Skip to main content

Κ. Μητσοτάκης: Αυτοπροστασία ή καραντίνα το δίλημμα

Κάλεσμα στους πολίτες για εγρήγορση απέναντι στον κορωνοϊό χωρίς νέα μέτρα σε όλη τη χώρα, αλλά με συνεπή εφαρμογή όσων ήδη έχουν ανακοινωθεί και παρεμβάσεις όπου χρειάζεται, απηύθυνε στο νέο τηλεοπτικό μήνυμά του-διάγγελμα, το απόγευμα της Πέμπτης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Έθεσε δε το δίλημμα «αυτοπροστασία ή καραντίνα», τονίζοντας πως «γνωρίζοντας τις συνέπειες της δεύτερης, έχουμε καθήκον να επιλέξουμε την πρώτη. Χωρίς πολλά λόγια. Αλλά με λίγες πράξεις, δοκιμασμένες και αποτελεσματικές: Αποστάσεις. Ατομική υγιεινή. Και, κυρίως, μάσκα μέχρι να βρεθεί η θεραπεία και το εμβόλιο».

«Σας απευθύνομαι και πάλι, σε μία κρίσιμη καμπή της μάχης με την πανδημία. Γιατί το θεωρώ χρέος μου. Αλλά και έτσι το αισθάνομαι. Και γιατί μπροστά στη νέα έξαρση του κορωνοϊού, έχω την ίδια πίστη στις δυνατότητές μας με εκείνη που είχα, όταν σας καλούσα στην πρώτη αναμέτρηση μαζί του» είπε αρχικά ο πρωθυπουργός.

Για να συγκρατηθεί η πανδημία, κράτος και πολίτες πρέπει να συνεργαστούμε πιο στενά, συνέχισε, κάνοντας λόγο για επτά δύσκολους μήνες, στους οποίους η κυβέρνηση έχει να αντιμετωπίσει ταυτόχρονα πολλά μέτωπα: εθνικά θέματα, μεταναστευτικό, οικονομία, αλλά και φυσικές καταστροφές. «Ειδικά, όμως, στον πόλεμο για την υγεία, χρειαζόμαστε όσο πουθενά αλλού σύμμαχο τον συνειδητό πολίτη» τόνισε ο πρωθυπουργός, που συμπλήρωσε:

«Αυτό δεν είναι άλλοθι, ούτε αποποίηση ευθύνης. Έχω αποδείξει, άλλωστε, πως δεν διστάζω να παίρνω γρήγορα δύσκολες αποφάσεις. Όμως, για να τιθασεύσουμε και το νέο κύμα της πανδημίας, πρέπει κράτος, επιστήμονες και πολίτες να συνεργαστούμε ακόμα πιο στενά, με περισσότερη εμπιστοσύνη ο ένας προς τον άλλον» υπογράμμισε.

«Ο ιός είναι εδώ, είναι παρών. Δεν έπαψε να κυκλοφορεί ανάμεσά μας. Και είναι πολύ πιο θανατηφόρος από την εποχική γρίπη» επισήμανε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. «Όσο, λοιπόν, δεν υπάρχει εμβόλιο και θεραπεία, πρέπει να μάθουμε να ζούμε μαζί του. Αλλάζοντας, όμως, σημαντικά την καθημερινότητά μας. Το κάνουμε για να προστατεύσουμε όχι μόνο τους εαυτούς μας, αλλά και όσους αγαπούμε. Ιδιαίτερα τους πιο ευάλωτους συμπολίτες μας, αλλά και τον καθένα. Γιατί αυτό που σε έναν 20άρη είναι ένα απλός πονόλαιμος, μπορεί να οδηγήσει τον φίλο του ή τη φίλη του στην Εντατική, μπορεί να αποβεί μοιραίο για τον πατέρα ή τον παππού του» σημείωσε.

