Από την έντυπη έκδοση
Της Αγγελικής Κοτσοβού
[email protected]
Οταν ο κινεζικός δράκος βρυχάται, τρίζουν τα θεμέλια της παγκόσμιας οικονομίας. Η επιρροή που ασκεί στα παγκόσμια δρώμενα έχει ενισχυθεί σημαντικά από τότε που κατάφερε να υποσκελίσει την Ιαπωνία και να αναδειχτεί στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομική υπερδύναμη του πλανήτη.
Η διεθνής αναγνώριση που επιθυμούσε διακαώς το Πεκίνο ήρθε αυτή την εβδομάδα, με την ιστορική απόφαση του ΔNT να συμπεριλάβει και το εθνικό νόμισμα της Κίνας, το γιουάν, στην ελίτ αποθεματικών νομισμάτων που συνθέτουν το «καλάθι» των Ειδικών Τραβηκτικών Δικαιωμάτων.
Η ένταξη του γιουάν στο «καλάθι» με τα νομίσματα που απολαύουν κυρίαρχης θέσης στα παγκόσμια συναλλαγματικά αποθέματα -δολάριο, ευρώ, ιαπωνικό γιεν και βρετανική στερλίνα- αποτελεί σημαντική νίκη για το Πεκίνο, επιβράβευση των μεταρρυθμιστικών του προσπαθειών προς την κατεύθυνση της απελευθέρωσης των αγορών, αλλά και επιβεβαίωση των φιλοδοξιών του για μεγαλύτερη διεθνοποίηση του εθνικού του νομίσματος.
Το σημαντικότερο όμως είναι ότι προσφέρει μια γεύση ενός μέλλοντος, στο οποίο το κινεζικό νόμισμα θα διαδραματίσει βαθύτερο ρόλο στο παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα και στις διεθνείς εμπορικές συναλλαγές. Hδη το γιουάν συγκαταλέγεται μεταξύ των πέντε σημαντικότερων νομισμάτων στις διεθνείς πληρωμές.
Η ένταξή του στο «καλάθι» αποθεματικών νομισμάτων του ΔΝΤ ανοίγει τον δρόμο στο κινεζικό νόμισμα για ενίσχυση της παρουσίας του στο παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα, απειλώντας την κυριαρχία των σημαντικότερων αποθεματικών νομισμάτων και κυρίως του δολαρίου και του ευρώ.
Σε πέντε χρόνια, το γιουάν θα αντιπροσωπεύει το 5% των παγκόσμιων συναλλαγματικών διαθεσίμων, από 1% σήμερα, σύμφωνα με προβλέψεις της Morgan Stanley.
Και, έως το 2023, «είναι πιθανό κατά την άποψή μου το γιουάν να καταλάβει την τρίτη θέση στα παγκόσμια αποθέματα και στις εμπορικές συναλλαγές, πίσω από το δολάριο και το ευρώ» προβλέπει ο Αμερικανός οικονομολόγος Μπάρι Αϊχενγκριν.
Η διεθνής αναγνώριση του γιουάν -με επιστέγασμα την ψήφο εμπιστοσύνης του ΔΝΤ, κάτι που το Ταμείο είχε αρνηθεί το 2010, ζητώντας περισσότερες μεταρρυθμίσεις και διαφάνεια από τις κινεζικές αρχές- έρχεται να προστεθεί στις υπόλοιπες παραμέτρους που έχουν επιτρέψει στο Πεκίνο να διεκδικήσει δεσπόζουσα θέση στο παγκόσμιο οικονομικό στερέωμα.
Μπορεί να είναι η δεύτερη, μετά τις ΗΠΑ, οικονομική υπερδύναμη, παραμένει όμως μια από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες, παρά το γεγονός ότι τον τελευταίο καιρό έχει χάσει μέρος της δυναμικής της. Επιπλέον, διαθέτει τα μεγαλύτερα αποθέματα ξένου συναλλάγματος, που υπερβαίνουν τα τρία τρισ. δολάρια.
Ένα τόσο μεγάλο απόθεμα ρευστότητας επιτρέπει σε μια οικονομία να αντέξει σε ισχυρά σοκ. Μήπως έχει έρθει η ώρα και για την εκθρόνιση της Αμερικής και το τέλος της κυριαρχίας του δολαρίου; Μπορεί, κάποια στιγμή στο απώτερο μέλλον, όχι όμως άμεσα.
«Το να διεκδικήσει κανείς τον τίτλο του παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος προϋποθέτει θεμελιώδεις γεωπολιτικές αλλαγές» υποστηρίζει ο Ζου Νιγκ, καθηγητής στο Advanced Institute of Finance της Σαγκάης.
«Χρειάστηκαν δύο παγκόσμιοι πόλεμοι μέχρις ότου οι ΗΠΑ υποσκελίσουν τη Μεγάλη Βρετανία και αναδειχτούν σε παγκόσμια υπερδύναμη…
Χρειάζονται πάρα πολλές αλλαγές στο παγκόσμιο σύστημα ώστε να “γεννηθεί” ένα νέο, κυρίαρχο διεθνές νόμισμα» καταλήγει ο καθηγητής Ζου.