Skip to main content

Έξοδος… κινδύνου

Από την έντυπη έκδοση

Του Βασίλη Κωστούλα
[email protected]

Οι καιροί αλλάζουν. Ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ αγκάλιασαν το μνημόνιο και ήδη οικοδομείται το «come back» της Ελλάδας του κ. Τσίπρα. Είναι το «success story» της Ελλάδας του κ. Σαμαρά, συν τρία χρόνια καθυστέρηση κι άλλα 86 δισ. ευρώ για τους φορολογούμενους· ο λογαριασμός της «εθνικής αξιοπρέπειας» του κ. Βαρουφάκη το 2015.

Στις Βρυξέλλες προετοιμάζουν την επόμενη μέρα του προγράμματος. Ακούστηκε μέχρι και ότι η Κομισιόν στήνει καμπάνια για την έξοδο από το μνημόνιο. Οι Ευρωπαίοι θέλουν να τελειώνουν με την Ελλάδα. Διπλωματικές πηγές τονίζουν σε όλους τους τόνους ότι, το αργότερο τον Αύγουστο του 2018, η χώρα θα πρέπει μόνη της να διαχειρίζεται τις υποθέσεις της. Γνωρίζουν βεβαίως ότι δεν είναι έτσι.

Οι χώρες τους έχουν και οι ίδιες εγκλωβιστεί στη δίνη της ελληνικής στασιμοχρεοκοπίας. Είναι τεράστιο το κεφάλαιο, οικονομικό και πολιτικό, που έχουν διαθέσει στο πρόγραμμα για να εγκαταλείψουν τώρα την Ελλάδα. Όμως δεν περνάει εύκολα από τα ευρωπαϊκά κοινοβούλια ένα 4ο πακέτο. Εξ ου και η πιστοληπτική γραμμή στήριξης, η οποία θα ενεργοποιείται μαζί με επακόλουθα μέτρα και υποχρεώσεις, ως επικρατέστερο σενάριο για το τέλος του 2018.

Η Ελλάδα δεν έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη των αγορών, που καλώς ή κακώς δεν υπακούουν στις ανάγκες εκλογικών ακροατηρίων, με αποτέλεσμα να επιφυλάσσουν για το ελληνικό Δημόσιο ένα οριακό επιτόκιο δανεισμού στη βαριά περιοχή του 4%-5%.

Ποια είναι λοιπόν η οικονομία που ετοιμάζεται να βγει από το μνημόνιο;

Αρκεί μια ματιά στο ύψος των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς τους ιδιώτες (5 δισ. ευρώ) και των ιδιωτών προς το Δημόσιο (100 δισ. ευρώ). Στον ρυθμό επιστροφής των καταθέσεων (35 δισ. λιγότερες από το 2015). Στην αξία των μη εξυπηρετούμενων δανείων στις τράπεζες (περισσότερα από 100 δισ. ευρώ). Στη δυνατότητα προσέλκυσης επενδύσεων (βυθισμένες στο 12% του ΑΕΠ, δηλαδή στο μισό του ευρωπαϊκού μ.ό.).

Φτάσαμε στο σημείο μια τέτοια έξοδος από το μνημόνιο να ισοδυναμεί με έξοδο… κινδύνου, αν αναλογιστεί κανείς κυρίως τις κακές συνήθειες του πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα, το οποίο ακόμη και σήμερα προσεγγίζει την ανάγκη της δημοσιονομικής εξυγίανσης ως έξωθεν επιβολή και τις όποιες δομικές μεταρρυθμίσεις ως ταφόπλακα της εκλογικής του πελατείας.

Την αποτυχία να ανορθώσει την οικονομία αναλογίζεται εξάλλου το Μέγαρο Μαξίμου, με την ομολογία της πολιτικής του ήττας που ακούει στο όνομα «απλή αναλογική». Αυτό όμως δεν αναιρεί την εκκρεμότητα εκσυγχρονισμού του ελληνικού συστήματος ως μοναδικού μέσου ανάκαμψης του βιοτικού επιπέδου στην Ελλάδα, μέσα σε ένα διεθνές περιβάλλον που μετά το 2008 εμφανίζεται ιδιαίτερα αλλεργικό στις φούσκες.