Καθώς, όπως είπε, «ακούγονται πολλά», ο πρωθυπουργός διαβεβαίωσε ότι «οι δομές των νοσοκομείων απέχουν πολύ ακόμα από τα όριά τους. Και φυσικά ενισχύονται διαρκώς. Σε λίγο θα λειτουργήσει η νέα πτέρυγα Εντατικής στο νοσοκομείο “Σωτηρία” με 50 ακόμη κρεβάτια. Και έχει δρομολογηθεί η δωρεά του Ιδρύματος Νιάρχος, που θα προσθέσει στο Σύστημα άλλες 174 κλίνες» είπε.

Κατά τον κ. Μητσοτάκη, στόχος της κυβέρνησης είναι οι μικρές ατομικές παραχωρήσεις να αποτρέψουν τη μία και μεγάλη υποχώρηση της υγείας και της οικονομίας. «Τι δεν θέλουμε να δούμε; Μία επιθετική αύξηση κρουσμάτων και διασωληνωμένων» εξήγησε και διερωτήθηκε: «μπορούμε να το πετύχουμε χωρίς οριζόντιους περιορισμούς, αυτό που αποκαλούμε “lockdown”; Φυσικά και μπορούμε. Από εμάς εξαρτάται. Και έχουμε τη δύναμη και τη γνώση να το πετύχουμε» υποστήριξε.

«Τα καθολικά μέτρα μπορεί να φαίνονται απλά. Και, όντως, ήταν εξαιρετικά αποτελεσματικά στην πρώτη φάση της πανδημίας. Μεσοπρόθεσμα, όμως, φέρνουν τραγικές επιπτώσεις στην οικονομία και μεγάλες αδικίες στην κοινωνία. Ξέρουμε ότι παγώνοντας όλες τις δραστηριότητες η μετάδοση του ιού περιορίζεται. Ήταν το δίδαγμα της άνοιξης, μας κόστισε όμως πάρα πολύ. “Lockdown” σημαίνει κλειστές επιχειρήσεις και ανεργία. Λιγότερα δημόσια έσοδα και μεγάλη ύφεση» υπογράμμισε και συνέχισε:

«Κυρίως, όμως, “lockdown” σημαίνει κοινωνική μεροληψία. Γιατί η ακίνητη οικονομία κινητοποιεί ανισότητες. Όπως και τα κλειστά σχολεία φέρνουν μόνο κλειστά μυαλά. Άλλωστε, κάθε οριζόντιος περιορισμός είναι άδικος. Γιατί εξισώνει διαφορετικά βάρη επάνω στις πλάτες όλων. Ας αποφύγουμε, λοιπόν, μία δεύτερη τέτοια εμπειρία» προέτρεψε ο πρωθυπουργός.

Αναλυτικά, ολόκληρο το μήνυμα του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, είχε ως εξής:

«Συμπολίτες μου,

Σας απευθύνομαι και πάλι, σε μία κρίσιμη καμπή της μάχης με την πανδημία. Γιατί το θεωρώ χρέος μου. Αλλά και έτσι το αισθάνομαι. Και γιατί μπροστά στη νέα έξαρση του κορονοϊού, έχω την ίδια πίστη στις δυνατότητές μας με εκείνη που είχα όταν σας καλούσα στην πρώτη αναμέτρηση μαζί του.

Έχουμε περάσει επτά δύσκολους μήνες. Η κυβέρνηση, θυμίζω, μάχεται ταυτόχρονα σε πολλά μέτωπα: Εθνικά θέματα, Μεταναστευτικό, Οικονομία, αλλά και φυσικές καταστροφές. Ειδικά, όμως, στον πόλεμο για την Υγεία, χρειαζόμαστε όσο πουθενά αλλού σύμμαχο τον συνειδητό πολίτη.

Αυτό δεν είναι άλλοθι, ούτε αποποίηση ευθύνης. Έχω αποδείξει, άλλωστε, πως δεν διστάζω να παίρνω γρήγορα δύσκολες αποφάσεις. Όμως για να τιθασεύσουμε και το νέο κύμα της πανδημίας πρέπει κράτος, επιστήμονες και πολίτες να συνεργαστούμε ακόμα πιο στενά, με περισσότερη εμπιστοσύνη ο ένας προς τον άλλον.

