Του Ιωάννη Παπαδόπουλου
αναπληρωτή καθηγητή στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας.
Πριν από λίγες μέρες, τα τρία κόμματα που διαπραγματεύονται το σχηματισμό μιας νέας κυβέρνησης στη Γερμανία (CDU, CSU και SPD) κατέληξαν σε ένα 28σέλιδο σχέδιο αρχικής συμφωνίας, με βάση το οποίο άνοιξαν και οι επίσημες διαπραγματεύσεις για κυβέρνηση συνεργασίας. Το κείμενο αυτό περιέχει τρεις ενθαρρυντικές ιδέες στην πορεία της ολοκλήρωσης της ευρωζώνης. Κατ’ αρχήν, ανοίγει η προοπτική ενός «επενδυτικού προϋπολογισμού» για την απορρόφηση τυχόν ασύμμετρων σοκ, όπως μια απότομη διακύμανση της ζήτησης μετά από μια ενεργειακή κρίση ή ένα πόλεμο ή μια μεγάλη φυσική καταστροφή. Δεύτερον, γίνεται αποδεκτή η πρόταση Μακρόν και Γιούνκερ για την πλήρη ενσωμάτωση του ESM (μηχανισμός διάσωσης και προβληματικών κρατών μελών) στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο, με λογοδοσία στο και έλεγχο απ’ το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και δικαιοδοσία του Δικαστηρίου της ΕΕ. Και τρίτον, η ιδέα ενός ενιαίου Ευρωπαϊκού Υπουργείου Οικονομικών για την διαρκή εποπτεία, πρόληψη και ενδεχομένως διόρθωση δημοσιονομικών και μακροοικονομικών ανισορροπιών εντός της ευρωζώνης, την οποία είχε προτείνει και ο απερχόμενος Γερμανός Υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, γίνεται σιωπηρά αποδεκτή.
Πρόκειται για τρία σημαντικά σημεία σύγκλισης μεταξύ των Γερμανών και των Γάλλων στην πορεία προς μια πλήρη Δημοσιονομική Ένωση (Fiscal Union), χωρίς την οποία είναι πολύ πιθανό να επανεμφανιστούν συστημικές κρίσεις όπως αυτή του 2008. Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι οι Γάλλοι και όλες ανεξαιρέτως οι χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου αποδέχονται πλέον όλα τα απαραίτητα συστατικά στοιχεία μιας Δημοσιονομικής Ένωσης, ενώ οι Γερμανοί δεν αποδέχονται ορισμένα από αυτά. Αποτελεί πρόοδο το γεγονός ότι, υπό την πίεση του SPD, η υπό σχηματισμό τέταρτη κυβέρνηση Μέρκελ συναινεί πολιτικά σε ορισμένα από αυτά. Όμως ως συνήθως, ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες. Στην περίπτωσή μας, ο διάβολος λέγεται «ηθικός κίνδυνος» (moral hazard) και οι «λεπτομέρειες» (για τους Γερμανούς) είναι μία από τις τρεις πτυχές της Τραπεζικής Ένωσης (Banking Union) καθώς και τα ενιαία ομόλογα (κοινώς γνωστά ως «ευρωομόλογα») και οι ευρωπαϊκές άμεσες μεταβιβάσεις. Θα ήθελα να αναλύσω το πρώτο από τα τρία παραδείγματα.
Όταν μιλάμε για «ηθικό κίνδυνο» αναφερόμαστε σε μια συνθήκη της θεωρίας παιγνίων, όπου δύο παίκτες δε συνδέονται μεταξύ τους με ένα συμβατικό δεσμό, αλλά καταλήγει ο συνετός παίκτης (ας τον ονομάσουμε Α) να καλύψει τα υπερβολικά ρίσκα που έχει πάρει ο ρισκόφιλος παίκτης (ας τον ονομάσουμε Β). Έτσι, αν ο Β, για παράδειγμα, είναι ένας συστημικός τραπεζικός όμιλος που κάνει υπερβολικά πιστωτικά ανοίγματα μέσω μόχλευσης αμφιβόλου πιστοληπτικής αξιολόγησης μόνο και μόνο για να αυξήσει τις προμήθειες και τα μπόνους στα στελέχη του, με την επίγνωση ότι αν έρθει η αποφράδα ημέρα ενός τραπεζικού πανικού θα τον καλύψει με έκτακτη πιστωτική γραμμή ο συνετός διαχειριστής Α, έχουμε ηθικό κίνδυνο, ήτοι ο Β κινητροδοτείται να αναλαμβάνει ολοένα και πιο ανορθολογικά ρίσκα με την προεξόφληση ενός διχτυού ασφαλείας από τον Α λόγω του φόβου των ευρύτερων συστημικών συνεπειών μιας άτακτης πτώχευσης του Β. Πρόκειται δηλαδή για μια κανονική συνθήκη ηθικού εκβιασμού που επιβραβεύει αρπακτικές οικονομικές συμπεριφορές.
Στην περίπτωση της υπό διαμόρφωση Τραπεζικής Ένωσης (ένα από τα θεμελιώδη συστατικά στοιχεία μιας γνήσιας Οικονομικής Ένωσης, αυτό που στη σύγχρονη οικονομική γλώσσα αποκαλείται «βέλτιστη νομισματική ζώνη»), ένας από τους τρεις πυλώνες της είναι και ο μηχανισμός κοινής ασφάλισης καταθέσεων για όλους τους Ευρωπαίους πολίτες και νομικά πρόσωπα. Έτσι π.χ. συμβαίνει στις ΗΠΑ από τη δεκαετία του 1930 με τον οργανισμό FDIC. Όμως στη Γηραιά Ήπειρο, οι Γερμανοί – ήδη από την εποχή Σόιμπλε – αντιτάσσονταν και συνεχίζουν να αντιτάσσονται σθεναρά σε μια τέτοια προοπτική ομοσπονδιοποίησης της τραπεζικής διαχείρισης ρίσκου, παρά το γεγονός ότι ο τραπεζικός τομέας στην ευρωζώνη είναι πλήρως διασυνδεδεμένος (με την ιδιόμορφη εξαίρεση των ελληνικών capital controls), με την αιτιολογία του «ηθικού κινδύνου», καθώς έτσι θα εγγυώντο οι «υγιείς» γερμανικές τράπεζες τα ρίσκα των καταθετών σε τραπεζικά συστήματα με αυξημένα όρια επισφαλειών λόγω π.χ. υψηλού ποσοστού «κόκκινων δανείων». Εδώ όμως ο ηθικός κίνδυνος λειτουργεί καθαρά προσχηματικά για την αναχαίτιση της τραπεζικής ολοκλήρωσης, καθώς μέχρι να εξυγιανθεί πλήρως το τραπεζικό σύστημα π.χ. της Ελλάδας και της Ιταλίας από τα απομεινάρια της κρίσης, που αποτυπώνεται στα πολλά μη εξυπηρετούμενα δάνεια, θα έχει εμφανιστεί ενδεχομένως μια νέα κυκλική κρίση, και πάλι από την αρχή. Συνεπώς, η επίκληση του επιχειρήματος του «ηθικού κινδύνου» γίνεται για καθαρά ιδιοτελείς πολιτικούς λόγους προκειμένου να συνεχίσουν οι τράπεζες κάποιων χωρών να επωφελούνται από τα προβλήματα των τραπεζών άλλων κάποιων χωρών, που κατά τα άλλα θεωρούνται ως «εταίροι».