Skip to main content

ΤτΕ: Αποκλιμακώθηκαν οι κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα – Ποιες προκλήσεις παραμένουν

REUTERS/Yannis Behrakis

Τι αναφέρεται στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της Τράπεζας της Ελλάδος

Οι κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα αποκλιμακώθηκαν το β΄ εξάμηνο του 2023, ωστόσο παραμένουν προκλήσεις, όπως ο κίνδυνος απότομης ανατιμολόγησης των περιουσιακών στοιχείων στις διεθνείς αγορές χρήματος και κεφαλαίων και οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι, ειδικά μετά την περαιτέρω κλιμάκωση στη Μέση Ανατολή, επισημαίνει η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που δόθηκε στη δημοσιότητα σήμερα, Πέμπτη 25 Απριλίου 2024. Η Έκθεση δημοσιεύεται δύο φορές τον χρόνο.

Όπως τονίζει η ΤτΕ, το 2023, οι ελληνικές τράπεζες βελτίωσαν τα θεμελιώδη μεγέθη τους, ενισχύοντας την οργανική κερδοφορία, την κεφαλαιακή επάρκεια, τη ρευστότητα και την ποιότητα χαρτοφυλακίου τους. Κατά συνέπεια, οι ελληνικές τράπεζες είναι σε καλύτερη θέση σε σχέση με το παρελθόν για να αντιμετωπίσουν πιθανές αναταράξεις, ενισχύοντας με τη σειρά τους την ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας. Παράλληλα, βελτίωση παρατηρήθηκε και στους λοιπούς τομείς και τις υποδομές του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Η Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας αξιολογεί τις εξελίξεις, εντοπίζει τους κύριους παράγοντες των συστημικών κινδύνων του ελληνικού τραπεζικού τομέα και των λοιπών τομέων του χρηματοπιστωτικού συστήματος και αναλύει τη λειτουργία των υποδομών των χρηματοπιστωτικών αγορών (συστήματα πληρωμών, κάρτες πληρωμών, κεντρικά αποθετήρια τίτλων και κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι). Σύμφωνα με την ΤτΕ, η παρούσα Έκθεση επικεντρώνεται στις εξελίξεις που έλαβαν χώρα στον τραπεζικό τομέα το 2023, ενώ παρουσιάζονται επίσης δύο Ειδικά Θέματα:

  • μια επισκόπηση των εθνικών πλαισίων για το κυκλικά ουδέτερο αντικυκλικό κεφαλαιακό απόθεμα ασφαλείας, το οποίο τίθεται σε θετικό επίπεδο σε πρώιμο στάδιο του οικονομικού και χρηματοπιστωτικού κύκλου, όταν οι κυκλικοί συστημικοί κίνδυνοι δεν είναι ούτε ιδιαίτερα αυξημένοι αλλά ούτε και υποτονικοί, δηλαδή σε ουδέτερο περιβάλλον κινδύνου.
  • η χρήση των νέων τεχνολογιών στο διακανονισμό συναλλαγών στις χρηματοπιστωτικές αγορές.

Βελτίωση του συνόλου των μεγεθών στον τραπεζικό τομέα

Όπως τονίζει η ΤτΕ, η βελτίωση του συνόλου των βασικών μεγεθών του τραπεζικού τομέα είναι αδιαμφισβήτητη. Ωστόσο, προσθέτει ότι η διατήρηση του πληθωρισμού σε υψηλό ακόμη επίπεδο, σε συνδυασμό με τα αυξημένα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ και την επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης, δοκιμάζει την ανθεκτικότητα των νοικοκυριών και επιχειρήσεων και ενδέχεται να συμβάλει στη δημιουργία νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ).

Η ΤτΕ παρατηρεί ότι το 2023, οι ελληνικές τράπεζες κατέγραψαν κέρδη μετά από φόρους και διακοπτόμενες δραστηριότητες ύψους 3,8 δισεκ. ευρώ, έναντι κερδών 3,4 δισεκ. ευρώ το 2022. Θετικά σύμφωνα με την ΤτΕ συνέβαλε η αύξηση των καθαρών εσόδων από τόκους ως αποτέλεσμα της αύξησης των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ, ενώ αρνητικά επέδρασε η μεγάλη μείωση των εσόδων από χρηματοοικονομικές πράξεις και λοιπά έσοδα, τα οποία είναι μη επαναλαμβανόμενα.

Η κεφαλαιακή επάρκεια των ελληνικών τραπεζικών ομίλων ενισχύθηκε σημαντικά, ωστόσο η ποιότητα των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων τους εξακολουθεί να είναι χαμηλή, σύμφωνα με την ΤτΕ, η οποία επισημαίνει ότι η βελτίωση της κεφαλαιακής επάρκειας επιτεύχθηκε κυρίως λόγω της εσωτερικής δημιουργίας κεφαλαίων μέσω της κερδοφορίας, αλλά και της έκδοσης κεφαλαιακών μέσων. Συγκεκριμένα, ο Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 (Common Equity Tier 1 ratio – CET1 ratio) σε ενοποιημένη βάση αυξήθηκε σε 15,5% το Δεκέμβριο του 2023, από 14,5% το Δεκέμβριο του 2022, και ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαίου (Total Capital Ratio – TCR) σε 18,7% από 17,5% αντίστοιχα. Αποτέλεσμα είναι ο δείκτης CET1 να συγκλίνει με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (15,7% το Δεκέμβριο του 2023), ενώ ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαίου εξακολουθεί να υπολείπεται (19,7% το Δεκέμβριο του 2023).

Παράλληλα, η ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών βελτιώθηκε, λόγω της αύξησης των καταθέσεων, με αποτέλεσμα οι εποπτικοί δείκτες ρευστότητας να διαμορφώνονται σε πολύ ικανοποιητικό επίπεδο. Επίσης, το 2023 το ποσοστό ΜΕΔ των ελληνικών τραπεζών στο σύνολο των δανείων μειώθηκε περαιτέρω (Δεκέμβριος 2023: 6,6%, Δεκέμβριος 2022: 8,7%) με τρεις εκ των τεσσάρων σημαντικών τραπεζών να έχουν ποσοστό ΜΕΔ κάτω από 5%. Ωστόσο, όπως αναφέρει η ΤτΕ, στις λιγότερο σημαντικές τράπεζες ο δείκτης των ΜΕΔ ως προς το σύνολο των δανείων παραμένει ιδιαίτερα υψηλός και διαμορφώνεται σε 37,6%. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να συνεχιστούν οι ενέργειες που στοχεύουν στην πλήρη εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών και στην επίτευξη σύγκλισης με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (Δεκέμβριος 2023: 1,9%).

Οι προοπτικές και οι μεγαλύτερες προκλήσεις

Όσον αφορά τις προοπτικές, σύμφωνα με την ΤτΕ το διεθνές περιβάλλον αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση. Η όξυνση των γεωπολιτικών κινδύνων με την επέκταση των πολεμικών συγκρούσεων, αλλά και με τον αυξανόμενο εμπορικό ανταγωνισμό μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας, μπορεί να έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία και κατ’ επέκταση στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Επιπροσθέτως, τυχόν απότομη επιδείνωση των διεθνών χρηματοπιστωτικών συνθηκών μπορεί να προκαλέσει αναταράξεις με δυσμενείς επιδράσεις τόσο στη χρηματοοικονομική κατάσταση των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών όσο και στον ελληνικό τραπεζικό τομέα, καθώς η προσπάθεια των τραπεζών για πιστωτική επέκταση θα καταστεί δυσχερέστερη.