Από την έντυπη έκδοση
Του Α. Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]
Θα επαναφέρουμε σήμερα ένα ιδιαίτερο σημείο από την παρουσία του Αλέξη Τσίπρα στη ΔΕΘ – και μάλιστα από τη συνέντευξη Τύπου (που, πολιτικά, μονοπωλήθηκε από τις τοποθετήσεις/αντιπαραθέσεις γύρω από τις άδειες των καναλιών και την -παραδοσιακή- κόντρα ηγεσίας με την αξιωματική αντιπολίτευση).
Αναφερόμαστε στην τοποθέτησή του γύρω από τις ιδιωτικοποιήσεις, την προοπτική του Υπερταμείου: του τέθηκε το ερώτημα από δημοσιογράφο με άμεσο αντικείμενο το αν ο νυν πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ -ο Στέργιος Πιτσιόρλας- έχει την εμπιστοσύνη του, ιδίως στις αντιπαραθέσεις με υπουργούς όπως ο Πάνος Σκουρλέτης. αλλά και γενικότερα κατά πόσον η διαδικασία των ιδιωτικοποιήσεων συνεχίζει να εκφράζει την κυβέρνηση.
Η απάντηση Τσίπρα έκανε το αναμενόμενο: διαβεβαίωσε ότι η πολιτική ασκείται -ιδιαίτερα σ’ αυτόν τον τομέα- συλλογικά από την κυβέρνηση, συνεπώς και οι αποφάσεις που λαμβάνονται τη δεσμεύουν στο σύνολό της. Προσπέρασε (επίσης αναμενόμενο) το προσωπικό ζήτημα, στηρίζοντας πάντως τη δραστηριοποίηση Πιτσιόρλα.
Όμως, έκανε και κάτι πιο ουσιαστικό: εξήγησε ότι, επειδή υπάρχουν σημαντικές κινήσεις που θα γίνουν στην τωρινή φάση -φάση αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας και όχι εκποίησης, με το προϊόν να μοιράζεται μεταξύ χρηματοδότησης της ανάπτυξης και αποπληρωμής του χρέους (σε αντίθεση με τώρα, επί ΤΑΙΠΕΔ, που ό,τι επιτευχθεί κατευθύνεται στο χρέος)- μεγάλη σημασία έχουν πλέον οι μέθοδοι με τις οποίες θα γίνουν οι εφεξής κινήσεις. Οι διαγωνιστικές διαδικασίες δηλαδή.
Θα επαναφέρουμε στη μνήμη του αναγνώστη, εδώ, ότι και στο πρόσφατο Eurogroup -όπου πιέστηκε ασφυκτικά ο Ευκλείδης Τσακαλώτος να ξεκουνηθεί στο θέμα των προαπαιτούμενων- ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Μπενουά Κερέ έθεσε ιδιαίτερη έμφαση στις καθυστερήσεις στις δεσμεύσεις για ιδιωτικοποιήσεις, καθώς και στον τομέα της ενέργειας. (Από την ΕΚΤ εξαρτάται το επόμενο βήμα, άρσης της ασφυξίας στη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας. Και η ΕΚΤ πιάνει καλύτερα τον σφυγμό των επενδυτικών προθέσεων). Έρχεται λοιπόν αυτή η ανησυχία/υπόδειξη και «κουμπώνει» με την πρωθυπουργική τοποθέτηση στη ΔΕΘ.
Για τον λόγο αυτόν, στρεφόμαστε και πάλι σ’ εκείνο που είχαμε ανακινήσει τη Δευτέρα 5 Σεπτεμβρίου με αφορμή τη διαγωνιστική διαδικασία για τις τηλεοπτικές άδειες. Διαδικασία που λειτούργησε αποτελεσματικά επειδή ακριβώς ακολουθήθηκε χωρίς «παρακαμπτηρίους», αλλά με αυτοματισμό και με τους εφαρμοστές της να την πιστεύουν.
Παραπέμπαμε, εκεί, στην παλιότερη διαδικασία των αδειών κινητής τηλεφωνίας, επί αντιπροεδρίας Τζαννετάκη. Στο σημείωμα εκείνο είχαμε μια σειρά από αντιδράσεις. Τις καταγράφουμε, γιατί συμπληρώνουν την εικόνα. Εν πρώτοις, μας παρατηρήθηκε ότι η διαδικασία της δημοπρασίας δεν αποτελεί κάποιου είδους καινοτομία – εφαρμόζεται ανά την Ευρώπη τακτικά, με λογική ρουτίνας. Ένας ακόμη λόγος εδώ εφαρμογής της! Ύστερα, μας αναφέρθηκε η εκτίμηση ότι η «διαδικασία Τζαννετάκη» (που όντως προηγήθηκε κατά δυόμισι δεκαετίες…) είχε σύμμαχο και τον χαρακτήρα του Τζαννήμπεη, αλλά και το υψηλό του επίπεδο στην τότε κυβέρνηση – αντιπρόεδρος, «φρέσκος» από την Πρωθυπουργία. Ο διοργανωτής της τωρινής διαδικασίας των αδειών Νίκος Παππάς είχε κι αυτός αντίστοιχη κεντρικότητα, αν και «από άλλο μετερίζι».
Πάμε τώρα στα πιο τεχνικά. Στην περίπτωση της Κινητής, πριν από την οικονομική δημοπρασία είχε υπάρξει φάση «ανώνυμης» εξέτασης και διασφάλισης των τεχνικών λύσεων των προεπιλεγμένων ομίλων, υπό την έννοια της εξέτασης (και επιβεβαίωσης) της τήρησης των δομικών και λειτουργικών απαιτήσεων του Δημοσίου.
Η εν λόγω εξέταση -όπως και η εν συνεχεία εξέταση της διασφάλισης ότι οι διαγωνιζόμενοι θα μπορούσαν να τιμήσουν τις (υψηλές) εγγυήσεις χρηματοδότησης των αδειών στη φάση εκτέλεσης- έγινε «τυφλά», χωρίς δηλαδή γνώση του ονόματος του κάθε διαγωνιζόμενου, «επί φακέλου». Χωρίς τις διαδικασίας συγκριτικής αξιολόγησης και βαθμολόγησης με βάση σειρά κριτηρίων, που είχαν βοηθήσει να «κατευθύνονται αρμοδίως» κάποιες διαδικασίες, εκτρεπόμενες σε beauty contest με πληθωρικό το υποκειμενικό στοιχείο. Στην Κινητή, με ξένους συμβούλους, όποιος ήταν συμβατός με τις τεχνικές απαιτήσεις του Δημοσίου, περνούσε – αλλιώς, σταματούσε. Μέχρι την τελική υποβολή της οικονομικής προσφοράς σε κλειστό φάκελο, που ανοίχτηκε μπροστά τις κάμερες, στο Ζάππειο.
Ασφαλώς η δημοπρασία για τις τηλεοπτικές άδειες είχε άλλες, «πιο ιδιαίτερες» ιδιαιτερότητες. Την υποκρισία του «Πόθεν Έσχες». Την -αυριανή- ποιότητα του τηλεοπτικού προϊόντος.
Καθώς όμως στη μεθαυριανή λειτουργία του Υπερταμείου θα κριθούν πολλά, θα προδιαγραφεί εν τέλει ένα ολόκληρο μέλλον, ας δοθεί από τώρα έμφαση σ’ αυτό: στις διαγωνιστικές διαδικασίες. Ώστε να λείψουν οι κατακυρώσεις με έναν μόνο τελικό συμμετέχοντα, αν μη τι άλλο. Και να αραιώσουν οι δυσπιστίες…