Από την έντυπη έκδοση
Του Δ. Η. Χατζηδημητρίου
[email protected]
Στην εθνική συνείδηση το Κυπριακό έγινε προσπάθεια να καταγραφεί ως ένα χρονικό «χαμένων ευκαιριών», παρά να συνειδητοποιηθεί ως μια μακρά αλυσίδα μικρών, μεγαλύτερων κι εγκληματικών λαθών.
Είναι σχεδόν φυσιολογικό, για ένα τόσο κακοπαθημένο εθνικό ζήτημα, να αναζητούνται και να καθιερώνονται μηχανισμοί απώθησης, ικανοί να προστατεύσουν από οδυνηρές ενδοσκοπήσεις κι αξιολογήσεις πραγμάτων και προσώπων που επέδρασαν και καθόρισαν τις εξελίξεις.
Άλλωστε, η θεωρία των «χαμένων ευκαιριών» διατηρεί ανοικτή την προοπτική ικανοποίησης, σε ένα απροσδιόριστο μέλλον, των εθνικών στόχων και πατριωτικών πόθων, όπως αυτοί ηγέρθησαν εδώ κι έναν αιώνα, τουλάχιστον. Οδηγεί, δε, στην «αθώωση» όσων από αβελτηρία δεν άδραξαν, αν και είχαν την αγαθή πρόθεση, την προσφερόμενη ευκαιρία.
Ωστόσο, στην αυτογνωσία -εν όψει και των συνεχιζόμενων ενδοκυπριακών συνομιλιών- οδηγεί μόνον η περιδιάβαση στο αυχμηρό πεδίο των λαθών. Και αυτά τα λάθη είναι που διαμόρφωσαν τις πραγματικότητες στο Κυπριακό.
Η επιβληθείσα ως εθνικώς αποδεκτή θέση, ότι το Κυπριακό ενέσκηψε με δριμύτητα το 1974 με την εισβολή του Αττίλα, αφήνει στο απυρόβλητο τους προηγηθέντες χειρισμούς και την ολέθρια ασυνεννοησία Αθηνών-Λευκωσίας.
Η τουρκική εισβολή ήταν απότοκος του προδοτικού λάθους της ελληνικής χούντας να επιδιώξει, με βίαιο τρόπο, να αλλάξει το καθεστώς της ανεξάρτητης Κυπριακής Δημοκρατίας, ανατρέποντας τον Πρόεδρο – Αρχιεπίσκοπο Μακάριο.
Ήταν το πρόσχημα που αναζητούσε η Τουρκία για να εισβάλει στην Κύπρο, όπως είχε προβλέψει σχεδόν δέκα χρόνια πριν ο ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ Γκάλο Πλάζα Λάσο, με την Άγκυρα να υποστηρίζει έκτοτε ότι «το Κυπριακό λύθηκε το 1974».
Παρά τα δεκάδες ψηφίσματα της Γ.Σ. και τις αποφάσεις του Σ.Α. του ΟΗΕ, το Κυπριακό ως διεθνές πρόβλημα, «εισβολής σε ένα ανεξάρτητο κράτος και κατοχής τμήματος του εδάφους του», δεν έτυχε ποτέ της ουσιαστικής προσοχής και του πραγματικού ενδιαφέροντος των ισχυρών του διεθνούς παιγνίου, ώστε να αναζητηθεί βιώσιμη λύση.
Το δόγμα Καραμανλή-Αβέρωφ-Μακάριου, «η Λευκωσία αποφασίζει και η Αθήνα συμπαρίσταται» ή «συμπαρατάσσεται», όπως το μετέβαλε ο Ανδρέας Παπανδρέου, δεν ήταν παρά η ενοχική απόπειρα της Αθήνας να αποσυρθεί από την ευθύνη και τους χειρισμούς.
Αλλά το Κυπριακό δεν ήταν μια σύγκρουση Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, και δεν είναι μια υπόθεση συμφωνίας επί εδαφικών ποσοστών στον χάρτη.
Είναι πολλά περισσότερα και πάντως είναι η Λυδία Λίθος επί της οποίας δοκιμάζεται η βούληση του Ελληνισμού να υπάρχει στο όριο της Αν. Μεσογείου.
Απ’ αυτήν την πραγματικότητα δεν μπορούν να ξεφύγουν Αθήνα και Λευκωσία, Ελλαδίτες και Κύπριοι. Και είναι αυτή που επιβάλλει τη στρατηγική και τους τακτικούς χειρισμούς.