Skip to main content

Για το νέο αναπτυξιακό πρότυπο

Από την έντυπη έκδοση

Tου Παύλου Θωμόγλου*

Αναμφίβολα η οριστική έξοδος της χώρας τον Αύγουστο του 2018 από τα μνημόνια, η ανάδειξη τον Ιούλιο του 2019 νέας κυβέρνησης, το πρόγραμμα της οποίας δομείται γύρω από την πληρέστερη αξιοποίηση των δυνατοτήτων της υγιούς ιδιωτικής πρωτοβουλίας, η πλήρης άρση των capital controls και οι έμπρακτες εξαγγελίες για περιορισμό της σημερινής υπερφορολόγησης επιχειρήσεων και νοικοκυριών βελτίωσαν σημαντικά το επιχειρηματικό κλίμα στη χώρα. Το πέρασμα, όμως, από τις διαχρονικές προθέσεις και τα σχέδια στην υλοποίηση νέων επενδυτικών πρωτοβουλιών, που αποτελεί και το ζητούμενο, δεν είναι και τόσο εύκολη υπόθεση, η δε καλλιέργεια  ενίοτε ατεκμηρίωτων αναπτυξιακών υπερπροσδοκιών εμπεριέχει κινδύνους, που δεν θα πρέπει να αγνοηθούν.

Τρεις βασικές πτυχές

Πιστεύω ότι οι κάτωθι τρεις πτυχές οικονομικής πολιτικής δίνουν το στίγμα μιας νέας αναπτυξιακής πορείας:

* Μία από τις βασικές διαρθρωτικές αιτίες των οικονομικών υστερήσεων της χώρας, που οδήγησαν στην κρίση, ήταν η αναποτελεσματική δομή του παραγωγικού της δυναμικού, συνέπεια μιας γενικευμένης, αλλά μη δικαιολογημένης ορθολογικά, «λατρείας» του μικρού επιχειρηματικού μεγέθους.

Είχαμε, και έχουμε ακόμη, έναν υπερβολικά μεγάλο αριθμό μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, ενώ το ποσοστό της αυτοαπασχόλησης και της επιχειρηματικότητας, εξ ανάγκης, εξακολουθεί να είναι το υψηλότερο της Ευρωζώνης, με συνέπεια χαμηλή παραγωγικότητα εργασίας – ανταγωνιστικότητα, περιορισμένη εξειδίκευση παραγωγής, αδυναμία αξιοποίησης καινοτομιών και οικονομιών κλίμακας, αυξημένη φοροδιαφυγή, διευρυμένη «νηπιακή» θνησιμότητα, αδιαφορία για ένα μεσομακροπρόθεσμο παραγωγικό σχεδιασμό και αυξημένη σημασία στο εύκολο και γρήγορο κέρδος.

Ο εκσυγχρονισμός της δομής του παραγωγικού μας δυναμικού απαιτεί, κατά προτεραιότητα, την υιοθέτηση μιας σειράς (φορολογικών, βασικά) κινήτρων για τη δημιουργία επιχειρήσεων μεγαλύτερου μεγέθους ή τη συγχώνευση μικρότερων, με παράλληλη ενίσχυση της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας, ώστε η επιχειρηματική βάση της χώρας να καταστεί πιο ισχυρή, πιο σταθερή, πιο αποτελεσματική, πιο ανταγωνιστική.

Λάθος επενδύσεις

Βασικό λάθος της οικονομικής πολιτικής που ακολουθήθηκε μέχρι το 2008 ήταν το απαράδεκτα υψηλό, για μια χώρα με εξαιρετικά ισχνή βιομηχανική βάση, ποσοστό των επενδύσεων που κατευθύνονταν, μέσω της κατάλληλης κρατικής ενθάρρυνσης, στην οικοδομή, σ’ έναν κλάδο με περιορισμένες πολλαπλασιαστικές αναπτυξιακές δυνατότητες.

