Τη θέση του ότι θα έπρεπε προτού κινηθεί η ποινική διαδικασία του άρθρου 86 εξατομικευμένα για οποιοδήποτε πολιτικό πρόσωπο, να μεσολαβήσει η συγκρότηση εξεταστικής επιτροπής διατυπώνει ο Ευάγγελος Βενιζέλος σε δήλωσή του με αφορμή τις τελευταίες εξελίξεις γύρω από την υπόθεση Novartis.
«Βασική μέριμνα της Βουλής πρέπει να είναι η αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης και η διασφάλιση των δικονομικών προϋποθέσεων που θα επιτρέψουν την εξέταση των περιβόητων μαρτύρων, αλλά και των εμπλεκομένων εισαγγελικών και άλλων λειτουργών από τη Βουλή και τη συγκέντρωση όλων των στοιχείων» τονίζει ο κ. Βενιζέλος.
«Προσωπικά, επειδή μόνη μου μέριμνα είναι η προστασία των Θεσμών που δεν επιτυγχάνεται χωρίς την ανάδειξη και προστασία της αλήθειας, θα επέλεγα πριν κινηθεί η ποινική διαδικασία του άρθρου 86 εξατομικευμένα για οποιοδήποτε πολιτικό πρόσωπο, να μεσολαβήσει η συγκρότηση εξεταστικής επιτροπής ώστε να διερευνηθεί η βαρύτητα των στοιχείων χωρίς να υπάρχουν οιονεί κατηγορούμενοι» τονίζει, προσθέτοντας ότι η Εξεταστική Επιτροπή έχει όλες τις αρμοδιότητες των ανακριτικών αρχών (άρθρα 145-147 Κανονισμού της Βουλής)» υπό την προυπόθεση – όπως επισημαίνει ότι «θα λειτουργήσει σοβαρά, κάτι που δε συνέβη πολλές φορές στο παρελθόν».
«Κατά τη γνώμη μου και την εμπειρία μου ήδη από τη βαρειά περίοδο του 1989, για να κινηθεί η ποινική διαδικασία του άρθρου 86, για οποιοδήποτε πολιτικό πρόσωπο και όχι μόνο για τους πρώην πρωθυπουργούς, πρέπει να υπάρχουν ισχυρά και προφανή στοιχεία. Οι εγγυήσεις του κράτους δικαίου, πρέπει άλλωστε να ισχύουν πλήρως για κάθε πρόσωπο» σημειώνει ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ.
Ακολουθεί αναλυτικά η δήλωσή του:
«Μετά τις τελευταίες εξελίξεις γύρω από την σκευωρία Novartis θεωρώ αναγκαίο να σημειώσω τα εξής:
Οι μηνύσεις που υποβάλαμε τον Φεβρουάριο του 2018, κατά το πρώτο σκέλος που αφορά πρόσωπα της τότε κυβέρνησης, διαβιβάστηκαν στη Βουλή όπου και εκκρεμούσαν από τον Μάρτιο του 2018.
Κατά το δεύτερο σκέλος που αφορά εισαγγελικούς λειτουργούς, οι μηνύσεις μας είχαν τεθεί στο αρχείο μετά από ταχύρρυθμη προκαταρκτική εξέταση στην οποία δεν είχαμε καν κληθεί να καταθέσουμε ως εγκαλούντες. Κατά το δεύτερο αυτό σκέλος οι μηνύσεις μας ανασύρθηκαν από το αρχείο μετά τις καταγγελίες του Αντεισαγγελέα του ΑΠ κ. Ι. Αγγελή. Για το σκέλος αυτό κληθήκαμε να καταθέσουμε – για πρώτη φορά – στην προκαταρκτική εξέταση που διενεργεί ο Αντεισαγγελέας του ΑΠ κ. Ευ. Ζαχαρής.
