Μια συνέντευξη-ποταμό παραχώρησε το νέο μετγραφικό απόκτημα του Ολυμπιακού, ο Ντι Τζέι Στρόμπερι, στην επίσημη ιστοσελίδα της πειραϊκής ομάδας.
Ο Αμερικανός γκαρντ, που ήρθε να ενισχύσει τη φροντ λάιν των ”ερυθρόλευκων” και να δώσει λύσεις στην περιφερειακή άμυνα και την οργάνωση του παιχνιδιού τους, αναφέρθηκε στον Σπανούλη, τον Γιανγκ, τους προέδρους του Ολυμπιακού, ενώ θυμήθηκε την κόντρα με την ομάδα του Λεμπρόν Τζέιμς στα κολλεγιακά χρόνια του.
Στη συνέντευξη ο Στρόμπερι μίλησε, μεταξύ άλλων, για:
Τη νέα σελίδα στην καριέρα του: «Ξέρω τα πάντα για τον Ολυμπιακό. Ο Ολυμπιακός την τελευταία δεκαετία είναι ανάμεσα στις καλύτερες ομάδες της Ευρώπης και με όσα έχει καταφέρει τα τελευταία χρόνια είναι κατά τη γνώμη μου μεταξύ των δύο καλύτερων ομάδων στην Ευρώπη. Μόλις τελείωσε η σεζόν ο ατζέντης μου με πήρε τηλέφωνο και μου μίλησε για το ενδιαφέρον του Ολυμπιακού, αλλά αμέσως το έβγαλα από το μυαλό μου και πίστευα πως θα επιστρέψω στην Καρσίγιακα. Δεν πίστευα καν αυτό που μου είπε και για αυτό το έβγαλα από το μυαλό μου, για να μην τρελαθώ. Οι τύποι ήταν λίγους μήνες πριν στον τελικό του Final Four, εγώ ήμουν στην άσημη Καρσίγιακα, δεν μπορούσε να είναι αλήθεια σκέφτηκα και δεν το συζήτησα με κανέναν. Μετά από λίγες ημέρες, είδα το email μου και δεν πίστευα στα μάτια μου, ο ατζέντης μου έκανε και πάλι αναφορά στον Ολυμπιακό. Τον πήρα τηλέφωνο και μιλήσαμε, αλλά ειλικρινά, ξανά δεν τον πίστεψα. Πήγαμε για φαγητό και τότε μου έδειξε τα συμβόλαια και πάγωσα. Είπα το “ναι” χωρίς καν να σκεφτώ το παραμικρό».
Τον Βασίλη Σπανούλη: «Με τον Σπανούλη όλα γίνονται ευκολότερα για εμάς. Όλοι μαρκάρουν εκείνον, όλοι προσπαθούν να τον σταματήσουν και δύσκολα τα καταφέρνουν, οπότε ταυτόχρονα δημιουργεί για εμάς, κάνει το παιχνίδι μας ευκολότερο και ειλικρινά θεωρώ πως βελτιώνει τους συμπαίκτες του παιχνίδι με το παιχνίδι. Το μεγαλύτερο προσόν του είναι πως είναι νικητής, είναι γεννημένος νικητής. Του βγαίνει φυσικά, δεν πιέζεται για αυτό. Αυτά που έκανε με τη Ρεάλ Μαδρίτης στον τελικό του Λονδίνου και απέναντι στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας στον ημιτελικό του φετινού Final Four, απλά δεν γίνονται από το 99% των παικτών, μπορεί για 30 λεπτά να μην έχει σκοράρει σε έναν αγώνα και να τελειώσει το ματς με 20 πόντους. Θέλω να πετύχω τα ίδια που θέλει και αυτός. Θέλω τα ίδια που θέλει και ο Ολυμπιακός. Θέλω να πετύχω και να κατακτήσω τίτλους. Θέλω να κερδίσω τα πάντα. Όλα. Θέλω να γίνω μέρος της ιστορίας, αυτής της θρυλικής ιστορίας».
Τον Πάτρικ Γιανγκ: «Ο τύπος είναι… άγαλμα. Δεν τον κουνάει κανείς. Μοιάζει σαν να έχει ζωγραφίσει κάποιος τους μύες πάνω στο κορμί του. Δεν μπορεί να είναι αληθινός! Θυμάμαι όταν κάναμε το σκάουτινγκ για να τους αντιμετωπίσουμε, τον παρατηρούσαμε και ήταν παντού. Έβγαζε απίστευτη ενέργεια και κυνηγούσε κάθε φάση. Μας έλεγαν πως είναι δυνατός, αλλά δεν φανταζόμουν το πόσο, μέχρι που μου έκανε ορισμένα σκριν. Περιμένω πως και πώς να παίξω μαζί του».
Την υπόσχεσή του: «Θα βγάζω ενέργεια και θα δίνω το 110% των δυνάμεων μου. Στην επίθεση και στην άμυνα, σε κάθε παιχνίδι, σε κάθε προπόνηση».
