Στην εποχή του Covid19 οι γιατροί έρχονται αντιμέτωποι με δύσκολα διλήμματα, καλούνται να αποφασίσουν ακόμη και ποιος θα ζήσει και ποιος θα αφεθεί να πεθάνει. Οι κοινωνίες ολόκληρες αντιμετωπίζουν τεράστια διλήμματα για το πώς πρέπει να αντιμετωπίσουν τη νέα αυτή κρίση. Τι θα έλεγαν όμως σήμερα οι μεγάλοι φιλόσοφοι του 19ου και του 18ου αιώνα ή ακόμη και της αρχαιότητας; Τι θα έκανε άραγε ο Αριστοτέλης; Η Ρεμπέκα Γκολντσταϊν, φιλόσοφος και συγγραφέας, απαντά στο ερώτημα με ένα άρθρο της στη Wall Street Journal.
«Οι άνθρωποι που μελετούν την ηθική, οι φιλόσοφοι, συχνά κάνουν “πειράματα σκέψης”, που περιλαμβάνουν τα πιο απίθανα, άγρια σενάρια για να περάσουν από stress test τις θεωρίες μας. Σκεφτείτε ότι μας δίνεται ο κανόνας πως πρέπιε να κάνουμε ό,τι είναι απαραίτητο για να σώσουμε τις περισσότερες ζωές. Δεν φαίνεται αρχικά δύσκολο. Αλλά τώρα ας υποθέσουμε ότι ένας υγιής, νεαρός άνδρας έρχεται στο νοσοκομείο για εξετάσεις ρουτίνας. Τυχαίνει στο νοσοκομείο να νοσηλεύονται έξι ασθενείς που κινδυνεύουν να πεθάνουν. Ο καθένας χρειάζεται διαφορετικό ζωτικό όργανο. Έτσι, οι γιατροί αποφασίζουν ότι θα πρέπει να θανατώσουν τον νεαρό άνδρα και να χρησιμοποιήσουν τα όργανα του για να τραβήξουν έξι ασθενείς από τα σαγόνια του θανάτου. Αυτό το σενάριο είναι μια πρόκληση για την ιδέα του ωφελισμού- της ηθικής θεωρίας, που θεωρεί ότι καλό και το δίκαιο είναι αυτό που εποτυγχάνει το μέγιστο καλό για τον μεγαλύτερο αριθμό. Οι γιάτροι αυτό κάνουν. Αλλά έχουν πράξει το σωστό;» αναφέρει η συγγραφέας.
Αυτό που κάνει την παρούσα στιγμή τόσο σουρεαλιστική, συνεχίζει, είναι ότι οι εξωφρενικές καταστάσεις που ονειρεύονταν οι ηθικοί φιλόσοφοι έχουν γίνει πραγματικότητα όταν αντιμετωπίζουμε την πανδημία Covid-19. Οι γιατροί που αντιμετωπίζουν έλλειψη κρίσιμου εξοπλισμού όπως οι αναπνευστήρες καλούνται να λάβουν την τρομερή απόφαση για το ποια ζωή θα πρέπει να θυσιαστεί προκειμένου να ζήσουν άλλοι..
Αντιμετωπίζουμε επίσης εξαιρετικά δύσκολες επιλογές σε κοινωνικό επίπεδο. Η ανάγκη για απόλυτη κοινωνική αποστασιοποίηση για τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού έρχεται σε αντίθεση με την ανάγκη διάσωσης της οικονομίας, με τα διάχυτα οφέλη της στην υγεία και την ευημερία. Πρέπει μήπως οι νέοι και δυνατοί, που μπορούν να επιβιώσουν καλύτερα από τον ιό, να ενθαρρυνθούν να επιστρέψουν στον κόσμο και να ξαναρχίσουν τις φυσιολογικές δραστηριότητες, παρόλο που αυτό θα παρατείνει την εξάπλωση του ιού, με θανατηφόρες συνέπειες για τους λιγότερο ανθεκτικούς;
Αν και η πανδημία του Covid-19 είναι μοναδική από πολλές απόψεις, η πανούκλα και ο λοιμός είναι τόσο παλιά όσο η ανθρωπότητα, όπως και οι εντάσεις ανάμεσα στα δικαιώματα και τα συμφέροντα των ατόμων και της κοινότητας. Τα μεγάλα μυαλά έχουν μελετήσει αυτές τις εντάσεις για χιλιετίες, και μπορούμε να μάθουμε από αυτά. Τι θα έκανε ο Αριστοτέλης, ο Τζον Στιούαρτ Μιλ, ο Ιμμάνουελ Καντ, καθένας από τους οποίους παρουσίασε μία διαφορετική προσέγγιση στα διαχρονικά ηθικά ζητήματα.
