Skip to main content

Παπαευαγγέλου: 16.5000 τα ενεργά κρούσματα – SOS για τις ηλικίες 20-65

Στην εποχή των μεταλλάξεων, ο αγώνας μας κατά του κορωνοιού είναι ακόμα πιο άνισος, τόνισε απόψε η καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, Βάνα Παπαευαγγέλου. Ελπίζουμε ότι μία μείωση των κρουσμάτων θα μας επιτρέψει μετά τις επόμενες 2 εβδομάδες να ανοίξουμε κάποιες δραστηριότητες, ανέφερε, αλλά τόνισε πως η πίεση στο σύστημα Υγείας θα διαρκέσει για τουλάχιστον 3 με 4 εβδομάδες ακόμα. «Περιμένουμε την μείωση των κρουσμάτων για να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε την άρση κάποιον μέτρων» είπε χαρακτηριστικά.

Ωστόσο η πραγματικότητα τώρα στη χώρα, όπως την περιέγραψε η κ.Παπαευαγγέλου, είναι διαφορετική, καθώς καταγράφεται αυξητική τάση του επιδημιολογικού φορτίου σε πολλές περιοχές και ο δείκτης θετικότητας άγγιξε το 4%. Η ίδια έκανε λόγο για αύξηση των νοσηλειών. τονίζοντας ότι αυτή την ώρα νοσηλεύονται με κορωνοϊό στη χώρα, πάνω 3200 άτομα και την τελευταία εβδομάδα καταγράφονται καθημερινά 330 εισαγωγές ασθενών στα νοσοκομεία.

Η κα Παπαευαγγέλου μίλησε για διπλασιασμό του επιδημιολογικού φορτίου τις τελευταίες 15 μέρες, με τα ενεργά κρούσματα να φτάνουν τα 16.500. Η ηλικιακή ομάδα 20-65  βρίσκεται στην κορυφή των νέων κρουσμάτων, ενώ μείωση παρουσιάζουν οι άνω των 75 ετών – και αυτό όπως είπε, οφείλεται στον εμβολιασμό. Επιβαρυμένη είναι και η κατάσταση στην Αττική, με μεγάλη διασπορά σε όλες τις γειτονιές, ενώ 37% αύξηση είχαμε και στην Θεσσαλονίκη, όπου τα ενεργά κρούσματα υπολογίζονται σε 2000.

Η πληρότητα των ΜΕΘ covid στην Αττική αγγίζει το 87%, παρότι αυξήθηκαν οι κλίνες όπως είπε, και πρόσθεσε ότι μόνο την προηγούμενη εβδομάδα διασωληνώθηκαν 196 ασθενείς. Η ίδια πάντως παρατήρησε, πως ο δείκτης που αφορά τους θανάτους σε σχέση με τα κρούσματα παραμένει χαμηλός στη χώρα μας.

Καιρός και μεταλλάξεις

Προσπαθώντας να εξηγήσει γιατί φτάσαμε σήμερα σε αυτή την κατάσταση, κυρίως στην Αττική, είπε ότι σε αυτό συνέβαλε ο χειμωνιάτικος καιρός των προηγούμενων ημερών, που αύξησε τον συγχρωτισμό στους κλειστούς χώρους, αλλά και το γεγονός ότι οι νέες μολύνσεις, σχετίζονται πλέον σε μεγάλο βαθμό με τις μεταλλάξεις. Επίσης ένας άλλος λόγος είναι, η ήδη μεγάλη διασπορά που υπάρχει στην κοινότητα, η οποία, όπως είπε, κάνει την μετάδοση του ιού ακόμα πιο εύκολη. Αυτοί οι παράγοντες σε συνδυασμό με την χαλάρωση που είναι δικαιολογημένη, καθώς υπάρχει κόπωση, αύξησαν τα κρούσματα τις τελευταίες μέρες, εξήγησε.

Η κυρία Παπαευαγγέλου επεσήμανε πως «δεν μπορούμε να πούμε ότι τα μέτρα δεν ήταν αποτελεσματικά. Ας αναλογιστούμε τι θα είχε γίνει αν δεν είχαν ληφθεί αυτά τα μέτρα».

Η ίδια προέβλεψε ότι το σύστημα υγείας θα πιεστεί και τις επόμενες εβδομάδες, καθώς όπως είπε, είναι πιθανό την ερχόμενη εβδομάδα, τουλάχιστον 200 άτομα να χρειαστούν νοσηλεία σε κρεβάτι ΜΕΘ.

Απαντώντας σε ερώτηση για το αν υπάρχουν ενδείξεις ότι αυξάνεται η μετάδοση του ιού στους εξωτερικούς χώρους, ήταν ξεκάθαρη τονίζοντας ότι δεν υπάρχουν τέτοιες ενδείξεις, αλλά διευκρίνισε ότι «είναι διαφορετικό να κάνουν βόλτα δύο άνθρωποι σε έναν πεζόδρομο με μάσκα όπου δύσκολα μεταδίδεται ο ιός, από το να συγκεντρώνονται 5- 6 άτομα γύρω από ένα παγκάκι να βγάζουν τη μάσκα για να πιουν καφέ και να καπνίσουν, ενώ ταυτόχρονα μιλούν δυνατά και γελούν».

Σε άλλη ερώτηση που αφορούσε τις μεταλλάξεις, είπε ότι αυτές απασχολούν πολύ τους επιστήμονες, αλλά φαίνεται ότι η βρετανική μετάλλαξη αντιμετωπίζεται από τον εμβολιασμό και η Νοτιοαφρικανική μπορεί να αντιμετωπιστεί καλύτερα από κάποια εμβόλια. Μιλώντας για το μεταλλαγμένο στέλεχος της Βραζιλίας, είπε ότι είναι καινούργιο και δεν έχει μελετηθεί αρκετά, αλλά εμφανίστηκε καθησυχαστική μιλώντας για «την κυτταρική ανοσία» σε ανθρώπους που έχουν νοσήσει, καθώς εξήγησε ότι αναπτύσσουν σημαντική άμυνα στον ιό «μέσω ενεργοποιημένων λεμφοκυττάρων».

Τέλος, επανέλαβε ότι πρέπει να γίνει μια συλλογική προσπάθεια ώστε να κτίσουμε το τείχος ανοσίας με τον εμβολιασμό και να τηρούμε με αυστηρότητα τα μέτρα προστασίας. Όπως επανέλαβε, η χρήση της μάσκας είναι η πιο αποτελεσματική παρέμβαση. «Η χρήση μάσκας είναι η πιο αποτελεσματική, μη φαρμακευτική παρέμβαση, για τον περιορισμό της μετάδοσης» κατέληξε.