«Παρά τις διεθνείς πιέσεις, η μικρή συμμετοχή σ’ ένα δημοψήφισμα που είχε ως ερώτημα “Ναι ή Όχι στην ένταξη στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, αποδεχόμενοι τη Συμφωνία” φανερώνει ότι ένα μέρος του λαού της ΠΓΔΜ στέκεται αρνητικά ή τουλάχιστον με επιφύλαξη στον εκβιασμό ότι είναι μονόδρομος η ένταξη σ’ αυτές τις – εχθρικές για τους λαούς – συμμαχίες» σχολιάζει το ΚΚΕ, την επομένη του δημοψηφίσματος στη γειτονική χώρα.
Όπως σημειώνει, «το αποτέλεσμα εκφράζει πάνω απ’ όλα τις οξυμμένες ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις ανάμεσα σε ΝΑΤΟ-ΗΠΑ-ΕΕ απ’ τη μια και Ρωσία απ’ την άλλη, καθώς επίσης και την παρέμβαση εθνικιστικών δυνάμεων».
Το ΚΚΕ υποστηρίζει ότι «η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι εκτεθειμένη, γιατί πρωτοστάτησε – ως σημαιοφόρος του ΝΑΤΟ – στον εκβιασμό για να γίνει αποδεκτή μια επικίνδυνη συμφωνία. Αποδεικνύεται για μια ακόμη φορά ότι η απάντηση στον εθνικισμό δεν είναι ο κοσμοπολιτισμός, που εκπορεύεται από τους σχεδιασμούς για διεύρυνση ιμπεριαλιστικών συμμαχιών και αποτελεί την άλλη όψη του ίδιου νομίσματος».
Παράλληλα, μιλά για «τυχοδιωκτική στάση του Ζάεφ, που – ούτε λίγο ούτε πολύ – δήλωσε ότι θα αγνοήσει τη μικρή συμμετοχή στο δημοψήφισμα», γεγονός που «αναδεικνύει ποια είναι η αστική δημοκρατία. Άλλωστε δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται προσπάθεια να ανατραπεί, εκ των υστέρων, το αποτέλεσμα ενός δημοψηφίσματος, το οποίο δεν είναι αρεστό στα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Σ’ αυτό το ζήτημα ο κ. Τσίπρας μπορεί να προσφέρει αρκετή τεχνογνωσία στον κ. Ζάεφ».
Το Κομμουνιστικό Κόμμα θεωρεί «προφανές ότι το επόμενο διάστημα θα συνεχιστούν οι πιέσεις για να γίνει αποδεκτή, απ’ τους δύο λαούς η Συμφωνία των Πρεσπών και να προχωρήσει η ευρωατλαντική ολοκλήρωση στα Δυτικά Βαλκάνια. Θα συνεχιστούν και θα οξυνθούν οι ανταγωνισμοί των ισχυρών, που μετατρέπουν την ευρύτερη περιοχή σε πυριτιδαποθήκη».
Καλεί δε τόσο τον ελληνικό λαό, όσο και τον λαό της ΠΓΔΜ «να σφυρηλατήσουν τον κοινό τους αγώνα, με αλληλεγγύη και πραγματικό διεθνισμό, ενάντια στον εθνικισμό και τον ιμπεριαλισμό, ενάντια στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, στις κυβερνήσεις και τα κόμματά τους. Στη βάση αυτή μπορεί να εξευρεθεί μια κοινά αποδεκτή λύση, με απάλειψη όλων των αλυτρωτισμών και με μια σύνθετη ονομασία, με γεωγραφικό προσδιορισμό».