Skip to main content

Συνωμοσία εναντίον της Αμερικής 

H μεγάλη απειλή για τη Δημοκρατία δεν είναι τόσο η όποια συνωμοσία του Τραμπ για την οποία ανησυχούν η κυβέρνηση Μπάιντεν, οι NYT και το μισό ελληνικό Facebook.

Τι θα γινόταν εάν στις αμερικανικές εκλογές του 1940 νικητής αντί του Ρούζβελτ ήταν ο Λίντμπεργκ, ένας λαϊκιστής, εθνικιστής, απομονωτιστής; Η ιστορία θα άλλαζε άρδην. Αυτό τουλάχιστον «ζούμε» μέσα από τις σελίδες της «Συνωμοσίας εναντίον της Αμερικής» του Φίλιπ Ροθ.

Όταν το 2016 εξελέγη ο Τραμπ βλέπαμε αναλογίες ανάμεσα στον αντι-ήρωα του Ροθ και τον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ. Και ο κόσμος τα χρόνια που ακολούθησαν πράγματι άλλαξε άρδην. Αλλά εμείς διαψευστήκαμε.

Γιατί οι ανατροπές δεν είχαν να κάνουν τόσο με τον εφηβικό παρορμητισμό και τα ξεσπάσματα του Τραμπ στο Twitter, τις κατηγορίες για παρενόχληση, τις διπλωματικές του γκάφες, τη δημόσια έκφραση θαυμασμού για δικτάτορες όπως ο Κιμ ή την τάση του να πετάει εμπιστευτικές σημείωσεις… στην τουαλέτα. Ούτε καν με τον εμπορικό πόλεμο που κήρυξε στην Κίνα. Σε αυτό το τελευταίο πεδίο άλλωστε οι θέσεις και η πολιτική των Δημοκρατικών δεν διαφέρουν ιδιαίτερα.

Οι ανατροπές ήταν απόρροια από τη μία των νέων φιλοδοξιών και επιδιώξεων, αναδυόμενων, απολυταρχικών δυνάμεων και από την άλλη της αμηχανίας και των διλημμάτων της Δύσης, σε έναν πολυπολικό, άκρως ανταγωνιστικό, αλλά και συνάμα αλληλοεξαρτώμενο κόσμο.

Σε μία ειρωνεία της τύχης όμως, ο Τραμπ διώκεται σήμερα όντως για συνωμοσία εναντίον της Αμερικής. Είναι η τρίτη και πλέον σοβαρή ποινική δίωξη εναντίον του τέως προέδρου των ΗΠΑ, που αντιμετωπίζει συνολικά 37 κατηγορίες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων για μη εξουσιοδοτημένη διατήρηση απόρρητων εγγράφων.

Τα μέσα που υποστηρίζουν τους Δημοκρατικούς κάνουν λόγο για ένα «βήμα προστασίας της Δημοκρατίας». Τα υποστηρικτικά προς τον Τραμπ για «τραβηγμένες» και πολιτικά υποκινούμενες κατηγορίες.

Και οι ψηφοφόροι; Σε μία σταθερά διχασμένη αμερικανική κοινωνία, μεγάλο ποσοστό φαίνεται να πιστεύει πως το σύστημα προσπαθεί να πετύχει μέσω της νομικής οδού ό,τι δεν μπορεί σε πολιτικό επίπεδο: να τελειώσει με τον Τραμπ.

Μάλιστα το ποσοστό αυτό βαίνει αυξανόμενο. Όσο πληθαίνουν οι νομικές του περιπέτειες τόσο ενισχύεται και η δημοτικότητά του. Και εάν τελικά δεν μπει δικαστικό φρένο στην πορεία του, δεν αποκλείεται να τον δούμε να επιστρέφει με φόρα στον Λευκό Οίκο.

Γιατί για πολλούς Αμερικανούς είναι αυτός που εξακολουθεί να ενδιαφέρεται για τους «ξεχασμένους», αλλά και να θέτει επί τάπητος τις ανησυχίες των πολλών (ακρίβεια, διαφαινόμενη ύφεση) αντί να ανακυκλώνει εμμονικά μία αποκλειστικά woke ατζέντα.

Η μεγάλη απειλή για τη Δημοκρατία τελικά δεν είναι τόσο η όποια συνωμοσία του Τραμπ (αν υπήρχε τέτοια, εκ του αποτελέσματος πέτυχε), όπως φαίνεται να πιστεύουν η κυβέρνηση Μπάιντεν, οι NYT, το CNN , το Politico (και το μισο ελληνικό Facebook).

Όλοι οι παραπάνω θα έπρεπε μάλλον να ανησυχούν πολύ περισσότερο για μία άλλη  μεγάλη  απειλή για τη Δημοκρατία: την ένδεια του πολιτικού προσωπικού, που κάνει έναν υποψήφιο με τόσες προφανείς αντιφάσεις και αδυναμίες, όπως ο Τραμπ, να εξακολουθεί να πείθει μεγάλο μέρος των πολιτών ως καλύτερη επιλογή από τον γηρασμένο Μπάιντεν και τους αδιάφορους εσωκομματικούς του αντιπάλους.

Και αυτή η ένδεια δυστυχώς δεν είναι αμερικανικό προνόμιο. Τα αποτελέσματά της τα ζούμε και στην Ευρώπη.