Skip to main content

Η Ελλάδα «μικραίνει» και γερνά: Πώς χάσαμε μισό εκατομμύριο κατοίκους από το 2011

Οι γεννήσεις καταρρέουν, η φυγή νέων και η στεγαστική κρίση οξύνουν το δημογραφικό. Σταθερά αρνητικό το ισοζύγιο γεννήσεων-θανάτων τις τελευταίες δεκαετίες

Η χώρα βρίσκεται αντιμέτωπη με μια αθόρυβη αλλά βαθιά κρίση: το δημογραφικό.

Η μείωση των γεννήσεων, η γήρανση του πληθυσμού και η φυγή των νέων διαμορφώνουν ένα τοπίο που, σύμφωνα με τους ειδικούς, θα παραμείνει ζοφερό και τις επόμενες δεκαετίες.

Σύμφωνα με ανάλυση του Εργαστηρίου Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, το φυσικό ισοζύγιο της χώρας (γεννήσεις μείον θανάτους) παραμένει αρνητικό σταθερά από το 2011.

Σε αυτά τα χρόνια, ο πληθυσμός μειώθηκε κατά σχεδόν 500.000 άτομα, αποτέλεσμα όχι μόνο της υπογεννητικότητας αλλά και των αρνητικών μεταναστευτικών ροών.

Κάτω από το όριο αναπλήρωσης

Το 2023 καταγράφηκαν μόλις 72.300 γεννήσεις – σχεδόν οι μισές από τον ετήσιο μέσο όρο της μεταπολεμικής περιόδου (1951-1970).

Σήμερα η Ελλάδα βρίσκεται ανάμεσα στις χώρες της Ε.Ε. με τους χαμηλότερους δείκτες γονιμότητας, 1,3–1,4 παιδιά ανά γυναίκα, πολύ κάτω από το όριο αναπλήρωσης των γενεών (2,07).

Παράλληλα, σχεδόν το 23% του πληθυσμού είναι άνω των 65 ετών, με τους ηλικιωμένους να ξεπερνούν κατά ένα εκατομμύριο τους νέους 0–14 ετών.

Πότε ξεκίνησε η μείωση του πληθυσμού

Στην ανάλυσή της, η κυρία Κοκκάλη υπενθυμίζει επίσης ότι «η μείωση του πληθυσμού της Ελλάδας ξεκίνησε από το 2011, και όχι νωρίτερα, λόγω ακριβώς της μαζικής εισόδου αλλοδαπών μεταξύ 1991 και 2010, που είχε ως αποτέλεσμα ένα θετικό μεταναστευτικό ισοζύγιο κατά 795 χιλ. άτομα» και προσθέτει:

«Η μαζική είσοδος νέων κυρίως ατόμων σε αναζήτηση εργασίας συνέτεινε, εκτός των άλλων, στην επιβράδυνση της γήρανσης του πληθυσμού της Ελλάδας, στην αύξηση της γεννητικότητάς του και στην τόνωση της δημογραφικής δυναμικότητάς του, δεδομένου ότι η αύξηση του πληθυσμού της χώρας μεταξύ 1991 και 2011 αποδίδεται σχεδόν αποκλειστικά στην αύξηση του αριθμού των αλλοδαπών.

Η χρηματοπιστωτική κρίση άλλαξε τη φορά των ροών και το ισοζύγιο εισόδων-εξόδων έγινε και πάλι αρνητικό, όπως στην προ του 1990 εποχή. Κατά τη δεκαετία 2011-2021, οι έξοδοι συνεχίστηκαν, και αφορούν, αφενός, τους οικονομικούς μετανάστες που, έχοντας εγκατασταθεί στη χώρα κατά τις δυο προηγούμενες δεκαετίες, τώρα επιστρέφουν στις χώρες τους- αφετέρου, αφορούν τους νέους Έλληνες και νέες Ελληνίδες (25-34 ετών αλλά και 35- 45 ετών), οι οποίοι αποδημούν».

Οι νέοι εγκαταλείπουν τη χώρα

Η μελέτη της επίκουρης καθηγήτριας Ιφιγένειας Κοκκάλη αναδεικνύει ότι οι αιτίες δεν είναι μόνο δημογραφικές. Οι νέοι εγκαταλείπουν τη χώρα αναζητώντας εργασία αντάξια των προσόντων τους, καλύτερες προοπτικές και αξιοκρατία.

Στην εξίσωση προστίθεται και η στεγαστική κρίση, που καθυστερεί την αποχώρηση από την οικογενειακή εστία, αναβάλλει γάμους και τεκνοποίηση, μειώνοντας περαιτέρω τις πιθανότητες δημιουργίας οικογένειας.

Ταυτόχρονα, καταγράφεται προοδευτική αύξηση της ατεκνίας: περίπου 1 στα 5 άτομα των γενεών που γεννήθηκαν γύρω στο 1980 δεν θα αποκτήσει παιδί.

Όπως σημειώνει η μελέτη, «το πλαίσιο ζωής στην Ελλάδα σήμερα φαίνεται πως είτε ωθεί τους νέους ανθρώπους στη φυγή, είτε στην ατεκνία».

Χωρίς άμεσες παρεμβάσεις, το πρόβλημα δεν αφορά μόνο τους αριθμούς, αλλά και το μέλλον μιας κοινωνίας που βλέπει τη δημογραφική της δυναμική να εξαντλείται.

Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