Ένας από τους σημαντικότερους εκδότες αντισημιτικού και νεοναζιστικού υλικού και αρνητής του Ολοκαυτώματος, ο Γερμανός Ερνστ Τσίντελ, που είχε εγκατασταθεί και ζούσε για σχεδόν 50 χρόνια στον Καναδά πριν εκδοθεί και φυλακιστεί στη Γερμανία, απεβίωσε σε ηλικία 78 ετών, γνωστοποίησε η αδελφή του στο Γερμανικό Πρακτορείο.
Ο Τσίντελ, μια από τις πιο γνωστές φιγούρες στους κόλπους των αρνητών του Ολοκαυτώματος, πέθανε το Σάββατο στο σπίτι του στο Μπαντ Βίλντμπαντ, στο νοτιοδυτικό τμήμα της Γερμανίας, την περιοχή όπου γεννήθηκε λίγο πριν ξεσπάσει ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος το 1939.
Τον Τσίντελ, ο οποίος μετανάστευσε στον Καναδά σε ηλικία 19 ετών για να αποφύγει τη στράτευση, προσέγγισε πολύ γρήγορα ο Καναδός φασίστας Έιντριεν Αρκάντ.
Για δεκαετίες, έγραφε αντισημιτικούς λίβελους και κείμενα άρνησης του Ολοκαυτώματος, όπως το βιβλίο «Ο Χίτλερ που αγαπήσαμε και γιατί», ενώ τύπωσε πολλά άλλα κείμενα της ίδιας ιδεολογικής κατεύθυνσης στον εκδοτικό οίκο τον οποίο ίδρυσε το 1977.
Καταδικάστηκε πρωτόδικα στον Καναδά για «τη δημοσίευση ψευδών ισχυρισμών», ωστόσο η απόφαση ακυρώθηκε από το καναδικό Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο έκρινε ότι παραβιάστηκε η ελευθερία της έκφρασης.
Έπειτα από σύντομη εξορία του στις ΗΠΑ, εντέλει φυλακίστηκε στον Καναδά αφού καταδικάστηκε ως απειλή για την εθνική ασφάλεια και κατόπιν εκδόθηκε στη Γερμανία το 2005, όπου οδηγήθηκε αμέσως στη φυλακή.
Στη δίκη του το 2007 στο Μανχάιμ της δυτικής Γερμανία καταδικάστηκε στη μέγιστη ποινή, πενταετή κάθειρξη, για «υποκίνηση μίσους», αδίκημα που συμπεριλαμβάνει την άρνηση του Ολοκαυτώματος και του αριθμού των θυμάτων του, έπειτα από μια μακρά και ταραχώδη δίκη.
Η συνήγορος του Τσίντελ, Σίλβια Στολτς, καταδικάστηκε και η ίδια να εκτίσει ποινή φυλάκισης τριών και πλέον ετών διότι υποστήριξε κατά τη διάρκεια ακροαματικής διαδικασίας ότι η εξολόθρευση των εβραίων της Ευρώπης αποτελούσε «το πιο μεγάλο ψέμα στην ιστορία του κόσμου», μεταξύ άλλων.
Ο Ερνστ Τσίντελ αποφυλακίστηκε το 2010.