Skip to main content

Σεισμοί στη Βόρεια Εύβοια: Κυρίως σε παλιές κατασκευές οι ζημιές – Έλεγχοι σε κτίρια

ΛΙΑΚΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ/INTIME

Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά, ρωγμές έχουν σημειωθεί σε περίπου 50 κτίρια, η πλειονότητα των οποίων είναι παλιές κατασκευές

Κλιμάκιο της Διεύθυνσης Αποκατάστασης Επιπτώσεων Φυσικών Καταστροφών (ΔΑΕΦΚ) έχει μεταβεί στη Βόρεια Εύβοια, προκειμένου να πραγματοποιήσει ελέγχους σε κτίρια, με φόντο το μπαράζ σεισμικών δονήσεων των τελευταίων ημερών στην περιοχή.

Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά, ρωγμές έχουν σημειωθεί σε περίπου 50 κτίρια, η πλειονότητα των οποίων είναι παλιές κατασκευές.

Υπενθυμίζεται ότι με απόφαση του δημάρχου Μαντουδίου – Λίμνης – Αγίας Άννας, όλα τα σχολεία του δήμου παραμένουν σήμερα κλειστά, προκειμένου να γίνουν έλεγχοι από τη ΔΑΕΦΚ.

Οι δυνάμεις της Πυροσβεστικής βρίσκονται σε αυξημένη ετοιμότητα πραγματοποιώντας περιπολίες, ωστόσο μέχρι στιγμής δεν έχουν δεχθεί κάποια κλήση ούτε έχει χρειαστεί να επέμβουν.

Από την πλευρά τους, οι ειδικοί στην πλειονότητά του εκτιμούν ότι η περιοχή της Βόρειας Εύβοιας δεν μπορεί να δώσει μεγάλους σε μέγεθος σεισμούς, ωστόσο ορισμένοι εμφανίζονται επιφυλακτικοί για το γεγονός πως τα επίκεντρα είναι κοντά σε κατοικημένες περιοχές, αλλά και για το ενδεχόμενο να πρόκειται για ένα σμήνος σεισμών.

Γερ. Παπαδόπουλος στο Naftemporiki TV: Τοπική μεν, αλλά σημαντική σεισμική έξαρση

Ο προβληματισμός υφίσταται, τόσο για την εξέλιξη του φαινομένου, όσο και για τις επιπτώσεις που υπάρχουν από τους σεισμούς, σημείωσε αναφερόμενος στη σεισμική δραστηριότητα στη Βόρεια Εύβοια ο σεισμολόγος Γεράσιμος Παπαδόπουλος.

Μιλώντας στην τηλεόραση της Ναυτεμπορικής, ο κ. Παπαδόπουλος ανέφερε ότι υπάρχει ένας προβληματισμός, καθώς τα τελευταία 24ωρα βλέπουμε μια επιμένουσα σεισμική δραστηριότητα στη συγκεκριμένη περιοχή της Βόρειας Εύβοιας. Όπως τόνισε, πρόκειται για τοπική μεν, αλλά σημαντική σεισμική έξαρση.

Επεσήμανε, δε, πως «είδαμε ότι υπάρχουν και βλάβες σε πάνω από 20 σπίτια. Πάνω από 3 είναι ακατάλληλα προς κατοίκηση». Ο κ. Παπαδόπουλος ανέφερε ότι «τα σχολεία καλώς έκλεισαν, θα πρέπει όμως να ελεγχθούν πολύ γρήγορα ώστε να ξέρουν τα παιδιά και το προσωπικό από αύριο ή μεθαύριο αν μπορεί να γίνει μάθημα».

Σημείωσε εξάλλου ότι από το ιστορικό της περιοχής δεν προκύπτει ότι υπάρχουν ρήγματα ικανά να δώσουν σεισμό μεγέθους 6 Ρίχτερ ή μεγαλύτερο.

Υπενθύμισε ότι πριν από 1,5 χρόνο είχε σημειωθεί στην ίδια περιοχή σεισμός με μέγεθος 5,1. «Θα μπορούσε να επαναληφθεί το μέγεθος αυτό» επεσήμανε και πρόσθεσε πως «αφού το 4,4 και το 4,5 μπόρεσαν να βλάψουν σπίτια, πολύ περισσότερο μπορούν μεγαλύτερα μεγέθη, γι’ αυτό λέω ότι υπάρχει ένας προβληματισμός για τις ενδεχόμενες επιπτώσεις των σεισμών».

«Θα συναξιολογήσουμε επίσης το σύνολο και τα μεγέθη των μικρών σεισμών που έχουν σημειωθεί για να μπορέσουμε απαντήσουμε ίσως αύριο με περισσότερη εμπιστοσύνη ως προς το εάν ο 4,5 ήταν ο κύριος σεισμός» συμπλήρωσε ο κ. Παπαδόπουλος.

Εξάλλου, ο κ. Παπαδόπουλος επανέλαβε και σε σημερινή ανάρτησή του ότι εξακολουθούν να ισχύουν όσα είχε πει την Κυριακή: «Χθες, σε ανάρτηση και δηλώσεις μου σε ΜΜΕ είπα να μην αρχίσουμε τα τυπικά “δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας” και ότι απαιτείται πολύ προσεκτική αξιολόγηση. Αυτά εξακολουθούν να ισχύουν» τόνισε.

