Στα χέρια της DG Grow της Ευρωπαϊκής Επιτροπής βρίσκεται από εχθές το Εθνικό Πρόγραμμα Ερευνών Κρίσιμων Ορυκτών Πρώτων Υλών, που συντάχθηκε και ήδη υλοποιείται από την Ελληνική Αρχή Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΕΑΓΜΕ), η οποία είναι αρμόδια για την εκτέλεση των Δημόσιων Μεταλλευτικών Ερευνών στην Ελλάδα.
Η ΕΑΓΜΕ απόλυτα συνεπής στις ημερομηνίες που είχε ορίσει η Ευρώπη για την κατάθεση των εθνικών προγραμμάτων στο πλαίσιο του CRM Act μέχρι τις 24 Μαϊου 2025 απέστειλε την ελληνική πρόταση στην εθνική γλώσσα και αρχές Ιουλίου αναμένεται να καταθέσει ένα πιο συνοπτικό κείμενο στην αγγλική γλώσσα.
Να σημειωθεί πως έχει θεσπιστεί το Συμβούλιο (CRM Board), μέλη του οποίου είναι εκπρόσωποι όλων των Κρατών Μελών και το οποίο έχει την ευθύνη μεταξύ άλλων τη συγκρότηση μόνιμων ή/και προσωρινών υποομάδων προκειμένου να επιλαμβάνονται συγκεκριμένων ζητημάτων και καθηκόντων, σύμφωνα με τα επιμέρους εθνικά προγράμματα για τις κρίσιμες πρώτες ύλες.
Όπως τονίζουν οι άνθρωποι του χώρου, το Εθνικό Πρόγραμμα Ερευνών Κρίσιμων Ορυκτών Πρώτων Υλών είναι μείζονος σημασίας για το ρόλο της Ελλάδας στον ανεφοδιασμό της Ευρώπης σε κρίσιμες πρώτες ύλες και στην εξασφάλιση της ευρωπαϊκής αυτάρκειας. Εντάσσεται στο πλαίσιο του Κανονισμού (ΕΕ) 2024/1252 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σχετικά με τη θέσπιση πλαισίου για την εξασφάλιση ασφαλούς και βιώσιμου εφοδιασμού με κρίσιμες πρώτες ύλες (Critical Raw Materials Act), και ειδικότερα βασίζεται στις διατάξεις του Άρθρου 19 του εν λόγω Κανονισμού.
Εντάσσεται στη γενικότερη ευρωπαϊκή και εθνική στρατηγική για την ενίσχυση της αυτάρκειας και της ανθεκτικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον κρίσιμο τομέα των Ορυκτών Πρώτων Υλών (ΟΠΥ), με έμφαση στις Κρίσιμες και Στρατηγικές Ορυκτές Πρώτες Ύλες (ΚΟΠΥ και ΣΟΠΥ), με επίκεντρο την αξιολόγηση, αξιοποίηση και βιώσιμη διαχείριση των εθνικών ορυκτών πόρων.
Η υλοποίηση του έργου πραγματοποιείται από την ΕΑΓΜΕ, με βασικό στόχο την αναγνώριση και τεκμηρίωση κοιτασμάτων Κρίσιμων Ορυκτών Πρώτων Υλών σε επιλεγμένες περιοχές της ελληνικής επικράτειας. Παράλληλα, διερευνάται η δυνατότητα αξιοποίησης εξορυκτικών αποβλήτων και η ενίσχυση της δευτερογενούς παραγωγής πρώτων υλών, σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές κατευθύνσεις για την αποσύνδεση της οικονομικής ανάπτυξης από τη χρήση πρωτογενών πόρων, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην περιφερειακή ανάπτυξη και στην ενεργειακή μετάβαση της Ελλάδας και της Ευρώπης προς ένα πιο βιώσιμο μέλλον.
Όπως επισημαίνουν στελέχη του εξορυκτικού-μεταλλευτικού κλάδου, «σε ένα παγκόσμιο περιβάλλον αυξανόμενου ανταγωνισμού για τους φυσικούς πόρους, το παρόν Πρόγραμμα δεν αποτελεί μόνο ένα εργαλείο γεωλογικής έρευνας, αλλά και μια εθνική στρατηγική επιλογή, που στοχεύει στη θωράκιση του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, τη στήριξη της περιφερειακής ανάπτυξης και την ενεργή συμμετοχή της Ελλάδας στη νέα ευρωπαϊκή βιομηχανική πολιτική».
