Από την έντυπη έκδοση
Toυ Ιωάννη Παπαδόπουλου,
αναπληρωτή καθηγητή στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας
Η Ε.Ε. έχει κερδίσει επάξια τον τίτλο της παγκόσμιας περιβαλλοντικής πρωταθλήτριας, με τις ενεργητικές πολιτικές πρόληψης και καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής που αναπτύσσει. Χάρη στις επίμονες και καλά μελετημένες προσπάθειες, τόσο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής όσο και των περισσότερων κυβερνήσεων της Ε.Ε., το περιβαλλοντικό κεκτημένο της Ένωσης αποτελεί αντικείμενο θαυμασμού και μίμησης ανά την υφήλιο.
Ήδη μιλάμε για ένα μακροπρόθεσμο ευρωπαϊκό στόχο επίτευξης μηδενικού καθαρού ισοζυγίου άνθρακα έως το 2050, όπου η εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα δεν θα υπερβαίνει τη φυσική ικανότητα απορροφητικότητας των ωκεανών και των δέντρων του πλανήτη. Όμως στη σημερινή εξαιρετικά κρίσιμη για το μέλλον της ανθρωπότητας συγκυρία, όπου στο εσωτερικό της Ε.Ε. επικρατούν πια αυστηρές προδιαγραφές περιβαλλοντικής βιωσιμότητας και τα απείθαρχα κράτη-μέλη δέχονται παραπομπές στο Δικαστήριο της Ε.Ε. και πρόστιμα, στην άμεση γειτονιά μας -ιδίως στα Δυτικά Βαλκάνια- συνεχίζει να επικρατεί ένα περιβάλλον ανεξέλεγκτης παραγωγής βρόμικης ενέργειας, η οποία μάλιστα τονώνεται και με άμεσες ξένες επενδύσεις από την Κίνα, ενώ η Ε.Ε. στέκεται, προς το παρόν, παθητικός θεατής.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων -οι οποίες στο σύνολό τους έχουν ευρωπαϊκή προοπτική- είναι σήμερα εγκατεστημένες 16 μονάδες παραγωγής ενέργειας, οι οποίες εκπέμπουν στην ατμόσφαιρα την ίδια περίπου ποσότητα ρυπογόνων ουσιών με το σύνολο των 296 μονάδων που είναι εγκατεστημένες στην Ε.Ε. Τα προσωρινά συμπεράσματα μιας πρόσφατης μελέτης της Ενεργειακής Κοινότητας, ενός διακυβερνητικού οργανισμού ενέργειας που ιδρύθηκε το 2006 και έχει ως μέλη κυρίως τα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων, αποδεικνύει ότι η Σερβία, η Βοσνία-Ερζεγοβίνη, η Βόρεια Μακεδονία, το Κόσοβο και το Μαυροβούνιο χορήγησαν συνολικά 1,2 δισ. ευρώ το 2017 με τη μορφή κρατικής ενίσχυσης σε μονάδες παραγωγής ενέργειας με βάση τον άνθρακα.
Αυτή η άμεση και έμμεση κρατική βοήθεια, η οποία βεβαίως στερεί ισόποσους πόρους από επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στην περιοχή, δεν είναι σύμφωνη με το κοινοτικό κεκτημένο όσον αφορά τα ανώτατα όρια εκπομπών επιβλαβών αερίων από βιομηχανικές μονάδες. Ωστόσο, παρατηρείται το παράδοξο ότι το περιβαλλοντικό κεκτημένο της Ε.Ε. δεν εφαρμόζεται στις υπό ένταξη χώρες, ενώ την ίδια στιγμή η Ε.Ε. τις χρηματοδοτεί γενναιόδωρα με τη μορφή προενταξιακής βοήθειας. Συνεπώς, η λεγόμενη «ήπια ισχύς» της Ε.Ε., δηλαδή η ικανότητά της να μοχλεύει επωφελείς μεταρρυθμίσεις και πρακτικές σε τρίτες χώρες μέσω του παραδείγματος που δίνει, δέχεται ένα σημαντικό πλήγμα ως συνέπεια αυτής της έλλειψης συνεκτικότητας στις ακολουθούμενες ρυθμιστικές και χρηματοδοτικές πολιτικές.
