Από την έντυπη έκδοση
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Πρέπει να πέρασαν σαράντα και πλέον χρόνια από τότε που ο μεγάλος Αμερικανός οικονομολόγος Τζον Κένεθ Γκάλμπρεϊθ είχε γράψει σε ένα περιεκτικό άρθρο του ότι, όσο στις αναπτυσσόμενες χώρες η δημογραφία θα ανεβαίνει τόσο περισσότεροι νέοι άνθρωποι θα αναζητούν καλύτερη τύχη στις πλούσιες περιοχές του πλανήτη. «Αυτό, κάθε άλλο παρά αρνητικό φαινόμενο είναι» τόνιζε ο Αμερικανός καθηγητής, συγγραφέας και οικονομολόγος.
Πολλά χρόνια αργότερα, την ίδια περίπου πρόβλεψη έκανε και ο γνωστός μελλοντολόγος Άλβιν Τόφλερ στο βιβλίο του «Για έναν νέο πολιτισμό». Τόνιζε, έτσι, ότι η άνοδος της ταχύτητας των πάσης φύσεως ροών από τα κεφάλαια της γνώσης και τις πληροφορίες, θα εξαπλωθεί και στους ανθρώπους – με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη δημογραφία και τις μεταβιομηχανικές κοινωνικές δομές.
ΗΠΑ-Μεξικό και Βρετανία
«Υπό παρόμοιες συνθήκες, είτε μας αρέσει είτε όχι, η μετανάστευση προς τη Δύση θα αυξηθεί, παρά τα μέτρα, τα ξόρκια και τα τείχη που κάποιοι θέλουν να υψώσουν. Στην Αμερική ο νέος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ήδη ανακοίνωσε ότι θα αρχίσει να κατασκευάζει στα σύνορα με το Μεξικό το μεγάλο τείχος που είχε υποσχεθεί. Λέει επίσης ότι θα πιέσει, διά προεδρικών διαταγμάτων, τις τεχνολογικές εταιρείες να προσλαμβάνουν περισσότερους Αμερικανούς. Από την πλευρά της, η πρωθυπουργός της Βρετανίας Τερέζα Μέι κοίταξε στις ψυχές των ψηφοφόρων και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι επέλεξαν να αποχωρήσουν από την Ε.Ε. επειδή επιθυμούν αυστηρότερο έλεγχο στη μετανάστευση – πράγμα το οποίο, παραδόξως, της έλεγε και το δικό της ένστικτο εξαρχής.
Στη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ιταλία, τα αντιμεταναστευτικά κόμματα θα οδηγήσουν κάπως βεβιασμένα τους παραδοσιακούς πολιτικούς προς μία ήπια υπέρ των αυτόχθονων πολιτική προσέγγιση. Και όμως, στο τέλος όλοι θα είναι απογοητευμένοι. Επειδή τη στιγμή ακριβώς που οι δυτικές δημοκρατίες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η μετανάστευση πρέπει να περιοριστεί, εξελίξεις που εκφεύγουν του ελέγχου οποιουδήποτε πολιτικού συνωμοτούν υπέρ της αύξησης των μεταναστευτικών ροών. Δημογραφικές μεταβολές, αστικοποίηση και οικονομικές αλλαγές ωθούν τους ανθρώπους να μετακινηθούν από τις φτωχές ή και μεσαίου εισοδήματος χώρες προς τις πλούσιες χώρες που τόσο τους αντιπαθούν» τονίζει ο Joel Budd, αρθρογράφος – αναλυτής του περιοδικού The Economist.
Αυτό είναι επίσης και σοβαρό πρόβλημα της ισλαμικής τρομοκρατίας. Όσο περισσότεροι νέοι από τον αναπτυσσόμενο ισλαμικό κόσμο μεταναστεύουν στη Δύση, τόσους δυνητικούς «πελάτες» χάνουν οι στρατολόγοι του Ισλαμικού Κράτους και των άλλων ισλαμικών τρομοκρατικών οργανώσεων.
Γι’ αυτό οι οργανώσεις αυτές εντείνουν τις τρομοκρατικές τους ενέργειες σε δυτικές χώρες, ώστε να δημιουργήσουν ξενοφοβική υστερία, αρνητική βέβαια για τους νέους που αποφασίζουν να αναζητήσουν καλύτερη τύχη. Και δεν είναι λίγοι. Σε μεγάλο δε ποσοστό έχουν και συγκεκριμένα ηλικιακά και κοινωνικά χαρακτηριστικά. Τα τελευταία, ωστόσο, δεν πρέπει να συγχέονται με τα αντίστοιχα των προσφύγων – άλλοι είναι οι κατατρεγμένοι της πολιτικής βίας και άλλοι όσοι αναζητούν ένα καλύτερο μέλλον.
Έτσι, οι περισσότεροι συνειδητοί μετανάστες είναι νέοι και έχουν λόγους να μεταναστεύσουν στην αρχή της ενήλικης ζωής τους.
Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, το 2000 η Υποσαχάρια Αφρική είχε περίπου 48 εκατομμύρια άτομα ηλικίας μεταξύ 25 και 29 ετών. Το 2015 είχε 75 εκατομμύρια και έως το 2030 θα έχει κατά πάσα πιθανότητα 113 εκατομμύρια.
Ορισμένες χώρες με μέτρια ή χαμηλά ποσοστά γεννήσεων σήμερα, όπως η Ινδία και η Τουρκία, είχαν υψηλά ποσοστά γεννήσεων πριν από 20 χρόνια, εξ ου και διαθέτουν τώρα πολλούς νεαρούς ενήλικους. Κάθε μήνα 1 εκατομμύριο Ινδοί γιορτάζουν τα 18α γενέθλιά τους.
