Της Σοφίας Γρηγοριάδου *
Το τέλος χαρτοσήμου είναι έμμεσος φόρος που επιβάλλεται επί εγγράφων και διέπεται από τις διατάξεις του Κώδικα Νόμων Περί Τελών Χαρτοσήμου του 1931.
Το 1986, με την εισαγωγή του φόρου προστιθέμενης αξίας, οι περιπτώσεις που επισύρουν την επιβολή τέλος χαρτοσήμου περιορίστηκαν σημαντικά διότι το χαρτόσημο καταργήθηκε στις συναλλαγές που συνάπτονται εγγράφως αλλά υπόκεινται σε φόρο προστιθέμενης αξίας, ακόμα και εάν αυτές απαλλάσσονται.
Συνήθεις περιπτώσεις για τις οποίες καταλογίζονται ακόμα τέλη χαρτοσήμου αποτελούν οι συμβάσεις χορήγησης δανείων και άλλων πιστώσεων, οι αλληλόχρεοι και οι δοσοληπτικοί λογαριασμοί, οι ταμειακές διευκολύνσεις, οι αναλήψεις ή καταθέσεις μετόχων που δεν ανάγονται σε άλλη εμπορική συναλλαγή υποκείμενη σε φόρο προστιθέμενης αξίας (ή απαλλασσόμενη) και οι εκχωρήσεις απαιτήσεων. Στις περιπτώσεις αυτές το τέλος χαρτοσήμου είναι αναλογικό και ανέρχεται, μαζί με τη συνεπιβαλλόμενη εισφορά υπέρ ΟΓΑ, σε 3,6% ή 2,4%, κατά περίπτωση, επί της αξίας που συμφωνείται στο έγγραφο. Ειδικά το ζήτημα της επιβολής τέλους χαρτοσήμου στις συμβάσεις δανείων που χορηγούνται από επιχειρήσεις είναι ακόμα αμφισβητούμενο, διότι η χορήγηση πίστωσης είναι καταρχήν πράξη υπαγόμενη σε φόρο προστιθέμενης αξίας και άρα θα πρέπει να θεωρηθεί ότι το τέλος χαρτοσήμου έχει καταργηθεί.
Παρ΄ όλο που το τέλος χαρτοσήμου έχει συχνά χαρακτηριστεί ως αναχρονιστικός φόρος και έχει ανακοινωθεί η πρόθεση κατάργησής του και αντικατάστασής του από ένα σύγχρονο φόρο στις συναλλαγές (Δελτίο Τύπου ΑΑΔΕ 13 Νοεμβρίου 2018), δεν έχει μέχρι στιγμής καταργηθεί. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΑΑΔΕ, το 2019 εισπράχθηκαν Ευρώ 328 33 εκ. από τέλη χαρτοσήμου.
Η γενική παραγραφή για τη φορολογία εισοδήματος και το φόρο προστιθέμενης αξίας είναι πενταετής ανεξαρτήτως φορολογικής χρήσης.
Ως προς την παραγραφή των τελών χαρτοσήμου, για τις χρήσεις από 1.1.2014 και εξής εφαρμόζεται ομοίως ο κανόνας της πενταετούς παραγραφής σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Ν. 4174/2013).
Ωστόσο, για τις χρήσεις έως και 31.12.2013 δεν υπάρχει ειδική διάταξη για την προθεσμία παραγραφής του δικαιώματος του δημοσίου να επιβάλλει τέλος χαρτοσήμου και εισφορά υπέρ ΟΓΑ. Με παλαιότερη νομολογία είχε κριθεί ότι λόγω έλλειψης ειδικής διάταξης, η προθεσμία παραγραφής είναι εικοσαετής σύμφωνα με την γενική παραγραφή του Αστικού Κώδικα. Η Φορολογική Διοίκηση έως σήμερα εφαρμόζει τη νομολογία αυτή, το οποίο επιτρέπει στις ελεγκτικές αρχές να συνεχίσουν να ελέγχουν για τέλη χαρτοσήμου χρήσεις σε βάθος εικοσαετίας, οι οποίες δεν μπορούσαν πλέον να ελεγχθούν για φόρο εισοδήματος και ΦΠΑ λόγω παρέλευσης της πενταετούς παραγραφής.
Μόλις εκδόθηκε η Απόφαση 433/2020 του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία έλυσε αμετακλήτως το ζήτημα της παραγραφής για τις χρήσεις έως και 31.12.2013. Συγκεκριμένα με την απόφαση αυτή κρίθηκε ότι η αξίωση του Δημοσίου για την επιβολή τελών χαρτοσήμου και ειδικής κοινωνικής εισφοράς υπέρ ΟΓΑ υπόκειται σε κατ’ αρχήν πενταετή προθεσμία παραγραφής και, κατ’ εξαίρεση, σε δεκαετή προθεσμία παραγραφής εάν συντρέχουν συμπληρωματικά στοιχεία.