Η ειρωνεία είναι πως οι κρατικές ενισχύσεις προς τις βρόμικες μορφές ενέργειας στα Δυτικά Βαλκάνια αντιβαίνουν ευθέως και το ευρωπαϊκό δίκαιο ανταγωνισμού, το οποίο κατά τα άλλα τηρείται με ευλάβεια στην εσωτερική αγορά της Ε.Ε. Αυτό συμβαίνει διότι, σύμφωνα πάντα με τη μελέτη της Ενεργειακής Κοινότητας, ούτε μία από τις μονάδες παραγωγής ενέργειας που λειτουργούν σήμερα στα Δυτικά Βαλκάνια δεν θα ήταν οικονομικά βιώσιμη χωρίς σημαντικές λειτουργικές ζημίες. Κατά συνέπεια, οι κρατικές επιχορηγήσεις είναι που διατηρούν στη ζωή μη κερδοφόρα, ενεργειακά μη αποδοτικά και περιβαλλοντικά μη βιώσιμα ενεργειακά συστήματα στα εξωτερικά σύνορα της Ε.Ε.
Τα νομικά εργαλεία που προβλέπονται για τη ρύθμιση των κρατικών ενισχύσεων στις συμφωνίες σταθεροποίησης και σύνδεσης των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων με την Ε.Ε. προφανώς δεν διαθέτουν την παραμικρή αποτελεσματικότητα. Με άλλα λόγια, το καρότο της προενταξιακής βοήθειας είναι υπαρκτό, αλλά το μαστίγιο των κανόνων ομαλής προσαρμογής στο κοινοτικό κεκτημένο έχει εξαφανιστεί.
Σ’ αυτήν τη ρωγμή είναι που τρύπωσε η Κίνα, η οποία δεν έχει τέτοιου είδους ευαισθησίες όταν κάνει επενδύσεις. Έτσι πρόσφατα οι αρχές της φτωχής Βοσνίας-Ερζεγοβίνης ενέκριναν μία κινεζική επένδυση σε μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από άνθρακα, παρέχοντας ταυτόχρονα κρατική εγγύηση σε δάνειο της κινεζικής τράπεζας Exim Bank για την υλοποίηση της επένδυσης.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, μεγάλες ρυπογόνες μονάδες εγκαθίστανται στα όρια της Ε.Ε. χωρίς να τηρούν κανενός είδους νόρμα σε σχέση με το ευρωπαϊκό σύστημα ανταλλαγής δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων, πράγμα που σημαίνει ότι εφόσον αυτές οι χώρες ενταχθούν μια μέρα στην Ε.Ε., θα βρεθούν αντιμέτωπες με θηριώδη πρόστιμα για την υπέρβαση των επιτρεπτών ορίων εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα και θα αναγκαστούν, απλά, να κλείσουν. Επίσης, σε καθαρά οικονομικό επίπεδο, οι χώρες της ευρωπαϊκής γειτονίας παγιδεύονται σε ένα μη βιώσιμο χρέος προς όφελος Κινέζων πιστωτών, καθώς οι κρατικές εγγυήσεις που προσφέρουν υπερβαίνουν συχνά το 80% της αξίας του δανείου, κάτι που είναι παράνομο στην Ε.Ε. και θα το βρουν μπροστά τους όταν θα αρχίσουν να αποπληρώνουν τα δάνεια.
Τώρα που έχει ανοίξει η συζήτηση εντός των θεσμικών οργάνων της Ε.Ε. για την προστασία των στρατηγικής σημασίας ευρωπαϊκών επιχειρήσεων έναντι της κινεζικής οικονομικής επέκτασης, είναι πια καιρός να ξεκινήσουμε από τα πιο βασικά: την άμεση έναρξη αξιολογήσεων των υποψήφιων χωρών για ένταξη στην Ε.Ε. με βάση εκτιμήσεις περιβαλλοντικών επιπτώσεων και βασικούς κανόνες κρατικών ενισχύσεων και δημόσιων προμηθειών, που ισχύουν στην ίδια την Ένωση. Η αφέλεια και ο εφησυχασμός φέρουν πια ένα υψηλότατο κόστος, το οποίο σε εποχές διεθνών αναταράξεων και προϊούσας αποσταθεροποίησης του παγκόσμιου πολιτικού και οικονομικού συστήματος δεν θα πρέπει να είμαστε διατεθειμένοι να καταβάλουμε.