Τα στοιχεία που αφορούν σε πρόσωπα της προηγούμενης κυβέρνησης και διαβίβασε στη Βουλή ο κ. Ζαχαρής ανήκουν στο πρώτο σκέλος και εντάσσονται συνεπώς στη δικογραφία που εκκρεμεί από τον Μάρτιο του 2018 στη Βουλή. Η προκαταρκτική όμως εξέταση προφανώς συνεχίζεται για τους εισαγγελικούς λειτουργούς – παράλληλα με προκαταρκτική εξέταση από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών – και είναι πολύ πιθανό να ολοκληρωθεί πριν ολοκληρωθεί η διαδικασία στη Βουλή που εντέλει αφορά και τους τυχόν συμμετόχους ( άρθρο 86 παρ.4 τελευταίο εδάφιο).
Κατά το τρίτο σκέλος κατά το οποίο οι μηνύσεις μας αφορούν τους περιβόητους «προστατευόμενους μάρτυρες» αυτές τέθηκαν το 2018, με παραγγελία του τότε εποπτεύοντος τους εισαγγελείς διαφθοράς Αντεισαγγελέα του ΑΠ, σε κατάσταση «οριστικής αποχής από την ποινική δίωξη».
Παρά τα όσα μεσολάβησαν με την υπόθεση Μανιαδάκη, δεν έχει – εξ όσων γνωρίζω – ανακληθεί ούτε ο χαρακτηρισμός των προσώπων αυτών ως μαρτύρων «προστατευόμενων» και μάλιστα «δημοσίου συμφέροντος», ούτε η ποινική ασυλία που τους έχει παρασχεθεί! Αυτό είναι ένα αδιανόητο κενό στο σεβασμό του κράτους δικαίου. Ένα κενό που επιτρέπει να διατηρείται το παραθεσμικό κέλυφος εντός του οποίου επωάστηκε η μεγαλύτερη σκευωρία των τελευταίων δεκαετιών.
Στο μεταξύ η υπόθεση αρχειοθετήθηκε εδώ και μήνες ή έστω εβδομάδες για επτά ιταμώς συκοφαντηθέντα πολιτικά πρόσωπα αλλά εκκρεμεί αδικαιολόγητα για αλλά τρία.
Επιπλέον, η προηγούμενη Βουλή που παραβίασε το Σύνταγμα και παρερμήνευσε ωμά το άρθρο 86 διαλύθηκε, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία της σημερινής Βουλής έχει δηλώσει ότι αποδέχεται την ορθή ερμηνεία του Συντάγματος την οποία ακολουθούσε παγίως η Βουλή και την οποία έχει υιοθετήσει και τεκμηριώσει η πάγια νομολογία των δικαστηρίων. Η προσπάθεια της προηγούμενης κυβέρνησης να νομιμοποιήσει αναδρομικά την παραβίαση του Συντάγματος μέσω της αναθεωρητικής διαδικασίας απέτυχε λόγω της στάσης της ΝΔ και του ΚΙΝΑΛ στην προηγούμενη Βουλή και ελπίζω ότι καμία σκοπιμότητα δεν θα μεταβάλλει τώρα το δεδομένο αυτό.
Ενώ συνεπώς διεξάγεται μια δημόσια συζήτηση για τους χειρισμούς που πρέπει να γίνουν από τη Βουλή για το πρώτο σκέλος της δικογραφίας της σκευωρίας, υπάρχουν πολύ σοβαρές εκκρεμότητες στο επίπεδο της Εισαγγελίας (εν τελεί του Αρείου Πάγου) κυρίως για το δεύτερο και τρίτο σκέλος της.
Βασική συνεπώς μέριμνα της Βουλής πρέπει να είναι η αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης και η διασφάλιση των δικονομικών προϋποθέσεων που θα επιτρέψουν την εξέταση των περιβόητων μαρτύρων αλλά και των εμπλεκομένων εισαγγελικών και άλλων λειτουργών από τη Βουλή και τη συγκέντρωση όλων των στοιχείων.
