Με την έλευση του νέου έτους οι Ηνωμένες Πολιτείες γιόρτασαν ταυτόχρονα ένα άλλο ρεκόρ: σύμφωνα με επίσημα στοιχεία του Υπουργείου Οικονομικών στις 29 Δεκεμβρίου, το χρέος των ΗΠΑ ξεπέρασε τα 34 τρισεκατομμύρια δολάρια. Για την ιστορία, τον Ιανουάριο του 2009 ήταν μόλις στα 10,6 τρισεκατομμύρια.
Το χρέος του «θείου Σαμ» αυξήθηκε μάλιστα κατά 1 τρις τους τελευταίους 3 μήνες, 2 τρισεκατομμύρια τους τελευταίους 6 μήνες, 4 τρισεκατομμύρια τα τελευταία δύο χρόνια και 11 τρισεκατομμύρια τα τελευταία 4 χρόνια. Ξεκινώντας δηλαδή από την πανδημία του Covid. Το αμερικανικό δημόσιο καταβάλει κάθε χρόνο ένα τρισεκατομμύριο δολάρια σε τόκους. Καταλαβαίνετε λοιπόν γιατί ο πληθωρισμός δεν είναι καθόλου πρόβλημα αλλά λύση, για την αμερικανική κυβέρνηση αλλά και την Fed.
Το τρίτο τρίμηνο του 2023, το ΑΕΠ των ΗΠΑ αυξήθηκε με ετήσιο ρυθμό 4,9%, ουσιαστικά κατά 547 δισεκατομμύρια δολάρια σε ονομαστικούς όρους. Την ίδια χρονική περίοδο το δημοσιονομικό έλλειμμα αυξήθηκε κατά 622 δις. Μήπως τελικά και οι ΗΠΑ κινδυνεύουν να βρεθούν σε μια «στιγμή Μίνσκι» – μια ξαφνική κατάρρευση αγορών και οικονομιών που είναι γαντζωμένες στο χρέος;
«Στιγμή Μίνσκι;»
Η θεωρία προέρχεται από το έργο του Χάιμαν Μίνσκι, του Αμερικανού οικονομολόγου που ειδικεύτηκε στο πώς ο υπερβολικός δανεισμός τροφοδοτεί την οικονομική αστάθεια. Τα υψηλά επίπεδα χρέους σε όλο τον κόσμο, σε συνδυασμό με τις πανύψηλες αποτιμήσεις των χρηματοπιστωτικών αγορών, κατέστησαν ιδιαίτερα σημαντική τη θεωρία του Μίνσκι, προκαλώντας προειδοποιήσεις από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και άλλους. Η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Τζάνετ Γέλεν περιέγραψε μάλιστα το έργο του Μίνσκι ως «απαιτούμενο να διαβαστεί απ´όλους».
Όταν συμβαίνει ένα αποσταθεροποιητικό γεγονός τόσο απλό όσο η αύξηση των επιτοκίων, οι επενδυτές μπορεί να αναγκαστούν να πουλήσουν περιουσιακά στοιχεία για να συγκεντρώσουν χρήματα για την αποπληρωμή δανείων. Αυτές οι πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων προκαλούν περαιτέρω αποδυνάμωση των αξιών των μετοχών, επιταχύνοντας περαιτέρω τις πωλήσεις, που όμως μειώνουν περαιτέρω τις αξίες οδηγώντας σε χρεοκοπία. Μερικές φορές αυτές οι ενέργειες καταλήγουν σε παράνομες κινήσεις , κυρίως για τα «χρήματα άλλων λαών», όπως περιέγραφε έξοχα ο Τσαρλς Κιντλμπέργκερ στο ιστορικό του βιβλίο «Manias, Panics and Crashes» την ιστορία των χρηματοπιστωτικών κρίσεων. Ενα βιβλίο που μπορεί να εκδόθηκε το 1978, αλλά θεωρείται ακόμη ως η πιο γνωστή και ευρέως αναγνωρισμένη πηγή για την κατανόηση των οικονομικών κρίσεων.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να βιώνουν σήμερα μια συστημική «Στιγμή Μίνσκυ» μη βιώσιμων λογαριασμών, αλλά στην πραγματικότητα η κατάσταση αυτή γίνεται διαχειρίσιμη από την κυκλική ροή παγκόσμιων κρίσεων και γεωπολιτικών αναταραχών, αλλά και τη νομισματική μαγεία του Τζερόμ Πάουελ. Το εθνικό χρέος δεν φαίνεται επίσης να αποτελεί βάρος για την οικονομία των ΗΠΑ αυτή τη στιγμή, καθώς οι επενδυτές είναι πρόθυμοι να δανείσουν χρήματα στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Αυτός ο δανεισμός επιτρέπει στην κυβέρνηση να συνεχίσει τις δαπάνες για προγράμματα χωρίς να χρειάζεται να αυξήσει τους φόρους.
«Δεν υπάρχει τζάμπα γεύμα»
«Μέχρι στιγμής, η Ουάσιγκτον ξοδεύει χρήματα σαν να είχαμε απεριόριστους πόρους», λέει Σούν Γουόν Σον, καθηγητής οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Loyola Marymount. «Αλλά η ουσία είναι ότι δεν υπάρχει τζάμπα γεύμα και νομίζω ότι η προοπτική είναι αρκετά ζοφερή», προσθέτει.
Η πορεία του χρέους στις επόμενες δεκαετίες μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια και τα μεγάλα προγράμματα, συμπεριλαμβανομένων των Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Medicare, που έχουν γίνει οι πιο σημαντικοί μοχλοί των προβλεπόμενων κρατικών δαπανών τις επόμενες δεκαετίες.
Τον περασμένο Ιούνιο, το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου εκτίμησε στην 30ετή προοπτική του ότι το δημόσιο χρέος θα ισούται με το ποσοστό ρεκόρ 181% του ΑΕΠ, έως το 2053.
Και αν στις Ηνωμένες Πολιτείες το περίφημο redde rationem -το να δίνεις λογαριασμό-έχει μέχρι στιγμής αποφευχθεί από την στροφή της Fed στη μείωση των επιτοκίων, τώρα το επίκεντρο του δημόσιου χρέους κινδυνεύει να βρεθεί στην Ευρώπη. Με τη γερμανική εμμονή, στο νέο Σύμφωνο Σταθερότητας παραμένουν οι αυστηροί ποσοτικοί περιορισμοί στο χρέος και το έλλειμμα, παρά τις όποιες διευκολύνσεις παρέχουν οι καινούργιοι κανόνες.
Και η αδύναμη ΕΕ δεν μπορεί να κάνει εξαγωγή της κρίσης, όπως η Αμερική με το δολάριο.