Skip to main content

Dennis Shen (Scope Ratings) στη «Ν»: Tα SOS για την ελληνική οικονομία – Πώς θα «ξεκολλήσει» από το BBB-

Μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, τι; Οι προκλήσεις και οι ευκαιρίες για την Ελλάδα - Τι θα γίνει με τα επιτόκια της ΕΚΤ

Χαμηλώνει ο Scope Ratings τον πήχυ για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, αν και εξακολουθεί να την βλέπει σε καλύτερο βηματισμό από τις άλλες της Ευρωζώνης.  Υπάρχουν μία σειρά από παράγοντες που δείχνουν ότι η υπεραπόδοση της ελληνικής οικονομίας δεν είναι «μεταβατική», σημειώνει σε συνέντευξή του στη Ναυτεμπορική o Dennis Shen, Senior Director στον ευρωπαϊκό οίκο αξιολόγησης. Παρόλα αυτά χτυπάει καμπανάκι για τις επίμονες προκλήσεις και για τον δρόμο που έχει να διανύσει η χώρα προκειμένου να πιάσει τους Ευρωπαίους στο μέτωπο του εισοδήματος.

Οι πιο  πρόσφατες προβλέψεις του Scope Ratings κάνουν λόγο για ρυθμούς ανάπτυξης 1,6% φέτος και 1,8% το 2025 – έναντι προηγούμενης εκτίμησης για 2,2% φέτος και 2,3% το 2025. Η εκτίμηση για την ελληνική  ανάπτυξη εξακολουθεί να είναι καλύτερη από εκείνη για την Ευρωζώνη, που προβλέπεται να αναπτυχθεί 1% φέτος και να ανεβάσει ταχύτητα στο 1,8% την επόμενη χρονιά.

«Η κατανάλωση των νοικοκυριών στην Ελλάδα θα παραμείνει ισχυρή εν μέσω αποκλιμάκωσης των πληθωριστικών πιέσεων και ενίσχυσης της αγοράς εργασίας (με την ανεργία στο 10,5% φέτος και 9,9% την επόμενη χρονιά) ενώ οι περαιτέρω ουσιαστικές εισροές από το Ταμείο Ανάκαμψης θα στηρίξουν τις επενδύσεις. Ένα πιο ευνοϊκό εξωτερικό περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένης της ανάκαμψης της ζήτησης από ευρωπαίους εταίρους, θα μπορούσε επίσης να βοηθήσει τις οικονομικές προοπτικές» σημειώνει ο κ. Shen.

«Η υπερ- απόδοση της ελληνικής οικονομίας από το 2020 μας δίνει την πεποίθηση ότι η ισχυρή οικονομική ανάκαμψη δεν είναι μεταβατική. Αλλά υπάρχουν αρκετές επίμονες προκλήσεις», προσθέτει.

Δεν έχει τελειώσει η μάχη με τον πληθωρισμό

Όσον αφορά στον πληθωρισμό, καταγράφεται αβεβαιότητα σε παγκόσμιο επίπεδο. Σε κάθε περίπτωση η μάχη δεν φαίνεται να έχει τελειώσει. Στην Ελλάδα ο πληθωρισμός θα παραμείνει από τον στόχο, στο 2,9% φέτος και στο 2,5% την επόμενη χρονιά, εκτιμά ο διευθυντής του Scope Ratings και εξηγεί:

«Στο ταραχώδες γεω-οικονομικό περιβάλλον δεν μπορούμε να αποκλείσουμε νέες κρίσεις στην πλευρά της προσφοράς, οι οποίες θα μπορούσαν να στείλουν τον πληθωρισμό υψηλότερα και να αναγκάσουν σε επανεξέταση τόσο της χρονικής στιγμής όσο και του ρυθμού των μειώσεων των επιτοκίων από την ΕΚΤ».

SOS για κλιματική αλλαγή αλλά και νέες πολιτικές προκλήσεις

Η κλιματική αλλαγή είναι επίσης ένας παράγοντας που απειλεί την ελληνική οικονομία. «Από τα κράτη – μέλη της Ε.Ε., η Ελλάδα έχει τη μεγαλύτερη έκθεση στις αυξανόμενες θερμοκρασίες και πιο συχνά κύματα ζέστης και δασικές πυρκαγιές που καταστρέφουν τους τομείς του τουρισμού και της γεωργίας», τονίζει.

Επιπλέον, σημειώνει, «νέες πολιτικές προκλήσεις θα μπορούσαν να αναδυθούν, ειδικά μετά τις εθνικές εκλογές του 2027, εάν μία νέα κυβέρνηση ξεστρατίσει από την τρέχουσα φιλική προς τις επιχειρήσεις πολιτική. Η διατήρηση του υφιστάμενου εποικοδομητικού διαλόγου με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και τις αγορές κεφαλαίου είναι σημαντική για τις προοπτικές της πιστοληπτικής αξιολόγησης και για την ευρύτερη οικονομική σταθερότητα», αναφέρει.

Τι χρειάζεται για να ξεκολλήσουμε από το BBB-

Η Ελλάδα έχει ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα, αλλά βρίσκεται στο τελευταίο σκαλοπάτι της. Τι θα χρειαστεί για να ανέβει κι άλλο;

«Περαιτέρω ανοδική πορεία για την πιστοληπτική μας αξιολόγηση BBB- στην Ελλάδα εξαρτάται όχι μόνο από τη διατήρηση της ισχυρής ονομαστικής οικονομικής ανάπτυξης, αλλά και από τη βαθύτερη δημοσιονομική εξυγίανση και τη συνετή διαχείριση του χρέους», τονίζει ο Dennis Shen. Η Scope υπολογίζει ότι το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ θα μειωθεί περαιτέρω σε περίπου 140% έως το 2028 (από 160% στο τέλος του 2023), βοηθούμενο από τα πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα τα επόμενα χρόνια.