Ξεκινώ με μία αναντίρρητη αλήθεια: Ο ιός είναι εδώ, είναι παρών. Δεν έπαψε να κυκλοφορεί ανάμεσά μας. Και είναι πολύ πιο θανατηφόρος από την εποχική γρίπη.

Όσο, λοιπόν, δεν υπάρχει εμβόλιο και θεραπεία, πρέπει να μάθουμε να ζούμε μαζί του. Αλλάζοντας, όμως, σημαντικά την καθημερινότητά μας. Το κάνουμε για να προστατεύσουμε όχι μόνο τους εαυτούς μας, αλλά και όσους αγαπούμε. Ιδιαίτερα τους πιο ευάλωτους συμπολίτες μας, αλλά και τον καθένα. Γιατί αυτό που σε έναν 20άρη είναι ένα απλός πονόλαιμος, μπορεί να οδηγήσει τον φίλο του ή τη φίλη του στην Εντατική, μπορεί να αποβεί μοιραίο για τον πατέρα ή τον παππού του.

Σε όλο τον κόσμο η υγειονομική κρίση ξαναφουντώνει. Κράτη όπως η Αμερική, η Ισπανία, η Γαλλία, που θρήνησαν χιλιάδες θύματα στην αρχή, σήμερα βλέπουν τον εφιάλτη να επιστρέφει. Και το δεύτερο κύμα απλώνεται σε ολόκληρο τον κόσμο.

Τώρα, όμως, είμαστε πιο έτοιμοι. Ξέρουμε ποια μέτρα αποδίδουν περισσότερο. Και έχουμε διδαχθεί από τα λάθη άλλων χωρών, αλλά και από τα δικά μας. Παρά την τελευταία αύξηση κρουσμάτων, η Ελλάδα εξακολουθεί να τα πηγαίνει συγκριτικά πολύ καλύτερα από τις περισσότερες και πλουσιότερες χώρες του κόσμου.

Απ’ την αρχή της πανδημίας θρηνούμε 365 ζωές, όταν χώρες με ίδιο πληθυσμό, όπως η Πορτογαλία και το Βέλγιο, έχουν 2.000 θανάτους η πρώτη και 10.000 το δεύτερο.

Αξιοποιήσαμε το καλοκαίρι για να θωρακίσουμε το Εθνικό Σύστημα Υγείας, που από 557 κλίνες ΜΕΘ πέρυσι έχει σχεδόν 1.000 τώρα. Και αποθέματα υγειονομικών υλικών με ορίζοντα μηνών.

Προσλάβαμε περίπου 6.200 νέους νοσηλευτές και γιατρούς, πολλοί από τους οποίους θα μείνουν μόνιμα στο ΕΣΥ. Πολλαπλασιάσαμε τα ημερήσια τεστ. Ενώ είμαστε από τους πρώτους στην Ευρώπη που διαθέτουμε τα καινούργια rapid test αντιγόνων.

Ας μην ξεχνάμε, όμως, ότι οι γιατροί και το νοσηλευτικό μας προσωπικό δεν δίνουν την μάχη μόνο με τον κορονοϊό, αλλά και με όλες τις άλλες αρρώστιες ή τα ατυχήματα.

Και επειδή ακούγονται πολλά, σας βεβαιώνω ότι οι δομές των νοσοκομείων απέχουν πολύ ακόμα από τα όρια τους. Και φυσικά ενισχύονται διαρκώς. Σε λίγο θα λειτουργήσει η νέα πτέρυγα Εντατικής στο νοσοκομείο «Σωτηρία» με 50 ακόμη κρεβάτια. Και έχει δρομολογηθεί η δωρεά του Ιδρύματος Νιάρχος, που θα προσθέσει στο Σύστημα άλλες 174 κλίνες.

Συμπολίτες μου,

Έχω δεσμευτεί να παρουσιάζω την πραγματικότητα ως έχει. Και αυτό θα κάνω και τώρα: Καθώς η απειλή για τη Δημόσια υγεία ξαναφουντώνει, σας καλώ σε μία νέα εγρήγορση.

