«Μην την περιμένετε. Δεν θα γυρίσει πίσω». Το μήνυμα μέσω WhatsApp ήρθε στις 21 Μαΐου στην οικογένεια της 29χρονης Άμπερ Σουλεϊμάν, λίγες ώρες αφού εξαφανίστηκε από τους δρόμους της Σαφίτα, στη Συρία. Ο απαγωγέας και ένας μεσάζοντας απείλησαν ότι η γυναίκα θα σκοτωθεί ή θα πουληθεί ως σκλάβα, αν δεν καταβληθούν 15.000 δολάρια ως λύτρα.
Λίγες μέρες αργότερα, η Άμπερ τηλεφώνησε στους δικούς της από τον ίδιο αριθμό – με πρόθεμα Ιράκ. «Δεν είμαι στη Συρία. Όλοι γύρω μου μιλάνε με ξένες προφορές», είπε.
Η οικογένειά της, σύμφωνα με ρεπορτάζ του Reuters, πούλησε ό,τι μπορούσε για να συγκεντρώσει το ποσό. Το έστειλε σε λογαριασμούς στην Τουρκία. Αφού καταβλήθηκαν τα λύτρα, οι απαγωγείς εξαφανίστηκαν. Από τότε, ούτε φωνή, ούτε ακρόαση.
33 εξαφανισμένες – όλες Αλαουίτισσες
Η Άμπερ είναι μία από τις τουλάχιστον 33 γυναίκες και κορίτσια της αλαουιτικής κοινότητας που έχουν απαχθεί ή εξαφανιστεί στη Συρία από την αρχή του έτους, σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκέντρωσε το Reuters από συγγενείς τους. Όλες είναι ηλικίας 16 έως 39 ετών και προέρχονται από τις επαρχίες Ταρτούς, Λατάκεια και Χάμα – τις ιστορικές εστίες της αλαουιτικής μειονότητας.
Η πτώση του Μπασάρ αλ-Άσαντ τον Δεκέμβριο, έπειτα από 14 χρόνια εμφυλίου, απελευθέρωσε ένα κύμα εκδίκησης κατά της μειονότητας στην οποία ανήκε. Ένοπλες ομάδες, κάποτε πιστές στο καθεστώς, στράφηκαν κατά των Αλαουιτών στις αρχές Μαρτίου, σφάζοντας εκατοντάδες.
Μέσα στο χάος που ακολούθησε, δεκάδες γυναίκες άρχισαν να χάνονται – πολλές σε μέρα μεσημέρι, ενώ πήγαιναν στο σχολείο, ψώνιζαν ή περίμεναν σε στάσεις λεωφορείων.
Απαγωγές, εκβιασμοί, σιωπή από τις αρχές
Από τις 33 γυναίκες, περίπου οι μισές έχουν επιστρέψει – καμία όμως δεν δέχθηκε να μιλήσει. Οι υπόλοιπες παραμένουν αγνοούμενες. Σε τουλάχιστον 7 περιπτώσεις, οι οικογένειες έλαβαν αιτήματα για λύτρα, από 1.500 έως και 100.000 δολάρια. Τρεις γυναίκες κατάφεραν να στείλουν μηνύματα λέγοντας ότι βρίσκονται εκτός Συρίας.
Οι αρχές, όμως, δεν φαίνεται να έχουν διάθεση να ερευνήσουν. Εκπρόσωποι των κυβερνητών στις πληγείσες επαρχίες αποδίδουν τις εξαφανίσεις σε «οικογενειακά προβλήματα», «ρομαντικές αποδράσεις» ή «προσπάθειες προσέλκυσης προσοχής». Κάποιοι, μάλιστα, προειδοποιούν ότι «ανεπιβεβαίωτες καταγγελίες» θα μπορούσαν να υπονομεύσουν τη δημόσια ασφάλεια.
Το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και η Επιτροπή Έρευνας του ΟΗΕ έχουν αρχίσει έρευνες. Ο νέος πρόεδρος της χώρας, Αχμέντ αλ-Σαράα, υποσχέθηκε τιμωρία των υπευθύνων «ανεξαρτήτως πολιτικής ταυτότητας», όμως μέχρι στιγμής δεν έχει υπάρξει καμία δίωξη.
Φόβος, σιωπή και τραύμα
Το Reuters παρουσιάζει τρεις περιπτώσεις γυναικών που απήχθησαν και μετά εμφανίστηκαν.
Η 17χρονη Ζεϊνάμπ Γκαντίρ απήχθη καθ’ οδόν προς το σχολείο στη Λατάκεια. Ο απαγωγέας της απείλησε τους γονείς της με SMS: «Αν δω φωτογραφία της στο διαδίκτυο, θα σας στείλω το αίμα της». Η κοπέλα τηλεφώνησε για λίγο, παραπονέθηκε για πόνους στο στομάχι και το σήμα κόπηκε.
Η 35χρονη Χοζάμα Ναΐεφ, μητέρα πέντε παιδιών, απήχθη και κρατήθηκε 15 ημέρες. Όταν επέστρεψε, μετά την καταβολή 1.500 δολαρίων, είχε καταρρεύσει ψυχολογικά.
Η Ντουάα Άμπας, 29 ετών, έπεσε θύμα αρπαγής μπροστά από το σπίτι της. Συγγενής της προσπάθησε να τους ακολουθήσει με μηχανάκι, αλλά τους έχασε.
Σε τρεις περιπτώσεις, οι γυναίκες που αρχικά είχαν δηλωθεί ως απαχθείσες εμφανίστηκαν και δήλωσαν ότι έφυγαν οικειοθελώς – σε τουλάχιστον μία όμως περίπτωση, η οικογένεια υποστηρίζει ότι εξαναγκάστηκε να ψευδολογήσει κατόπιν εντολής των αρχών, για να προστατευθούν οι δράστες.
Φόβος νέας γενοκτονίας
Οι ομοιότητες με το δράμα των Γεζίντι πριν μια δεκαετία είναι τρομακτικές, λένε οικογένειες των αγνοουμένων. Οι σκέψεις τους επιστρέφουν στις εποχές όπου το Ισλαμικό Κράτος απήγαγε και εξανάγκαζε σε σεξουαλική δουλεία χιλιάδες γυναίκες.
Η οικογένεια της 23χρονης Νάγχαμ Σάντι, που χάθηκε στις 2 Ιουνίου πηγαίνοντας να αγοράσει γάλα, δεν μπορεί να κοιμηθεί. Ο πατέρας της λέει στο Reuters: «Φύγαμε από το χωριό μας μετά τις σφαγές. Τώρα χάθηκε και η κόρη μου. Τι να κάνουμε; Στα χέρια του Θεού».