας από το 15% σε 5% ή 7% για ετήσια φορολογητέα εισοδήματα από μακροχρόνιες εκμισθώσεις ακινήτων μέχρι 5.000 ευρώ. Μόνο από την αλλαγή αυτή αναμένεται να προκύψουν μειώσεις φορολογικών επιβαρύνσεων έως 400 ή έως 500 ευρώ ετησίως για όλους τους ιδιοκτήτες μακροχρόνια εκμισθούμενων ακινήτων και όχι μόνο για όσους αποκτούν φορολογητέα εισοδήματα από μακροχρόνιες εκμισθώσεις μέχρι 5.000 ευρώ.
Τα σημερινά κλιμάκια
Σήμερα, τα εισοδήματα από εκμετάλλευση ακίνητης περιουσίας, δηλαδή τα ενοίκια, φορολογούνται αυτοτελώς με βάση κλίμακα συντελεστών από 15% έως 45%. Πιο αναλυτικά:
- Ετήσια φορολογητέα εισοδήματα από ακίνητα έως 12.000 ευρώ φορολογούνται από το πρώτο ευρώ με συντελεστή 15%, οπότε το ανώτατο ποσό φόρου γι’ αυτό το κλιμάκιο εισοδημάτων φθάνει τα 1.800 ευρώ (12.000 ευρώ x 15% = 1.800 ευρώ)
- Ετήσια φορολογητέα εισοδήματα από ακίνητα μεταξύ 12.000,01 ευρώ και 35.000 ευρώ, φορολογούνται με 15% για τα πρώτα 12.000 ευρώ και με 35% για τα επόμενα 23.000 ευρώ, δηλαδή για το τμήμα του εισοδήματος από τα 12.000,01 μέχρι τα 35.000 ευρώ.
- Ετήσια εισοδήματα από ακίνητα άνω των 35.000 ευρώ φορολογούνται με 15% για τα πρώτα 12.000 ευρώ, με 35% για τα επόμενα 23.000 ευρώ και με 45% για το υπερβάλλον ποσό, πέραν των 35.000 ευρώ.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι σε φόρο εισοδήματος δεν υπάγεται το 100% του εισοδήματος από ενοίκια, αλλά το 95%, καθώς, για κάθε ιδιοκτήτη εκμισθούμενου ακινήτου, η ισχύουσα νομοθεσία προβλέπει αυτόματη έκπτωση ποσοστού 5% επί του εισοδήματος από ακίνητα, ως δαπάνη επισκευής και συντήρησης του ακινήτου. Η έκπτωση του 5% δεν απαιτεί δικαιολογητικά, αλλά υπολογίζεται αυτόματα κατά την εκκαθάριση της φορολογικής δήλωσης και τον υπολογισμό του φόρου εισοδήματος.
Συνεπώς όταν λέμε π.χ. ετήσιο φορολογητέο εισόδημα 5.000 ευρώ από ακίνητα εννοούμε ετήσιο πραγματικό εισπραχθέν εισόδημα 5.263,16, ευρώ ή μηνιαίο πραγματικό εισπραχθέν ενοίκιο 438,60 ευρώ. Ακολούθως, όταν λέμε ετήσιο φορολογητέο εισόδημα 3.420 ευρώ από ακίνητα εννοούμε πραγματικό εισπραχθέν εισόδημα 3.600 ευρώ ή μηνιαίο πραγματικό εισπραχθέν ενοίκιο 300 ευρώ. Όταν λέμε ετήσιο φορολογητέο εισόδημα 5.700 ευρώ από ενοίκια εννοούμε ετήσιο πραγματικό εισπραχθέν εισόδημα 6.000 ευρώ ή μηνιαίο πραγματικό εισπραχθέν ενοίκιο 500 ευρώ.
Όπως ήδη αναφέρθηκε, το σενάριο που εξετάζει το ΥΠΕΘΟΟ προβλέπει τη μείωση του συντελεστή 15% στο 5% ή στο 7% για τα πρώτα 5.000 ευρώ των ετήσιων φορολογητέων εισοδημάτων μόνο από μακροχρόνιες μισθώσεις. Για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις εξετάζεται να μη γίνει καμία μείωση φορολογίας, προκειμένου να ενισχυθούν τα κίνητρα για μεταφορές ακινήτων από τις βραχυχρόνιες στις μακροχρόνιες μισθώσεις, που υστερούν σε προσφορά με συνέπεια να καταγράφονται αυξήσεις στα ενοίκια και μεγάλες δυσκολίες εξεύρεσης στέγης κυρίως για νέους και οικογένειες.
Όφελος έως και 500 ευρώ
Από την εφαρμογή αυτού του σεναρίου και υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα γίνουν άλλες παρεμβάσεις στους συντελεστές για τα υψηλότερα κλιμάκια φορολογητέου εισοδήματος, όλοι οι ιδιοκτήτες μακροχρόνια εκμισθούμενων ακινήτων με ετήσια φορολογητέα ποσά από 3.000 μέχρι 5.000 ευρώ, θα ωφεληθούν με μείωση του ετήσιου φόρου εισοδήματος κατά 300 έως 500 ευρώ εάν ο συντελεστής μειωθεί στο 5% ή κατά 240 έως 400 ευρώ εάν ο συντελεστής μειωθεί στο 7%.
Όλοι οι υπόλοιποι ιδιοκτήτες μακροχρόνια εκμισθούμενων ακινήτων, δηλαδή αυτοί οι οποίοι εισπράττουν ετησίως ενοίκια πάνω από 5.000 ευρώ, θα έχουν το μέγιστο όφελος των 500 ευρώ εάν ο συντελεστής μειωθεί στο 5% ή των 400 ευρώ εάν ο συντελεστής μειωθεί στο 7%.
Ωστόσο, δεν αποκλείεται να αποφασιστούν μειώσεις και στους συντελεστές φόρου για τα άνω των 5.000 ευρώ φορολογικά κλιμάκια, ώστε να ωφεληθούν με ακόμη μεγαλύτερες μειώσεις οι ιδιοκτήτες μακροχρόνια εκμισθούμενων ακινήτων με ετήσια εισοδήματα από ενοίκια άνω των 5.000 ευρώ.