Skip to main content

Μια σιδηροτροχιά όλη η Ελλάδα

ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ / EUROKINISSI

Πόσες επιτροπές έχουν ανακοινωθεί μέχρι τώρα για μια σειρά από τις κακοδαιμονίες που πλήττουν την Ελλάδα; Και κυρίως τι αποτέλεσμα έβγαλαν;

Ήταν το 1978, όταν ο αείμνηστος συνάδελφος Δημήτρης Χαλιβελάκης με πήρε από το χέρι, σε ένα από τα πρώτα μου ρεπορτάζ, να πάμε στον ΟΣΕ. Είχε τον τομέα κάλυψης του υπουργείου Συγκοινωνιών και η διοίκηση του οργανισμού ανακοίνωνε εκείνη την ημέρα το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των ελληνικών σιδηροδρόμων: διαμόρφωση διπλής γραμμής στον άξονα «Γευγελή-Θεσσαλονίκη-Αθήνα-Πάτρα» με πρόβλεψη έως την Αλεξανδρούπολη, ηλεκτροκίνηση, σύγχρονη σηματοδότηση, νέοι σταθμοί, νέοι συρμοί και άλλα τέτοια ωραία.

Επιστρέψαμε στην εφημερίδα, γράψαμε το ρεπορτάζ, το παραδώσαμε και μου λέει με το γνωστό χαμόγελό του: «Περίμενε και θα δεις πόσες φορές θα ξαναγράψουμε για τα ίδια πράγματα». Δεν τον πολυπίστεψα. Ήταν τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης κι η Ελλάδα διψούσε για πρόοδο και έργα μακράς πνοής, να φύγει από τη μιζέρια. Τα χρόνια πέρασαν, εγώ άλλαξα ρεπορτάζ, ο Δ. Χαλιβελάκης συνταξιοδοτήθηκε, έφυγε αργότερα από τη ζωή κι ακόμα οι σημερινοί συνάδελφοι του τομέα Συγκοινωνιών είναι αναγκασμένοι να γράφουν για τον εκσυγχρονισμό του ΟΣΕ, την επέκταση των γραμμών του και την ευρωπαϊκή προοπτική του.

Στα 45 χρόνια που ακολούθησαν, οι γραμμές όχι μόνο δεν εκσυγχρονίστηκαν στο σύνολό τους αλλά και συρρικνώθηκε δραματικά το δίκτυο. Η Πελοπόννησος έμεινε χωρίς σιδηροδρομική επικοινωνία, η γραμμή σταματάει στο Αίγιο και η Πάτρα έγινε ένα μακρινό όνειρο. Ναύπλιο, Άργος, Σπάρτη, Τρίπολη, Καλαμάτα, Πύργος (λιμάνια οι τρεις και γενικώς όλες περιοχές με μεγάλο πληθυσμό και πλούσια παραγωγή αγροτικών και άλλων προϊόντων) αποκλείστηκαν ως μη συμφέρουσες να συνδεθούν με την πρωτεύουσα κι από κει τη Θεσσαλονίκη και τις άλλες μεγάλες πόλεις. Το ίδιο κι ένα μέρος της Θεσσαλίας. Για την Αιτωλοακαρνανία και την Ήπειρο δεν γίνεται καν ακόμα λόγος. Και σα να μην έφταναν αυτά, το προσωπικό μειώθηκε δραματικά λόγω των γνωστών μνημονιακών υποχρεώσεων και θέσεις «κλειδιά», όπως η τηλεδιοίκηση και τα κομβικά σταθμαρχεία, έμειναν χωρίς «κλειδούχους».

Κι όμως, είναι πολλά τα δισεκατομμύρια που έχουν ξοδευτεί για την αναβάθμιση του σιδηροδρομικού δικτύου (πάνω από 5 σύμφωνα με το ρεπορτάζ Φ. Ζώη της «Ναυτεμπορικής»), πολλά επίσης αυτά που έχει πάρει η χώρα από την ΕΕ (περί τα 700 εκ. λέει η Κομισιόν) αλλά παραμένει άγνωστο πού διοχετεύτηκαν, ενώ και οι Ιταλοί της Hellenic Train απειλούν να ζητήσουν πίσω μεγάλα ποσά, επειδή άλλα υπογράφηκαν, όταν έμπαιναν στην ελληνική αγορά και άλλα βρίσκουν μπροστά τους.