Χωρίς νέα, γενικά μέτρα σε όλη την επικράτεια. Αλλά με συνεπή εφαρμογή όσων ήδη ισχύουν. Και με στοχευμένες παρεμβάσεις όπως και όποτε χρειαστεί, σε περιοχές που εμφανίζουν υψηλό επιδημιολογικό φορτίο, όπως είναι σήμερα η Αττική.

Στόχος μας, οι μικρές ατομικές παραχωρήσεις να αποτρέψουν την μία και μεγάλη υποχώρηση της Υγείας και της Οικονομίας μας.

Τι δεν θέλουμε να δούμε; Μία επιθετική αύξηση κρουσμάτων και διασωληνωμένων.

Μπορούμε να το πετύχουμε χωρίς οριζόντιους περιορισμούς, αυτό που αποκαλούμε «lockdown»; Φυσικά και μπορούμε. Από εμάς εξαρτάται. Και έχουμε τη δύναμη και τη γνώση να το πετύχουμε.

Τα καθολικά μέτρα μπορεί να φαίνονται απλά. Και, όντως, ήταν εξαιρετικά αποτελεσματικά στην πρώτη φάση της πανδημίας. Μεσοπρόθεσμα, όμως, φέρνουν τραγικές επιπτώσεις στην οικονομία και μεγάλες αδικίες στην κοινωνία.

Ξέρουμε ότι παγώνοντας όλες τις δραστηριότητες η μετάδοση του ιού περιορίζεται. Ήταν το δίδαγμα της Άνοιξης, μας κόστισε όμως πάρα πολύ. «Lockdown» σημαίνει κλειστές επιχειρήσεις και ανεργία. Λιγότερα δημόσια έσοδα και μεγάλη ύφεση.

Και αν δεν είχαμε παρέμβει εγκαίρως με ένα τολμηρό και διαρκώς εξελισσόμενο πρόγραμμα διάσωσης της οικονομίας, τα πράγματα θα ήταν πολύ χειρότερα.

Κυρίως, όμως, «lockdown» σημαίνει κοινωνική μεροληψία. Γιατί η ακίνητη οικονομία κινητοποιεί ανισότητες. Όπως και τα κλειστά σχολεία φέρνουν μόνο κλειστά μυαλά.

Άλλωστε, κάθε οριζόντιος περιορισμός είναι άδικος. Γιατί εξισώνει διαφορετικά βάρη επάνω στις πλάτες όλων. Ας αποφύγουμε, λοιπόν, μία δεύτερη τέτοια εμπειρία.

Σήμερα είμαστε πιο έμπειροι απέναντι στην πανδημία. Γνωρίζουμε, για παράδειγμα, ότι τα σχολεία πρέπει να είναι τα τελευταία που θα κλείσουν σε μία νέα έξαρση της πανδημίας, και όχι τα πρώτα.

Ή ότι οι χώροι εργασίας και ψυχαγωγίας -με την ιχνηλασία που πραγματοποιούμε- μπορούν να ευνοήσουν τη μετάδοση του ιού.

Σημαίνει αυτό ότι πρέπει να κλείσουν; Όχι! Πρέπει να αναπροσαρμόσουν τους κανόνες και τα ωράρια λειτουργία τους. Η μάσκα, λοιπόν, πρέπει να είναι υποχρεωτική σε όλους τους κλειστούς χώρους. Και να αναπτυχθεί η τηλεργασία. Ενώ συνέδρια και πολιτιστικές εκδηλώσεις μπορούν να γίνουν για κάποιο διάστημα διαδικτυακά.

Θα το πω ανοιχτά: Το δίλημμα είναι «Αυτοπροστασία ή Καραντίνα». Και γνωρίζοντας τις συνέπειες της δεύτερης έχουμε καθήκον να επιλέξουμε την πρώτη. Χωρίς πολλά λόγια. Αλλά με λίγες πράξεις, δοκιμασμένες και αποτελεσματικές: Αποστάσεις. Ατομική υγιεινή. Και, κυρίως, μάσκα μέχρι να βρεθεί η θεραπεία και το εμβόλιο.

Θα τολμούσα να πω, μάλιστα, ότι η μάσκα είναι το εμβόλιο μέχρι το εμβόλιο. Την φοράνε χωρίς γκρίνια τα παιδιά μας, που αποδεικνύονται πιο πειθαρχημένα από κάποιους ενήλικες.