Τη στιγμή που θα ήθελε να ζήσει: «Θα ήθελα να ζήσω το σουτ του Πρίντεζη με τη Μπαρτσελόνα, αυτό θα ήθελα να ζήσω, μπροστά στο κοινό μας, ένα buzzer beater, οι πανηγυρισμοί μετά ήταν τρελοί. Το έχω δει δεκάδες φορές. Μακάρι να ζήσω κάτι ανάλογο».
Το αν σκέφτηκε τα όσα συνέβαιναν με την οικονομία της χώρας: «Όχι, δεν το σκέφτηκα λεπτό. Με ήθελε ο Ολυμπιακός, είχα την ευκαιρία να παίξω στην Ελλάδα και θα το σκεφτόμουν; Όχι βέβαια! Ο Ολυμπιακός έχει δύο απίστευτους προέδρους, έχω δει βίντεο τους με το πώς πανηγυρίζουν έπειτα από νίκες μαζί με τους παίκτες. Αυτοί οι άνθρωποι αποτελούν εγγύηση, λατρεύουν αυτό που κάνουν, λατρεύουν το μπάσκετ και τον Ολυμπιακό, οπότε πώς να αρνηθώ να δουλέψω για εκείνους; Θέλω να τους δώσω ακόμη μεγαλύτερες χαρές, να πανηγυρίσουμε μαζί επιτυχίες του Ολυμπιακού και φυσικά θέλω να δώσω χαρά και υπερηφάνεια στους φιλάθλους του Ολυμπιακού. Είμαι ενθουσιασμένος που θα παίξω σε αυτή την τεράστια ομάδα, δίπλα στον Σπανούλη, τον Πρίντεζη και τον Μάντζαρη».
Το τι ξέρει από την Ελλάδα: «Ο Ολυμπιακός είναι μια από τις δύο καλύτερες ομάδες της Ευρώπης. Μπορεί κανείς να το διαπιστώσει εύκολα αυτό βλέποντας τι έχει καταφέρει τα τελευταία χρόνια».
Τη βραδιά που έπαιξε αντιμέτωπος με τον Λεμπρόν Τζέιμς: «Στο high school η ομάδα μου ήταν καλή, η δική του ήταν επίσης πολύ καλή. Ήμασταν δεύτεροι στη γενική κατάταξη και εκείνοι τρίτοι, δεν θυμάμαι από ποιον, αλλά οι πρώτοι είχαν αποκλειστεί. Έτσι, το μεταξύ μας παιχνίδι ήταν σαν τελικός ώστε να αναδειχθεί η καλύτερη ομάδα στις ΗΠΑ. Επίσης, δεν θυμάμαι το γιατί, αλλά ενώ ήμασταν πιο πάνω στη βαθμολογία, δεν ήμασταν γηπεδούχοι, παίξαμε μπροστά στο κοινό τους, στο κοινό του Λεμπρόν. Όλα ήταν υπέρ του, αλλά τι να πεις, ήταν ο Λεμπρόν. Ο προπονητής μας είπε ότι ”αν θέλετε να γίνεται οι καλύτεροι, πρέπει να παίξετε με τους καλύτερους”. Δεν μπορώ να πω ότι τον σταμάτησα, όχι δεν μπορώ να το πω αυτό, αλλά σίγουρα τον δυσκόλεψα. Νίκησαν, μας νίκησαν, έπαιξαν καλύτερα και μας νίκησαν. Όλοι λένε ότι τον σταμάτησα εκείνο το βράδυ, αλλά θεωρώ πως ήταν θέμα στρατηγικής και ομαδικής προσπάθειας παρά το ότι εγώ τον σταμάτησα. Σίγουρα τον ανάγκασα να κάνει δύσκολα σουτ, αλλά ως εκεί».
Την προσωπικότητά του: «Είμαι ήρεμος. Δεν μου αρέσουν οι εντάσεις, θέλω να έχω μια νορμάλ ζωή. Απλώς θέλω να είμαι ο εαυτός μου. Αυτός είναι ο Ντι Τζέι, τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Έβαζα και έβγαζα τα σκουλαρίκια όταν ήμουν μικρότερος και αυτό με κούραζε αρκετά. Έτσι αποφάσισα να μην τα φορέσω ξανά. Δεν μου αρέσουν αυτά, είμαι απλός άνθρωπος, μου αρέσουν τα απλά πράγματα. Δεν μου άρεσαν ποτέ τα τατουάζ κι έτσι δεν έκανα. Μου αρέσει το μπόουλινγκ, οι ταινίες, τα videogames και περνάω τον ελεύθερο χρόνο μου με αγαπημένους ανθρώπους».
Το τι τον φοβίζει: «Με φοβίζουν πολύ τα φίδια, ειδικά στην Καλιφόρνια έχουμε πολλά και τα φοβάμαι απίστευτα. Δεν θέλω καν να τα βλέπω».
Την πίστη του στον Θεό: «Πιστεύω στον Θεό, δεν είμαι φανατικός, αλλά πιστεύω. Ο πατέρας μου είναι πάστορας, προσπαθεί να με φέρει πιο κοντά σε όλο αυτό, αλλά του εξηγώ πως δεν μπορείς να πιέσεις κάποιον για κάτι τέτοιο. Σίγουρα πιστεύω, αλλά δεν είμαι από τους φανατικούς όπως είπα».