Αυτοί οι νέοι άνθρωποι είναι όλο και περισσότερο έτοιμοι να μετοικήσουν.
Παρά το γεγονός ότι η διεθνής μετανάστευση συχνά φαντάζει στους ανθρώπους των χωρών υποδοχής ως υπερβολικά εύκολη, στην πραγματικότητα είναι εξαιρετικά δύσκολη και δαπανηρή. Άποροι αγρότες σπανίως κατορθώνουν να μεταναστεύσουν, ενώ αυτό είναι ευκολότερο για τους μορφωμένους αστούς.
Σε μεγάλο μέρος της Αφρικής και της Ασίας ο αριθμός των εγγράμματων κατοίκων των πόλεων αυξάνεται με πολύ ταχύτερο ρυθμό απ’ ό,τι ο πληθυσμός στο σύνολό του. Ο αγροτικός πληθυσμός του Μπαγκλαντές παραμένει στάσιμος, αλλά ο αστικός πληθυσμός του αυξάνεται κατά 3,5% ετησίως.
Αν μπορούσαν να βρουν αξιοπρεπείς θέσεις εργασίας στην πατρίδα τους, οι νέοι θα μπορούσαν κάλλιστα να παραμείνουν εκεί. Στις Φιλιππίνες η ραγδαία αναπτυσσόμενη βιομηχανία των τηλεφωνικών κέντρων προσέφερε μία καλή εναλλακτική λύση έναντι της μετανάστευσης – αλλά η περίπτωση των Φιλιππίνων δεν είναι ο κανόνας. Η Αφρικανική Αναπτυξιακή Τράπεζα εκτιμά ότι από τα 10-12 εκατομμύρια Αφρικανών που εισέρχονται κάθε χρόνο στο εργατικό δυναμικό, μόνο τα 3 εκατομμύρια βρίσκουν κανονικές θέσεις εργασίας. Τα υπόλοιπα αποτελούν μία μεγάλη, διογκούμενη δεξαμενή εν δυνάμει μεταναστών. Ορισμένες χώρες, όπως η Κίνα και η Ινδία, έχουν πλεόνασμα αγοριών και ανδρών ως συνέπεια της ευρέως διαδεδομένης φυλοεπιλεκτικής άμβλωσης. Αδυνατώντας να βρουν συζύγους και χωρίς να δεσμεύονται από παιδιά, είναι ιδιαίτερα πρόθυμοι να μετοικήσουν.
Μερικοί θα μετακινηθούν από τη μία φτωχή χώρα στην άλλη. Άλλοι θα δοκιμάσουν την τύχη τους στα εργοτάξια του Ντουμπάι και της Σαουδικής Αραβίας. Όμως, τα κράτη του Κόλπου χαρακτηρίζονται από υψηλές θερμοκρασίες και άθλιες εργασιακές συνθήκες, ιδιαίτερα για τις γυναίκες. Μακράν οι καλύτερες ευκαιρίες βρίσκονται στη Δύση.
Εάν πολλές φτωχές χώρες έχουν πλεόνασμα νέων, οι πλούσιες χώρες τείνουν να έχουν υπερβολικά λίγους.
Κάθε ευρωπαϊκή χώρα έχει αυτή τη στιγμή έναν δείκτη γονιμότητας κάτω του 2,1 (που απαιτείται για τη φυσιολογική αντικατάσταση του πληθυσμού). Μεταξύ του 2015 και του 2050 οι θάνατοι στην Ευρώπη αναμένεται να ξεπεράσουν τις γεννήσεις κατά 63 εκατομμύρια. Οι πλούσιες χώρες θα πρέπει να δεχθούν περισσότερους αλλοδαπούς νέους, εκτός αν είναι διατεθειμένες να δεχθούν μία συνεχώς αυξανόμενη αναλογία συνταξιούχων – εργαζομένων, η οποία θα υπονομεύσει τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισής τους.
Καθώς η Δύση γηράσκει, η βουλιμία της για βιομηχανικά προϊόντα θα υποχωρήσει και θα καταναλώνει περισσότερες προσωπικές υπηρεσίες του είδους που συχνά παρέχονται από ανειδίκευτους μετανάστες.
«Σε επίσημες αμερικανικές εκτιμήσεις σχετικά με το ποια επαγγέλματα θα προσθέσουν τις περισσότερες θέσεις εργασίας κατά την επόμενη δεκαετία, στην πρώτη πεντάδα βρίσκονται οι βοηθοί προσωπικής φροντίδας: οι νοσηλευτές, οι οικιακοί φροντιστές υγείας, οι εργαζόμενοι σε ταχυφαγεία και οι εργαζόμενοι στις λιανικές πωλήσεις. Μόνον ένα από αυτά τα επαγγέλματα (η νοσηλευτική) πληρώνει πάνω από τον μέσο όρο των ημερομισθίων, ή απαιτεί πτυχίο. Όλες αυτές είναι κλασικές θέσεις εργασίας μεταναστών» αναφέρει ο Joel Budd.
Φέρνει έτσι στο προσκήνιο ένα εξόχως σοβαρό πρόβλημα: αυτό της πολυπλοκότητας των επιλογών που έχει η Δύση απέναντι στο μεταναστευτικό – υπό την πίεση, όμως, του γεγονότος ότι δεν έχει τη δυνατότητα να μείνει με λιγότερους ανθρώπους.