Στο Προκόπι Εύβοιας ο Ευθ. Λέκκας

Λόγω της σεισμικής δραστηριότητας, έχει μεταβεί στο Προκόπι Εύβοιας ο πρόεδρος του ΟΑΣΠ, καθηγητής Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών Ευθύμιος Λέκκας.

Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ανέφερε ότι «είναι σε εξέλιξη μία ήπια σεισμική δραστηριότητα στην περιοχή της Κεντρικής – Βόρειας Εύβοιας. Αυτή η δραστηριότητα έχει επαναληφθεί πολλές φορές στο παρελθόν. Περιλαμβάνει μικρούς σεισμούς που δεν υπερβαίνουν τους 5 βαθμούς και πολύ μικρότερους και το χαρακτηριστικό είναι ότι διαρκεί κάποιες μέρες αυτή η δραστηριότητα, με βάση τα δεδομένα που έχουμε μέχρι στιγμής.

Κυρίως σε παλιές κατασκευές οι ζημιές

Όπως ανέφερε ο κ. Λέκκας, οι ζημιές που έχουν προκληθεί είναι περιορισμένες, κυρίως σε παλιά σπίτια, στο Προκόπι και στο Μαντούδι Ευβοίας.

«Τα νέα σπίτια, οι νέες κατασκευές δεν έχουν υποστεί ζημίες», σημείωσε ο καθηγητής και πρόσθεσε: «Σε πολύ παλιά σπίτια, τα οποία δεν είχαν καμία συντήρηση ή φροντίδα και δεν πληρούσαν τους ελάχιστους όρους κατοίκησης, οι ζημιές είναι κάπως μεγάλες. Ωστόσο, δεν έχουμε καταρρεύσεις. Στα πιο καινούργια σπίτια οι ζημιές είναι αμελητέες, κυρίως στην τοιχοποιία με κάποιες ρηγματώσεις, τριχοειδείς».

«Συνεπώς, δεν ανησυχούμε από την εξέλιξη του φαινομένου. Σε κάθε περίπτωση, βέβαια, έχουμε οργανωθεί επιχειρησιακά έτσι ώστε αν χρειαστεί να αναπτύξουμε δράσεις», τόνισε ο κ. Λέκκας.

Από την πλευρά του, ο διευθυντής του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών Βασίλης Καραστάθης ανέφερε ότι η περιοχή δεν έχει δώσει στο παρελθόν μεγάλους σεισμούς.

Ωστόσο, μιλώντας στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΪ τόνισε πως οι ειδικοί παραμένουν επιφυλακτικοί παρακολουθώντας το φαινόμενο, καθώς τα επίκεντρα των δονήσεων είναι κοντά σε κατοικημένες ζώνες.

Ο δήμαρχος Μαντουδίου – Λίμνης – Αγ. Άννας, Γεώργιος Τσαπουρνιώτης, σημείωσε ότι από τις αυτοψίες φαίνεται ότι υπάρχουν ζημιές σε περισσότερα από 50 σπίτια, αλλά και σε δημοτικά κτίρια, καθώς και μερικές ζημιές σε σχολεία.

Μιλώντας στην ΕΡΤ, ο κ. Τσαπουρνιώτης σημείωσε ότι 3-4 σπίτια είναι ακατάλληλα για να κατοικηθούν, ενώ σημείωσε ότι οι περισσότερες ζημιές εντοπίζονται στην κοινότητα του Προκοπίου, ενώ σποραδικές ζημιές έχουν καταγραφεί και σε γύρω κοινότητες.

Ο δήμος ζήτησε από νωρίς το πρωί να κηρυχθεί κατάσταση έκτακτης ανάγκης λόγω του σεισμού, προκειμένου να επιδιορθωθούν οι ζημιές το συντομότερο δυνατό.

4,5 Ρίχτερ στις 03:23

Η πιο πρόσφατη σεισμική δόνηση σημειώθηκε τα ξημερώματα της Δευτέρας, στις 03:23, με μέγεθος 4,5 Ρίχτερ και επίκεντρο τρία χιλιόμετρα ανατολικά του Προκοπίου Ευβοίας, σύμφωνα με την αναθεωρημένη λύση του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου. Ο σεισμός είχε εστιακό βάθος 16,9 χιλιομέτρων και έγινε αισθητός σε πολλές περιοχές, μεταξύ των οποίων και η Αττική.

Είκοσι λεπτά αργότερα ακολούθησε νέος σεισμός 3,6 Ρίχτερ, αυτή τη φορά 8 χλμ. ανατολικά-βορειοανατολικά του Προκοπίου. Την Κυριακή, είχαν προηγηθεί δεκάδες δονήσεις, με ισχυρότερες εκείνες των 4,4 και 4,1 Ρίχτερ, και εστιακά βάθη 13 και 12 χιλιομέτρων αντίστοιχα – παράμετροι που εξηγούν γιατί έγιναν ιδιαίτερα αισθητές.