Και συμπληρώνουν λέγοντας πως «ειδικότερα η ελληνική μεταλλευτική βιομηχανία στο σύνολό της μέχρι το 2030 θα χρειαστεί επενδύσεις ύψους 2,7 δις. ευρώ. Σε αυτές περιλαμβάνονται επενδύσεις για τη βιωσιμότητα του κλάδου, την υιοθέτηση νέων τεχνολογιών στην υπόγεια εξόρυξη με συστήματα ενέργειας, επικοινωνίας, επενδύσεις για έρευνα, ανάπτυξη και καινοτομία. Για τον ελληνικό εξορυκτικό κλάδο η ανταγωνιστικότητα, η διατήρηση κοινωνικής άδειας λειτουργίας, η προσέλκυση και ανάπτυξη ταλέντων, ο εντοπισμός πόρων και αποθεμάτων και η προσαρμογή στην Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία είναι πρωταρχικής σημασίας».
Στόχοι
Σύμφωνα με πληροφορίες, στους βασικούς στόχους τού Εθνικού Προγράμματος Ερευνών Κρίσιμων Ορυκτών Πρώτων Υλών περιλαμβάνονται η επαναξιολόγηση και ο υπολογισμός των αποθεμάτων των δημοσίων Μεταλλευτικών Χώρων στην Ελλάδα, υπό το πρίσμα των Κρίσιμων Ορυκτών Πρώτων Υλών, η στοχευμένη έρευνα κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών, με σκοπό την προετοιμασία διενέργειας διεθνών διαγωνισμών από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, για την ορθολογική αξιοποίηση και αειφόρο διαχείρισή τους.
Επίσης περιλαμβάνονται η αξιολόγηση εξορυκτικών αποβλήτων ανενεργών Δημοσίων Μεταλλείων και λατομείων σχιστολίθων, καθώς και την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών τους επιπτώσεων, στο πλαίσιο μελετών σκοπιμότητας για την ενσωμάτωσή τους στην κυκλική οικονομία καθώς και η οικονομοτεχνική επαναξιολόγηση επιλεγμένων κοιτασμάτων, για την ανάδειξη βιώσιμων προοπτικών αξιοποίησης, με σεβασμό στο περιβάλλον και τις τοπικές κοινωνίες.
Ειδικότερα οι επιμέρους θεματικές δράσεις περιλαμβάνουν την αξιολόγηση επιλεγμένων Κρίσιμων και Στρατηγικών Ορυκτών Πρώτων Υλών σε Δημόσιους Μεταλλευτικούς Χώρους για τη στήριξη της Πράσινης Συμφωνίας/ Ανάπτυξης, την Έρευνα και Αξιολόγηση επιλεγμένων εμφανίσεων Κρίσιμων Πρώτων Υλών (CRMs) και Σπανίων Γαιών σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας, τη Μελέτη καταγραφής και αξιολόγησης εξορυκτικών απορριμμάτων πετρωμάτων και άλλων ρευμάτων αποβλήτων στο πλαίσιο της Κυκλικής Οικονομίας – Τεχνολογική διερεύνηση δημιουργίας ειδικών υλικών με μεγάλη προστιθέμενη αξία, την Οικονομοτεχνική επαναξιολόγηση για τη βιώσιμη αξιοποίηση του αποθεματικού δυναμικού επιλεγμένων κοιτασμάτων (προσχωματικός χρυσός, γραφίτης.
Όπως τονίζουν οι επιστήμονες του κλάδου, «το Εθνικό Πρόγραμμα Ερευνών Κρίσιμων Ορυκτών Πρώτων Υλών διαμορφώνει ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο δράσης για την αξιολόγηση, ανάδειξη και αξιοποίηση του εγχώριου δυναμικού σε κρίσιμες και στρατηγικές πρώτες ύλες. Η υλοποίησή του από την ΕΑΓΜΕ ενισχύει την εθνική ικανότητα γεωεπιστημονικής έρευνας και τεκμηρίωσης, εναρμονίζεται με τους ευρωπαϊκούς στόχους για στρατηγική αυτονομία και συνιστά καταλύτη για την ανάπτυξη μίας νέας μεταλλευτικής πολιτικής, προσανατολισμένης στη βιωσιμότητα, την καινοτομία και τη γεωοικονομική σταθερότητα».