Στο Brussels Group ξεκινούν σήμερα οι διαδικασίες συγγραφής της συμφωνίας, αναφέρουν κυβερνητικές πηγές, που επισημαίνουν ότι θα υπάρχει διαρκής επικοινωνία του Έλληνα Πρωθυπουργού με ηγέτες ώστε να διευκολυνθεί η επίτευξη συμφωνίας.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, το πλαίσιο της συμφωνίας θα προβλέπει:
- Χαμηλά πρωτογενή πλεονάσματα για τα πρώτα χρόνια.
- Μη υφεσιακά μέτρα που θα έχουν και αναδιανεμητικό προσανατολισμό. Δεν θα υπάρξουν περικοπές σε μισθούς/συντάξεις.
- Μεταρρύθμιση του ΦΠΑ, ώστε να έχει αναδιανεμητικό χαρακτήρα και εισπραξιμότητα. Δεν υπάρχει σενάριο με 1,8 δισ. ευρώ μέτρα.
- Μακροπρόθεσμη λύση με ελάφρυνση του χρέους και αναπτυξιακό πακέτο.
Οι πηγές του Μαξίμου σημειώνουν ακόμη ότι στο συνταξιοδοτικό θα υπάρξει μεταρρύθμιση, προκειμένου να περιοριστούν οι πρόωρες συνταξιοδοτήσεις [χωρίς να θίγονται θεμελιωμένα δικαιώματα] και να ενοποιηθούν ασφαλιστικά ταμεία. Η ελληνική κυβέρνηση δεσμεύεται για έναρξη διαλόγου και εκπόνηση αναλογιστικής μελέτης για τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος τονίζει ότι δεν προτίθεται να κόψει συντάξεις.
Επισημαίνουν πάντως ότι παραμένει το πρόβλημα με τη διαφορετική στάση ανάμεσα στους θεσμούς. Όπως λένει, αν δεν απαιτούνταν η συμφωνία τoυ ΔΝΤ, τώρα θα είχε κλείσει η συμφωνία.
Σημειώνουν ειδικότερα ότι είναι χαρακτηριστική η διαφοροποίηση μεταξύ των θεσμών, «όταν οι μεν Ευρωπαίοι [Κομισιόν και ΕΚΤ] ζητούν μια γρήγορη ως το τέλος Μαΐου συμφωνία, το δε ΔΝΤ, μέσω αξιωματούχων του, σημειώνει ότι “θα πρέπει να υπάρχει ολοκληρωμένη προσέγγιση, όχι μια γρήγορη και πρόχειρη δουλειά”».
Σε ό,τι αφορά τον ELA, διαβεβαιώνουν ότι οι καταθέσεις και η τραπεζική λειτουργία είναι διασφαλισμένες, ενώ η Τράπεζα της Ελλάδος δεν ζήτησε καμιά αύξηση του ELA, καθώς το πλαφόν των 80,2 δισ. θεωρείται επαρκές μετά τη σταθεροποίηση της εκροής καταθέσεων. «Είναι φανερό ότι μέχρι τέλους κάποιοι θα παίζουν παιχνίδια με στόχο την πίεση στην ελληνική κυβέρνηση» προσθέτουν.
Καταλήγοντας τονίζουν ότι η κυβέρνηση έχει κάνει το χρέος της, έδειξε εμπράκτως ότι θέλει ρεαλιστική συμφωνία και υπογραμμίζουν ότι ήρθε η ώρα οι θεσμοί να αναλάβουν τις ιστορικές ευθύνες τους απέναντι στην Ελλάδα και στο κοινό ευρωπαϊκό όραμα.