Επιπλέον, ο οίκος επιζητά «συνεχή πρόοδο όσον αφορά στις διαρθρωτικές-οικονομικές μεταρρυθμίσεις που αντισταθμίζουν τα χρόνια υποεπενδύσεων του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, καθώς και στον περιορισμό του κινδύνου του εξωτερικού τομέα και την ενίσχυση της μακροοικονομικής βιωσιμότητας».

«Η μεσοπρόθεσμη αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας εξακολουθεί να είναι χλιαρή, γύρω στο 1% ετησίως, σύμφωνα με την εκτίμησή μας, παρά τη συνεχιζόμενη πρόοδο στο Ελλάδα 2.0. Οι περιορισμοί για την οικονομία περιλαμβάνουν δυσμενή δημογραφικά πρότυπα, ασθενή και άνιση αύξηση της παραγωγικότητας σε όλες τις περιφέρειες και περιορισμένο δυναμισμό του επιχειρηματικού τομέα», εξηγεί.

Σημειώνεται πως από το 2017, όταν άρχισε ο Scope Ratings να αξιολογεί την Ελλάδα, η χώρα έχει αναβαθμιστεί κατά σχεδόν 10 κλίμακες αξιολόγησης. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη βελτίωση από οποιονδήποτε άλλοτε κρατικό δανειολήπτη «βαθμολογεί» η Scope και αποκαλύπτει την επιστροφή της ελληνικής οικονομίας στην κανονικότητα.

Η Ελλάδα μπορεί να φτάσει τους Ευρωπαίους

Μετά από ουσιαστικά μια χαμένη δεκαετία λόγω επαναλαμβανόμενης οικονομικής κρίσης, από το τέταρτο τρίμηνο του περασμένου έτους, το ελληνικό εισόδημα παρέμενε 22% κάτω από τα επίπεδα πριν από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008.

Για να κλείσει η ψαλίδα, πέρα από το να διατηρηθεί η δυναμική ανάπτυξης, χρειάζεται οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής «να διατηρήσουν την πρόσφατη πολιτική σταθερότητα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, να διατηρήσουν τη δημοσιονομική σύνεση, να συνεχίσουν τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και να ενισχύσουν περαιτέρω τη βελτιωμένη φήμη της χώρας στις αγορές», εξηγεί ο Shen.

«Η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να φτάσει τους ομοτίμους της στην ΕΕ. Ωστόσο απαιτεί διαρκής επαγρύπνηση στη χάραξη πολιτικής και δεν υπάρχει κανένα περιθώριο εφησυχασμού», προειδοποιεί.

Οι επενδύσεις

Ο οίκος βλέπει βελτιώσεις στις επενδυτές συνθήκες, που άρχισαν ακόμη και πριν από την εκλογή της κυβέρνησης Μητσοτάκη το 2019.

«Σημειώθηκε ουσιαστική ανάκαμψη των επενδύσεων, δεδομένης όχι μόνο της πιο σημαντικής αισιοδοξίας στην ελληνική οικονομία, αλλά και όσον αφορά τις φωτεινότερες αντιλήψεις για την Ελλάδα. Το Ταμείο Ανάκαμψης και το REPowerEU και η χρηματοδότηση του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου της ΕΕ 2021-2027, βοηθούν επίσης στην αντιμετώπιση της χαμηλής ανταγωνιστικότητας και των ανεπαρκών επενδύσεων», αναφέρει ο κ. Shen.

Oι επενδύσεις παραμένουν στο 14% του ΑΕΠ όταν στην Ε.Ε. είναι πάνω από 25%. Πώς θα μπορούσαμε να προσελκύσουμε περισσότερες επενδύσεις; Με «περαιτέρω πρόοδο στις μεταρρυθμίσεις για τη διαφοροποίηση της οικονομίας, την αντιμετώπιση των δυσκαμψιών της αγοράς εργασίας, την εκκαθάριση των αυξημένων ληξιπρόθεσμων οφειλών του ιδιωτικού τομέα και την αντιμετώπιση των αυξανόμενων περιβαλλοντικών συνεπειών της κλιματικής αλλαγής».

Τις επενδύσεις θα βοηθήσουν και οι εκτιμήσεις για μελλοντικές (σταδιακές) μειώσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ.

Τα επιτόκια της ΕΚΤ

Όσον αφορά στα επιτόκια, ο αναλυτής τονίζει ότι η ΕΚΤ «πρέπει να αντισταθεί στις πιέσεις των αγορών για πρόωρη μείωση των επιτοκίων. Η ΕΚΤ θα πρέπει να είναι ανοιχτή σε μειώσεις επιτοκίων από τον Ιούνιο, αλλά ταυτόχρονα να στέλνει στις αγορές το μήνυμα ότι οι υπερβολικά επιθετικές προσδοκίες μείωσης επιτοκίων είναι αδικαιολόγητες και αντιπαραγωγικές».

Η Scope περιμένει μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ κατά 75 μονάδες έως το τέλος του τρέχοντος, με το καταθετικό επιτόκιο στο 3,25% φέτος και στο 2,5% στα τέλη του 2025.

Εκτιμά ωστόσο ότι θα μπορούσαμε να δούμε τελικά και λιγότερες μειώσεις, καθώς επίμονος πληθωρισμός και η πολύ χαμηλή ανεργία αναγκάζουν τις κεντρικές τράπεζες όπως η Federal Reserve να αλλάξουν τα σχέδιά του. Αυτό μπορεί να ασκήσει παράλληλη πίεση στην ΕΚΤ να διατηρήσει τα επιτόκια υψηλότερα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.