Γιατί, αντίθετα με κάθε άλλο μέτρο, είναι μία κίνηση πολύ απλή, μας προστατεύει από κάποια στιγμιαία αμέλεια, έναν τυχαίο συγχρωτισμό.

Για να το εξηγήσω με πολύ απλά λόγια: Οι ειδικοί μας λένε πως εάν ένας ασθενής με κορονοϊό βρεθεί κοντά σε κάποιον υγιή συμπολίτη του και αν και οι δύο φοράνε μάσκες η πιθανότητα μετάδοσης είναι απειροελάχιστη.

Πρέπει, συνεπώς, να μας γίνει συνήθεια. Και όπου είναι απαραίτητο η Πολιτεία θα επιβάλει την υποχρεωτικότητα του μέτρου.

Από την πρώτη στιγμή τόνισα ότι το σχέδιο της Πολιτείας μπορεί να είναι η πυξίδα. Όμως τον δρόμο τον βαδίζουν οι πολίτες. Εσείς. Και σας ευχαριστώ και πάλι γι’ αυτό.

Η Πολιτεία, από την πλευρά της, δεν θα κρύψει ποτέ τους τομείς όπου μπορεί να γίνει καλύτερη.

Στις συγκοινωνίες, ας πούμε. Παρά το γεγονός ότι από πέρυσι στην Αττική έχουν προστεθεί 250 λεωφορεία, αυτά δεν φάνηκαν αρκετά για να αποφύγουμε φαινόμενα συνωστισμού. Γι’ αυτό και θεσμοθετήσαμε τα κυλιόμενα ωράρια προσέλευσης στην εργασία.

Χρειαζόμαστε, όμως, περισσότερα οχήματα και συχνότερα δρομολόγια. Οι έκτακτοι καιροί επιβάλλουν έκτακτα μέτρα. Έτσι, από την μεθεπόμενη εβδομάδα 100 νέα λεωφορεία μπαίνουν σε κίνηση και άλλα 400 έως το τέλος του χρόνου.

Συμπολίτες μου,

Σας ζητώ να δούμε κατάματα την αλήθεια: Η διαχείριση της πανδημίας δεν είναι ένα εκκρεμές που κινείται από το ένα άκρο του lockdown στο άλλο άκρο της απόλυτης χαλάρωσης.

Υπάρχει ένα σημείο ισορροπίας. Μια νέα κανονικότητα, όσο διαρκεί η πανδημία, που λέγεται ελεγχόμενη λειτουργία. Της οικονομίας και της ίδιας της κοινωνίας. Είναι στο χέρι μας να το εντοπίσουμε αυτό το σημείο.

Οι εβδομάδες που έρχονται θα κρίνουν τους επόμενους μήνες, ίσως και χρόνια. Και πρέπει να βρεθούμε και πάλι μπροστά από τον κορονοϊό, αντί να τον ακολουθούμε. Με στοχευμένα μέτρα πάντα, όπου χρειάζεται.

Άλλωστε, η παγκόσμια κινητοποίηση για το εμβόλιο δίνει ελπίδες ότι όχι πολύ αργά αυτό θα ανακαλυφθεί.

Μέχρι τότε, η Πολιτεία θα επαγρυπνεί, θα εμπιστεύεται τους ειδικούς, θα δρα με διαφάνεια πάντα και θα ενημερώνει.

Αλλά ας μην κρυβόμαστε: Η εφαρμογή ακόμη και του πιο αποδοτικού μέτρου εξαρτάται από την πιστή εφαρμογή του. Μαζί θα πετύχουμε και πάλι ή μαζί θα χάσουμε την ευκαιρία.

Έχοντας τη θετική εμπειρία της Άνοιξης είμαι σίγουρος για το πρώτο. Ώστε μόλις μπορέσουμε να κατεβάσουμε τις μάσκες, να έχουμε όλοι στο πρόσωπό μας ξανά το χαμόγελο της κοινής εθνικής ικανοποίησης και αυτοπεποίθησης».