Τώρα, υπόσχεται η κυβέρνηση, θα βρει άκρη η «υπερκομματική επιτροπή εμπειρογνωμόνων» κλπ. Δεν θα βρει. Διότι για να βγάλει πόρισμα μια τέτοια ομάδα ανθρώπων, θα έπρεπε ήδη να λειτουργεί (δεν συστάθηκε καν η προβλεπόμενη από το αρμόδιο υπουργείο) και να την απαρτίζουν επιστήμονες και ειδικοί με επικεφαλής όχι υπουργό εκ των πλέον εμπίστων του πρωθυπουργού αλλά τεχνοκράτη ή δικαστικό υπεράνω πάσης υποψίας, που δεν θα έχει σχέση ούτε με κυβέρνηση ούτε με (επικείμενες) εκλογές.

Πόσες επιτροπές έχουν ανακοινωθεί μέχρι τώρα για μια σειρά από τις κακοδαιμονίες που πλήττουν την Ελλάδα; Και κυρίως τι αποτέλεσμα έβγαλαν; Πόσο βοήθησαν στην αναβάθμιση της λειτουργίας ολόκληρου του κράτους, στην καταπολέμηση του «ωχαδερφισμού», της ρεμούλας, της απάτης και του ξεπλύματος μαύρου χρήματος μέσω έργων δημοσίου συμφέροντος;

Θα ήταν θλιβερή παρένθεση η τραγωδία στα Τέμπη, αν το κακό το ριζικό μας περιοριζόταν στους σιδηροδρόμους. Δεν είναι. Οι δεκαετίες της μεγάλης ανάπτυξης του ΄50 και του ΄60 στιγματίστηκαν με την αυθαιρεσία και τον «Μαυρογιαλουρισμό». Η χουντική επταετία σημαδεύτηκε από το «μυστρί του Παττακού» και το «τάμα του έθνους». Η μεταπολίτευση με τα κομματικά ταμεία και τις προμήθειες. Η περίοδος του περίφημου «εκσυγχρονισμού» ταυτίστηκε με τη δράση των (καταδικασθέντων) Θ. Τσουκάτου και Τ. Μαντέλη. Πόσες φορές δεν απασχόλησαν τη δημοσιότητα τα περίφημα «μαύρα ταμεία»; Η νοοτροπία παραμένει ίδια. Όταν ξεκινάει ένα έργο ή μια επένδυση στην Ελλάδα, το ερωτηματικό που πλανάται πάνω από την κοινωνία είναι «πόσο τελικά κοστίζει σε δώρα και διευκολύνσεις». Το ίδιο κι όταν έρχεται η ώρα των αναθεωρήσεων και των ανακοστολογήσεων μέχρι επιτέλους να ολοκληρωθεί, αν ολοκληρωθεί κάποτε.

Μου έλεγε αυτές τις μέρες ένας έντιμος πολιτικός-με μπόλικη μελαγχολία στην εκφορά του λόγου του-ότι θα πρέπει να μας απασχολήσει σοβαρά η δημιουργία μιας (ακόμα) ανεξάρτητης αρχής, που ως αντικείμενο θα έχει την παρακολούθηση υλοποίησης προγραμμάτων. Ίσως μάλιστα να πρέπει να εξεταστεί, σε μια μελλοντική αναθεώρηση του Συντάγματος και η θέσπιση αιρετού σώματος Γερουσίας, που ένα από τα καθήκοντά της να είναι κι αυτό.

Κανείς ωστόσο δεν μπορεί να εγγυηθεί την αποτελεσματικότητα μιας τέτοιας αρχής, όταν ακόμα κι οι υπάρχουσες ταλαιπωρούνται από τον ισχυρό μηχανισμό της εξουσίας. Μια ενδιαφέρουσα προοπτική έδωσε ο Αλέξης Τσίπρας σε συνέντευξή του στο «Πρώτο Θέμα»: στην περίπτωση που κερδίσει τις εκλογές, η κυβέρνηση που θα σχηματίσει δεν θα είναι κομματική. Αυτό το έχει σίγουρα ανάγκη η κοινωνία, αν πρόκειται να απαλλαγεί από τον άρρωστο κομματισμό.

Ο Θουκυδίδης είχε γράψει ότι καθήκον του καλού άρχοντα είναι να ωφελήσει όσο μπορεί την πατρίδα του ή τουλάχιστον να μη την βλάψει με τη θέλησή του («το καλώς άρχειν ταύτο εστί ος δ’ αν την πατρίδα ωφελήσει ως πλείστα ή εκών είναι μηδέν βλάψη»).

Ζητούμενο σήμερα όσο ίσως ποτέ άλλοτε.