Η Λούσι Κόνολι, 41 ετών, μητέρα δύο παιδιών και ιδιοκτήτρια μικρού παιδικού σταθμού στο Μίντλαντς της Αγγλίας, βρίσκεται στη φυλακή εδώ και πάνω από 330 ημέρες. Ο λόγος; Μια οργισμένη ανάρτηση στο X (πρώην Twitter) το βράδυ της 18ης Ιουλίου 2024.
Την υπόθεσή της παρουσιάζει η Wall Street Journal σε ένα εκτενές ρεπορτάζ, στο οποίο το τελικό συμπέρασμα της αμερικανικής εφημερίδας είναι το ακόλουθο: Η Ευρώπη το έχει παρακάνει με τους περιορισμούς στην ελευθερία του λόγου.
Τον Ιούλιο του 2024 είχαν μόλις κυκλοφορήσει φήμες – πλήρως εσφαλμένες, όπως αποδείχθηκε – ότι μουσουλμάνος αιτών άσυλο σκότωσε τρία κορίτσια, ηλικίας 6, 7 και 9 ετών, σε εργαστήρι χορού στο Σάουθπορτ. Ο δράστης ήταν τελικά Βρετανός, γεννημένος από χριστιανούς μετανάστες από τη Ρουάντα. Η Κόνολι, συντετριμμένη, έγραψε στο προφίλ της με 6.000 ακολούθους: «Μαζικές απελάσεις τώρα. Να καούν όλα τα γ… ξενοδοχεία γεμάτα από αυτά τα καθάρματα. Και πάρτε μαζί τους και την προδοτική κυβέρνηση. Αν αυτό με κάνει ρατσίστρια, ας είναι».
Μερικές ώρες μετά, και αφού είχε βγάλει βόλτα τον σκύλο της, διέγραψε την ανάρτηση. Ήταν αργά: το tweet είχε διαμοιραστεί 940 φορές. Τις επόμενες μέρες ξέσπασαν ταραχές, με εμπρησμούς σε ξενοδοχεία που φιλοξενούσαν πρόσφυγες.
Η Κόνολι καταδικάστηκε σε 31 μήνες φυλάκιση για «υποκίνηση ρατσιστικού μίσους». Το εφετείο απέρριψε την προσφυγή της. Σαφώς η ανάρτησή της είναι καταδικαστέα, αλλά είναι λογικό η ποινή να είναι βαρύτερη από εκείνες ανθρώπων που διέπραξαν οι ίδιοι ταραχές, ακόμη και από καταδικασμένους για παιδεραστία ή ενδοοικογενειακή βία, όπως τόνισε ο σύζυγός της, Ρέι Κόνολι;
Τα όρια ανάμεσα στην προστασία της κοινωνίας από τη ρητορική μίσους και την υπερβολική καταστολή είναι λεπτά.
Η Ευρώπη σφίγγει τον κλοιό γύρω από τον λόγο
Η υπόθεση Κόνολι έχει αναζωπυρώσει τη συζήτηση για την ελευθερία του λόγου στην Ευρώπη. Ενώ στις ΗΠΑ η Πρώτη Τροπολογία προστατεύει ακόμη και το μίσος ως λόγο, στην Ευρώπη – σημαδεμένη από τον ναζισμό και το Ολοκαύτωμα – ισχύουν διαφορετικά μέτρα και σταθμά, σχολιάζει η WSJ. Ωστόσο μία σειρά από περιστατικά αποκαλύπτουν ότι η ήπειρος έχει φτάσει σε σημείο υπερβολής.
- Στη Γερμανία, δημοσιογράφος καταδικάστηκε με αναστολή επειδή ανήρτησε μονταρισμένη φωτογραφία της Υπουργού Εσωτερικών με πινακίδα «Μισώ την ελευθερία έκφρασης».
- Στη Γαλλία, γυναίκα πέρασε 23 ώρες υπό κράτηση επειδή ύψωσε το μεσαίο δάχτυλο στον Μακρόν – αθωώθηκε όταν αποδείχθηκε πως «δεν τον στόχευε άμεσα».
- Στη Δανία, νομοθετήθηκε ποινή για «απρεπή μεταχείριση θρησκευτικών κειμένων» μετά από καύσεις Κορανίου.
- Στη Βρετανία, το Glastonbury Festival έγινε αφορμή για ποινική διερεύνηση κατά των Bob Vylan, οι οποίοι φώναζαν «Θάνατος στον IDF».
Απόπειρες ελέγχου – ή καταστολής;
Το φαινόμενο δεν αφορά μόνο την ακροδεξιά. Οργανώσεις όπως η Free Speech Union καταγράφουν όλο και περισσότερες διώξεις πολιτών για «προσβολή», «ρητορική μίσους» ή απλώς σατιρικά σχόλια:
- Ο άθεος Χαμίτ Κοσκούν, που έκαψε το Κοράνι έξω από την τουρκική πρεσβεία στο Λονδίνο, μαχαιρώθηκε από περαστικό, νοσηλεύτηκε και… καταδικάστηκε για «πρόκληση θρησκευτικού μίσους».
- Ο Στέφαν Νίχοφ, συνταξιούχος στρατιώτης, καταδικάστηκε επειδή είχε αναδημοσιεύσει σατιρική εικόνα του υπουργού Ρόμπερτ Χάμπεκ ως «επαγγελματία ηλίθιου». Η αστυνομία εισέβαλε στο σπίτι του στις 6:15 το πρωί.
- Ο Πίτερ Τατσέλ, ιστορικός ακτιβιστής για τα ανθρώπινα δικαιώματα, συνελήφθη επειδή σε πανό του καταδίκαζε και την ισραηλινή επιχείρηση στη Γάζα και τα εγκλήματα της Χαμάς. Του είπαν ότι προκάλεσε «ρατσιστική διατάραξη της τάξης».
Ο νέος «αστυνόμος» των σκέψεων
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η αστυνομία κατέγραψε 12.183 συλλήψεις το 2023 για «προσβλητικά» ή «απειλητικά» διαδικτυακά μηνύματα. Επιπλέον, έχει θεσμοθετηθεί η καταγραφή «μη εγκληματικών περιστατικών μίσους» (NCHI), δηλαδή αναφορών για δηλώσεις που κάποιος κρίνει ως προσβλητικές, χωρίς να είναι παράνομες.
Σύμφωνα με την Free Speech Union, 250.000 τέτοια περιστατικά καταγράφηκαν από το 2014 ως το 2024, και αρκετά από αυτά συνοδεύονται από καταχώριση σε αστυνομικό αρχείο, με επιπτώσεις σε μελλοντικούς ελέγχους.
Το όριο μεταξύ προστασίας και καταστολής
«Η Αμερική είδε τον ναζισμό ως καταστολή της ελευθερίας. Η Ευρώπη τον είδε ως προϊόν της ανεξέλεγκτης ρητορικής μίσους», λέει στη WSJ ο καθηγητής Έρικ Χάιντς. Και αυτός ο θεμελιώδης διαχωρισμός καθορίζει ακόμα σήμερα τον τρόπο που ερμηνεύουμε την ελευθερία του λόγου.
Η Ευρώπη φαίνεται να βρίσκεται πλέον σε σταυροδρόμι: Πώς θα προστατεύσει τον δημόσιο διάλογο από το μίσος χωρίς να υπονομεύσει την ίδια την ουσία της ελεύθερης κοινωνίας;
Η υπόθεση της Λούσι Κόνολι δείχνει πως το ερώτημα αυτό δεν είναι θεωρητικό — είναι ποινικά διώξιμο.