Ο Μίλ φιλόσοφος του ωφελιμισμού θα έλεγε στους φανταστικούς γιατρούς του πειράματος σκέψης ότι ο χρηστικός υπολογισμός πρέπει να εφαρμοστεί σε κανόνες και όχι σε συγκεκριμένες πράξεις. Μία νοσοκομειακή πολιτική στην οποία οι γιατροί είχαν την εξουσία να αφαιρούν μία ζωή για να σώζουν άλλες, θα κατέληγε να βλάπτει πολλούς περισσότερους ανθρώπους από έναν.
Θα μπορούσαν οι κυβερνήτες των αμερικανικών πολιτειών να ζητήσουν από τον Μιλ να δικαιολογήσει την απόφασή τους να διατηρήσουν τους χώρους λατρείας ανοιχτούς κατά τη διάρκεια της πανδημίας, καθώς η απόφαση αυτή αναγνωρίζει την ελευθερία των ανθρώπων να λαμβάνουν τις δικές τους αποφάσεις; Σίγουρα όχι. Ο Μίλ εκθειάζει την ελευθερία όσο και ο καθένας, αλλά συνεχίζει: «Η μόνη ελευθερία που αξίζει το όνομα αυτό, είναι η επιδίωξη του δικού μας καλού με τον δικό μας τρόπο, αρκεί να μην προσπαθούμε να στερήσουμε από άλλους τη δική τους». Ναι, οι προσκυνητές θα έπρεπε να είναι ελεύθεροι να λατρεύουν, αλλά η μεταδοτικότητα της νόσου σημαίνει ότι θα στερούσαν τους άλλους από την ελευθερία της επιλογής να μείνουν υγιείς.
Ο Ιμμάνουελ Καντ από την άλλη υποστήριζε ότι ορισμένες πράξεις ήταν εγγενώς σωστές, άλλες εγγενώς λανθασμένες, ανεξάρτητα από τις συνέπειές τους, οι οποίες συχνά είναι πολύ περίπλοκες για να υπολογίσουμε. Λοιπόν, πώς λέμε αν μια πράξη είναι εγγενώς άξια; Ο Καντ προσφέρει δύο κριτήρια. Το πρώτο είναι η καθολικότητα. Πίσω από κάθε πράξη κρύβεται ένα κρυφό αξίωμα που κυβερνά σιωπηρά την απόφαση του ατόμου να εκτελέσει την πράξη. Για τον Καντ, κρίνουμε την ηθική αξία μιας πράξης, βλέποντας αν το αξίωμά του θα μπορούσε να καθολικοποιηθεί ως κανόνας.
Σκεφτείτε την φρενίτιδα αγοράς αγαθών πρώτης ανάγκης, που προκάλεσε η πανδημία. Το άτομο που αγοράζει μερικά επιπλέον ρολά χαρτιού υγείας υπό το φόβο έλλειψης δεν βλάπτει κανέναν. Αλλά ενεργεί με τη σκέψη ότι μπορεί να υπάρξει έλλειψη για αυτό και εκείνος θα πρέπιε ν να εξασφαλίσει απόθεμα. Ο κανόνας ξεφεύγει από το τεστ καθολικότητας. Ανεξάρτητα από το εμπόρευμα, αν ο καθένας προσπαθήσει να δημιουργήσει απόθεμα, θα προκαλέσει την έλλειψη από την όλοι προσπαθούν να προστατευθούν.