Συνέπειες αυτού ήταν κυρίως η χαμηλή βιομηχανική παραγωγικότητα, η εσωστρέφεια, η παραγωγή μεταποιητικών προϊόντων χαμηλής προστιθέμενης, εγχωρίως, αξίας, η περιορισμένη συμβολή της βιομηχανίας στη δημιουργία του ΑΕΠ, ενώ το κόστος για τα λαϊκά στρώματα από την αλόγιστη και αντιπαραγωγική τοποθέτηση πλούτου σε ακίνητα ήταν υψηλότατο.

Το λάθος αυτό δεν θα πρέπει να επαναληφθεί, καθώς η οικοδομή δεν μπορεί και δεν πρέπει να αποτελέσει την πρώτη «ατμομηχανή» της ελληνικής οικονομίας. 

Την ταχεία και βιώσιμη ανάκαμψη μόνο μία σύγχρονη, εξωστρεφής και καινοτόμος βιομηχανία μπορεί να την εγγυηθεί και ο χώρος αυτός θα πρέπει να ενθαρρυνθεί και να ενισχυθεί ουσιαστικά και συστηματικά.

Η ορθή αναστολή (πάγωμα) του ΦΠΑ στις πωλήσεις ορισμένων νεόδμητων κατοικιών, τα κίνητρα σε αλλοδαπούς για αγορά ακινήτων στη χώρα (Golden Visa) κ.ά. σημαίνουν και απώλειες ορισμένων φορολογικών εσόδων, που όμως θα πρέπει ν’ αναπληρωθούν, κυρίως, από νέες βιομηχανικές επενδυτικές δράσεις. 

Στροφή στον ποιοτικό τουρισμό

Η άμεση στροφή από το μαζικό, στον ποιοτικό τουρισμό θεωρείται, σήμερα, επιβεβλημένη και επείγουσα, καθώς οι επιπτώσεις (πολιτιστικές, κοινωνικές, περιβαλλοντικές), της άναρχης τουριστικής υπερανάπτυξης είναι ιδιαίτερα αισθητές σε πολλές, υπερκορεσμένες, ήδη, τουριστικές περιοχές της χώρας: οι δυνατότητες των υποδομών (καταλύματα, δρόμοι, νοσοκομεία, επικοινωνιακά δίκτυα κ.ά.) έχουν ξεπεραστεί, με συνέπεια, τη σταδιακή χειροτέρευση του ελληνικού τουριστικού προϊόντος, αλλά και την αίσθηση μείωσης της γενικότερης ευημερίας των τοπικών πληθυσμών, τη διεύρυνση των κινδύνων για το περιβάλλον, την «πίεση» των τοπικών παραγωγικών δυνατοτήτων, λόγω μη σύνδεσής τους με την εγχώρια κατανάλωση των τουριστικών ρευμάτων (άνοδος εισαγωγών), ενώ η γενίκευση της αναζήτησης του εύκολου και γρήγορου κέρδους αλλοιώνει χαρακτήρες και φθείρει συνειδήσεις (βία σε βάρος των φοροελεκτικών μηχανισμών, υπερδιόγκωση ενοικίων κ.ά.).

Γι’ αυτό η ανάγκη ανασχεδιασμού -μέσω τολμηρών κρατικών παρεμβάσεων- της τουριστικής μας πολιτικής επείγει.

Γενικά η ελληνική οικονομία και κοινωνία -των οποίων η κόπωση από τα αποτυχημένα διαδοχικά μεταρρυθμιστικά προγράμματα που προηγήθηκαν είναι αισθητή- δεν έχουν περιθώρια άλλων αποτυχιών και καθυστερήσεων, αλλά ανάγκη καθημερινής επιβεβαίωσης ότι αφήνουμε οριστικά πίσω το παλαιό αναπτυξιακό μοντέλο και χαράσσουμε, πλέον, μια διαφορετική σοβαρή αναπτυξιακή στρατηγική, που παράλληλα αποπνέει σταθερότητα και ειρηνικό περιβάλλον, αλλά και εμφορείται από αναπτυξιακή αντίληψη, φιλική στην επιχειρηματικότητα, στο πλαίσιο πάντοτε του σεβασμού στον ανθρώπινο παράγοντα. 

* Ο κ. Παύλος Θωμόγλου είναι επιχειρηματίας, μέλος Δ.Σ. ΕΒΕΑ, π. αντιπρόεδρος ΕΒΕΑ