Κρίθηκε επίσης, ότι η καταρχήν πενταετής και, κατ’ εξαίρεση, δεκαετής προθεσμία παραγραφής ισχύει κατ’ ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, ενώ η εικοσαετής παραγραφή του Αστικού Κώδικα δεν μπορεί να εφαρμοστεί διότι αφορά αστικές σχέσεις και δικαιώματα και δεν διέπει τις φορολογικές διαφορές.
Με την απόφασή του αυτή το Συμβούλιο της Επικρατείας επικύρωσε την απόφαση με αριθμ. 1655/2018 που είχε αρχικώς εκδοθεί για το ζήτημα αυτό από το Διοικητικό Εφετείο Θεσσαλονίκης.
Το ζήτημα αφορά πολλές επιχειρήσεις στις οποίες είτε συνεχίζονται να διενεργούνται φορολογικοί έλεγχοι για παλαιότερες χρήσεις (έως 31.12.2013) είτε έχουν καταλογιστεί τέλη χαρτοσήμου και εκκρεμούν σχετικές προσφυγές ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων ή της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.
Εν συνεχεία της ως άνω απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι επιχειρήσεις δύνανται να επικαλεστούν λόγους παραγραφής για την ακύρωση των τυχόν καταλογισμών για τέλη χαρτοσήμου και ειδικής κοινωνικής υπέρ ΟΓΑ εισφοράς εάν κατά το χρόνο του καταλογισμού είχε παρέλθει η ως άνω πενταετής παραγραφή.
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ «K. ΠΑΠΑΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ»
Η δικηγορική εταιρεία «Κ. Παπακωστόπουλος και Συνεργάτες (CPA Law)» συστήθηκε το 2002 και είναι ανεξάρτητη εταιρεία, μέλος του διεθνούς δικτύου νομικών και φορολογικών υπηρεσιών της KPMG, διαθέτει εξειδικευμένους δικηγόρους και παρέχει πλήρη αποτελεσματική νομική υποστήριξη και προστασία στους πελάτες της.
Οι υπηρεσίες που παρέχει καλύπτουν τη δικαστηριακή εκπροσώπηση, τη διαπραγμάτευση συναλλαγών, καθώς και ένα ευρύ φάσμα νομικών συμβουλών στους τομείς των επενδύσεων, του δικαίου των εταιριών και του εμπορικού δικαίου, συμπεριλαμβανομένων των ιδιωτικοποιήσεων, των εξαγορών και μετασχηματισμών και της αναδιάρθρωσης επιχειρήσεων, της κανονιστικής συμμόρφωσης, της φορολογίας και του δημοσίου δικαίου γενικώς, του εργατικού και κοινωνικοασφαλιστικού δικαίου, του δικαίου μετανάστευσης, του οικονομικού δικαίου και της Κεφαλαιαγοράς, του Ανταγωνισμού, των Κρατικών Ενισχύσεων, καθώς και της οικονομικής εγκληματικότητας.
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ KPMG
Η KPMG είναι ένα παγκόσμιο δίκτυο εταιρειών παροχής Ελεγκτικών, Φορολογικών και Συμβουλευτικών υπηρεσιών. Δραστηριοποιούμαστε σε 147 χώρες και περιοχές και απασχολούμε περισσότερα από 219 000 άτομα σε εταιρείες-μέλη παγκοσμίως. Οι ανεξάρτητες εταιρίες-μέλη του δικτύου της KPMG είναι συνδεδεμένες με την KPMG International Cooperative (“KPMG International”), μια ελβετική εταιρεία. Κάθε εταιρεία της KPMG είναι νομικά διακριτή και αυτοτελής οντότητα και αυτοχαρακτηρίζεται ως τέτοια.
Σημείωση για το Συντάκτη: Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να επικοινωνήσετε με τον κ. Αλκιβιάδη Σιαράβα, Marketing & Communications Manager της KPMG, τηλ. 211 18 15 857, [email protected]
Οι απόψεις και οι γνώμες που εκφράζονται είναι αυτές των συγγραφέων και δεν αντιπροσωπεύουν απαραίτητα τις απόψεις και γνώμες της CPA LAW – K.ΠΑΠΑΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ.
* Δικηγόρος/ Deputy Managing Partner, Κ. Παπακωστόπουλος & Συνεργάτες Δικηγορική εταιρεία (CPA Law), ανεξάρτητο μέλος του νομικού και φορολογικού δικτύου της KPMG * Σοφία Γρηγοριάδου, Δικηγόρος/ Deputy Managing Partner, Κ. Παπακωστόπουλος & Συνεργάτες Δικηγορική εταιρεία (CPA Law), ανεξάρτητο μέλος του νομικού και φορολογικού δικτύου της KPMG