Υπερηφανευόμαστε για την αρχαιοελληνική κληρονομιά μας, μα πρέπει και να διαλέξουμε. Και δεν μπορούμε παρά να απαρνηθούμε τους Κλέωνες και να διαλέξουμε τον Σωκράτη.
Εδώ γίνεται κάτι. Πότε διαλέγουν τον Σωκράτη κάποιοι πολιτικοί και ιδίως στα υψηλότερα δώματα; Όταν υπάρχουν πολλά περίεργα στρώματα, κρύβονται κάτω από της άγνοιας τα παπλώματα. Εντάξει, μπορεί το «εν οίδα ότι ουδέν οίδα», να μην το είπε ποτέ ο Σωκράτης, αυτούσιο το χωρίο να μην υπάρχει στην ελληνική γραμματεία, αλλά όλη η φιλοσοφία του ήταν στηριγμένη πάνω στη λογική τού «ένα ξέρω ότι τίποτα δεν ξέρω».
Γι’ αυτό στις συζητήσεις, ο Σωκράτης είναι πάντα ερωτών: «γιατί δέχεται ότι δεν ξέρει τίποτα», όπως παρατηρεί ο Αριστοτέλης [επεί και διά τούτο Σωκράτης ηρώτα αλλ’ ουκ απεκρίνατο· ωμολόγει γαρ ουκ ειδέναι].
Οι πολιτικοί μάλλον δεν ρωτούν, για να μη δρουν. Προτιμούν να κλωσούν. Ο Σωκράτης υποβιβάζοντας ο ίδιος τον εαυτό του, όπως μας λέει ο Κικέρων, «υποχωρούσε περισσότερο από όσο χρειαζόταν στους συνομιλητές που ήθελε να αντικρούσει: έτσι, με το να σκέφτεται κάτι και να λέει κάτι άλλο, απολάμβανε συνήθως να χρησιμοποιεί αυτή την υπόκριση, που οι Έλληνες αποκαλούν ειρωνεία».
Η σωκρατική ειρωνεία έγκειται στο να καμώνεται πως θέλει να μάθει κάτι από τον συνομιλητή του, έτσι ώστε να τον οδηγήσει να ανακαλύψει πως δεν γνωρίζει τίποτα στον τομέα όπου ισχυρίζεται ότι είναι γνώστης.
Γνωρίζουν τι συμβαίνει στα χωράφια τους διευθυντές γραφείων, σύμβουλοι, γραμματείς, υφυπουργοί, υπουργοί, πρωθυπουργοί ή παίρνουν τοις μετρητοίς τη φιλοσοφία της άγνοιας και φτάνουμε από καιρού εις καιρόν στην παράνοια;
Όταν στην επικράτεια του φραπέ, γνώριζε, κατά δήλωσή του, ότι παρακολουθούνταν ένας που κελαηδούσε για την υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ, πώς οι μεγάλοι ποιητές δεν ήταν ενήμεροι και ήταν ήρεμοι;
Είναι αυτό που νομίζεις. Στη σωκρατική αλογόμυγα μην ελπίζεις.