Προσωπικά, επειδή μόνη μου μέριμνα είναι η προστασία των Θεσμών που δεν επιτυγχάνεται χωρίς την ανάδειξη και προστασία της αλήθειας, θα επέλεγα πριν κινηθεί η ποινική διαδικασία του άρθρου 86 εξατομικευμένα για οποιοδήποτε πολιτικό πρόσωπο, να μεσολαβήσει η συγκρότηση εξεταστικής επιτροπής ώστε να διερευνηθεί η βαρύτητα των στοιχείων χωρίς να υπάρχουν οιονεί κατηγορούμενοι. Η εξεταστική επιτροπή έχει όλες τις αρμοδιότητες των ανακριτικών αρχών ( άρθρα 145-147 Κανονισμού της Βουλής). Αρκεί βεβαίως να λειτουργήσει σοβαρά, κάτι που δε συνέβη πολλές φορές στο παρελθόν, αλλά αυτό ισχύει και για αρκετές «προανακριτικές» επιτροπές. Κατά τη γνώμη μου και την εμπειρία μου ήδη από τη βαρειά περίοδο του 1989, για να κινηθεί η ποινική διαδικασία του άρθρου 86, για οποιοδήποτε πολιτικό πρόσωπο και όχι μόνο για τους πρώην πρωθυπουργούς, πρέπει να υπάρχουν ισχυρά και προφανή στοιχεία. Οι εγγυήσεις του κράτους δικαίου, πρέπει άλλωστε να ισχύουν πλήρως για κάθε πρόσωπο.
Η Κοινοβουλευτική Πλειοψηφία θεώρησε ότι επαρκούν τα ήδη υπάρχοντα στοιχεία προκειμένου να κινηθεί κατευθείαν η διαδικασία του άρθρου 86 για ένα πρώην υπουργό. Πρόκειται για μια επιλογή προβλεπόμενη από το Σύνταγμα. Και η διαδικασία αυτή, που ούτως ή άλλως αφορά το στάδιο της προκαταρκτικής εξέτασης, μπορεί να οδηγήσει στην ολοκληρωμένη δικανική διερεύνηση μιας υπόθεσης που έχει ως πραγματικό αντικείμενο τον βιασμό των θεσμών. Για να επιτευχθεί όμως αυτό πρέπει να αρθούν οι δικονομικές εκκρεμότητες και αντιφάσεις που σημείωσα παραπάνω και κυρίως να αποκατασταθεί το συνταγματικό πλαίσιο μέσα στο οποίο κινούνται παράλληλα διάφορες διαδικασίες.
Επιπλέον πρέπει να είναι σαφής η θέση της Βουλής ως προς το αν θα ζητηθεί ή όχι προηγουμένως η γνώμη του τριμελούς συμβουλίου ανωτάτων εισαγγελικών λειτουργών που προβλέπεται από το άρθρο 155 του Κανονισμού της Βουλής (αν και δεν έχει ενεργοποιηθεί ποτέ, ούτε φυσικά στην ωμή διαδικασία σκοπιμότητας του 2018). Άλλωστε ακόμη δεν έχουν συγκεντρωθεί θεμελιώδη στοιχεία, ούτε καν οι καταθέσεις των εμπλεκομένων μαρτύρων και λειτουργών. Σε κάθε δε περίπτωση, εάν υπάρξει δίωξη, αρμόδιο να κρίνει και για την προδικασία και τελικά είναι πολυμελές δικαστικό όργανο του υψηλότερου δυνατού επιπέδου.
Προσβλέπω στο μέλλον του τόπου και στη διασφάλιση της εθνικής ενότητας. Αυτή η οπτική μπορεί όμως να θεμελιωθεί μόνο στην αποκατάσταση της έννομης τάξης και την προστασία των θεσμών από ασέλγειες σε βάρος της Δημοκρατίας, του Κράτους Δικαίου και του πολιτικού πολιτισμού».