Το δεύτερο κριτήριο του Καντ είναι ένα μεγάλο τεστ από μόνο του: Δράστε με τέτοιο τρόπο ώστε ποτέ να μην μεταχειρίζεστε τα ανθρώπινα όντα, είτε εσείς είτε οι άλλοι, απλά ως μέσο για τον σκοπό αλλά ως αυτοσκοπό. Για να κατανοήσουμε αυτό που είχε στο μυαλό του, πρέπει να καταλάβουμε ότι ο Καντ, όπως ο Μίλ, βλέπει την άσκηση της ελευθερίας ως θεμελιώδη για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Η χρήση κάποιου ως απλού μέσου σημαίνει να τον εμπλέξουμε σε ένα σχέδιο δράσης στο οποίο δεν θα μπορούσε κατ ‘αρχήν να συναινέσει. Με το σφετερισμό της ελευθερίας τους, περιορίζουμε την ανθρωπιά και την αξιοπρέπειά τους.
Aυτό μπορεί να εφαμορστεί στο το κοινωνικό δίλημμα της προτεραιότητας της οικονομίας, με τα διάχυτα οφέλη για πολλούς, με κόστος για τους πρώτους θα επιστρέψουν στη δουλειά. Εάν οι νέοι επιλέγονται για να επανεκκινήσουν την οικονομία, δεν αντιμετωπίζονται ως απλά μέσα; Θα συμφωνούσαν για τη δική τους έκθεση στο Covid-19 ή με τον κίνδυνο μετάδοση της νόσου στα αγαπημένα τους άτομα;
Η διαφορά μεταξύ του ωφελιμισμού και των καντιανών προσεγγίσεων δεν πρέπει να κρύβει τις ομοιότητες. Και οι δύο βλέπουν το σημείο της ηθικής ως περιορισμό του προσωπικού συμφέροντος ενός ατόμου με αναγνώριση του προσωπικού συμφέροντος των άλλων. Αν και οι δύο υποστηρίζουν ότι το δικαίωμα του ατόμου να επιλέγει είναι ζωτικής σημασίας για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, και οι δύο υποστηρίζουν επίσης ότι η ηθική απαιτεί να μετριάσουμε αυτόν τον ατομικισμό με την αναγνώριση του κοινού καλού. Πίσω από τις δύο απόψεις βρίσκουμε τη βασική ηθική αντίληψη ότι έχουν σημασία όλοι οι άνθρωποι.
Μια τρίτη εναλλακτική λύση είναι η αριστοτελική ηθική. Ο Αριστοτέλης υπογράμμιζε την ανάγκη να καλλιεργούμε αρετές, όπως το θάρρος, η εγκράτεια, η δικαιοσύνη και η γενναιοδωρία. Ο λόγος για τον οποίο πρέπει να καλλιεργήσουμε αυτές τις αρετές είναι απολύτως ιδιοτελής, να ζήσουμε την καλύτερη ζωή που μπορούμε, να κερδίσουμε την ευδαιμονία. Συμβαίνει επίσης να είναι αλήθεια ότι ο ενάρετος άνθρωπος ωφελεί την κοινότητά του και ενώ αυτό μπορεί να τον κάνει αγαπητό και σεβαστό, αυτές οι «παρενέργειες» δεν είναι αυτές που τον καθιστούν ενάρετο, σημειώνει η Γκόλντσταϊν.
Η αρετή της γενναιοδωρίας είναι ιδιαίτερα σημαντική σε αυτή τη στιγμή της δυστυχίας μας. Δεν είναι απλώς η προθυμία να κάνουμε μια θυσία. Ο γενναιόδωρος άνθρωπος θα δώσει, γράφει ο Αριστοτέλης, σωστά, γιατί θα δώσει στους σωστούς ανθρώπους, τη σωστή ποσότητα, τη σωστή στιγμή, και θα πληροί όλες τις άλλες προϋποθέσεις της σωστής δωρεάς. Μεταξύ όλων των ενάρετων ανθρώπων, γράφει , οι γενναιόδωροι ίναι ίσως οι πιο αγαπητοί γιατί είναι ευεργετικοί για τους άλλους.
Και αυτό αισθανόμαστε για το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό που εργάζεται ατελείωτες ώρες για σώσει τους ασθενείς, τοτυς επιστήμονες που έχουν αφιερωθεί στην έρευνα για τον ιό, τις μεταποιητικές βιομηχανίες που άλλαξαν την παραγωγή τους και τώρα φτιάχνουν αναπνευστήρες και μάσκες N95. H γενναιοδωρία τους είιναι αυτή που τους χαρίζει την αγάπη και τον σεβασμό μας.