Της Μάρως Βακαλοπούλου
[email protected]
«Ετοιμαστείτε για πόλεμο δι’ αντιπροσώπων». Αυτό ήταν το μήνυμα που έστειλε ανώτατος στρατιωτικός ηγέτης του Ιράν σε ιρακινές πολιτοφυλακές στη Βαγδάτη. Η συνάντηση, σύμφωνα με αποκλειστικό δημοσίευμα της «Guardian» προκάλεσε μία φρενίτιδα διπλωματικής δραστηριότητας μεταξύ Αμερικανών, Βρετανών και Ιρακινών αξιωματούχων, οι οποίοι παλεύουν με κάθε τρόπο να ξορκίσουν το φάντασμα μίας σύγκρουσης Τεχεράνης και Ουάσιγκτον με αρένα το Ιράκ.
Ο Καζίμ Σολεϊμάνι, ηγέτης της ειδικής ομάδας των Φρουρών της Επανάστασης «Δύναμη Ιερουσαλήμ», κάλεσε τις πολιτοφυλακές που βρίσκονται υπό την επιρροή της Τεχεράνης πριν από τρεις εβδομάδες, ενόσω κλιμακωνόταν η ένταση στην περιοχή, υποστηρίζουν στη βρετανική εφημερίδα δύο ανώτατες πηγές των μυστικών υπηρεσιών.
Η κινητοποίηση των περιφερειακών συμμάχων του Ιράν πιστεύεται ότι ξύπνησε τους χειρότερους φόβους της Ουάσιγκτον ότι ενδεχομένως να πληγούν τα συμφέροντα της χώρας στη Μέση Ανατολή. Η Βρετανία επίσης ανέβασε την Πέμπτη το επίπεδο απειλής για τα βρετανικά στρατεύματα στο Ιράκ.
Ο Καζίμ Σολεϊμάνι έχει τακτικά τέτοιου είδους συναντήσεις τα τελευταία πέντε χρόνια, παραδέχονται οι πηγές της «Guardian». Αυτό που άλλαξε σε αυτήν την τελευταία συνάθροιση ωστόσο, σημειώνουν, είναι η φύση και ο τόνος. «Δεν επρόκειτο ακριβώς για κάλεσμα στα όπλα, δεν ήταν όμως ούτε πολύ μακριά απ’ αυτό», εξηγούν.
Εφόσον ισχύει η πληροφορία της συνάντησης αυτής, ερμηνεύεται εν μέρει η εντολή του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για την απομάκρυνση του «μη απαραίτητου» διπλωματικού προσωπικού αφενός από την αμερικανική πρεσβεία στη Βαγδάτη και αφετέρου από το αμερικανικό προξενείο στην Αρμπίλ, την ημιαυτόνομη περιοχή του Ιρακινού Κουρδιστάν.
Η συνάντηση ανέδειξε επίσης μία υπαρκτή απειλή, πως έπειτα από μία δεκαετία συγκρούσεων δι’ αντιπροσώπων, αυτές μπορεί να εξελιχθούν πλέον σε μία μετωπική ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και την Τεχεράνη.
Ο ίδιος ο Αμερικανός πρόεδρος δήλωσε σε ανώτατους συμβούλους του ότι δεν θέλει να σύρει τις ΗΠΑ σε έναν πόλεμο με το Ιράν. Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζουν τρεις Αμερικανοί αξιωματούχοι στο Reuters. Σε κάθε περίπτωση, έχει καταστήσει σαφές ότι θα προστατεύσει τα αμερικανικά συμφέροντα στην περιοχή.
Εκτός από το μεταναστευτικό, ένας από τους ακρογωνιαίους λίθους της προεκλογικής εκστρατείας του Ντόναλντ Τραμπ το 2016 ήταν η δέσμευσή του να κρατήσει τη χώρα μακριά από τις διενέξεις στο εξωτερικό, επικρίνοντας τότε τους δαπανηρούς πολέμους στο Αφγανιστάν και το Ιράκ. Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής, απέσυρε προ μηνών τα αμερικανικά στρατεύματα από τη Συρία – αν και πείστηκε να διατηρήσει ορισμένες δυνάμεις.
Μία μερίδα πολιτικών αναλυτών υποστηρίζουν ότι υπεύθυνος για την πολιτική των ΗΠΑ στο Ιράν – συνεπώς και για την ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα των τελευταίων εβδομάδων – είναι ο σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Αμερικανού προέδρου. Ο Τραμπ μπορεί όντως να μην επιθυμεί τη σύγκρουση με το Ιράν. Τη θέλει όμως ο Τζον Μπόλτον. Και το φωνάζει σχεδόν επί δύο δεκαετίες.
Υπάρχει τρόπος να αποφευχθεί η σύγκρουση; Υπάρχει, υποστηρίζει η Γουέντι Σέρμαν, πρώην υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ και μία από τους επικεφαλής διαπραγματευτές στη συμφωνία του 2015 με το Ιράν. Ο καλύτερος τρόπος να απομακρυνθεί ο κίνδυνος της σύγκρουσης, επισημαίνει σε άρθρο της στους «New York Times», είναι ο διάλογος με το Ιράν, το οποίο ο Τραμπ θέλει να κάνει. Ακόμη όμως και αν αυτό δεν καταστεί εφικτό, υπάρχει δικλίδα ασφαλείας. Τα καλά νέα, σχολιάζει η Σέρμαν, είναι ότι τόσο το Κογκρέσο όσο και οι σύμμαχοι των ΗΠΑ μπορούν να παρέμβουν για να αποτρέψουν το καταστροφικό σενάριο του πολέμου.
Ήδη το πρώτο «σχίσμα» – που δημοσίως τουλάχιστον σπανίζει – δημιουργήθηκε μόλις στις αρχές της εβδομάδας μεταξύ Βρετανίας και ΗΠΑ, όταν Βρετανός στρατηγός αμφισβήτησε τους ισχυρισμούς της κυβέρνησης Τραμπ ότι υπάρχει επικείμενη απειλή από το Ιράν.
Το Κογκρέσο επίσης θα μπορούσε να καλέσει τους υπουργούς Εξωτερικών και Άμυνας της Βρετανίας, της Γαλλίας και της Γερμανίας, που είχαν υπογράψει και στηρίζουν ακόμη τη συμφωνία του 2015 για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, να καταθέσουν για ποιον λόγο είναι προς συμφέρον όλων των πλευρών να ακολουθηθεί ο δρόμος της διπλωματίας και όχι του πολέμου. Αν μη τι άλλο, τονίζει ο Σέρμαν, αυτό θα βοηθήσει τους Αμερικανούς να αντιληφθούν ότι σε αυτό το κεφάλαιο η αμερικανική κυβέρνηση είναι απομονωμένη από τον υπόλοιπο κόσμο.