Skip to main content

Ποιοι ξεχωρίζουν στην κούρσα εκλογής του νέου προέδρου στο Εurogroup

Από την έντυπη έκδοση

Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]

Στο Εurogroup της Δευτέρας ξεκινάει και επίσημα η διαδικασία εκλογής του διαδόχου του Γερούν Ντέισελμπλουμ, η πενταετής θητεία του οποίου ολοκληρώνεται τον Ιανουάριο. Ανεπίσημοι διεκδικητές υπάρχουν, ωστόσο δεν έχει ξεχωρίσει ακόμη κάποιο ακλόνητο φαβορί. Ο επόμενος πρόεδρος λογικά θα πρέπει να είναι ένας από τους σημερινούς υπουργούς Οικονομικών της Ευρωζώνης, ωστόσο αυτό δεν αποτελεί υποχρέωση γιατί δεν υπάρχει σχετική ρητή πρόνοια στη συνθήκη.

Πολιτικές ισορροπίες

Αντίθετα, ανασταλτικός παράγοντας για κάποιους υποψήφιους μπορεί να αποδειχθεί η πολιτική προέλευσή του, δηλαδή από ποια ευρωπαϊκή πολιτική «οικογένεια» προέρχεται. Αν είναι από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ), δηλαδή κεντροδεξιός χριστιανοδημοκράτης, δεν έχει πολλές ελπίδες να εκλεγεί λόγω της σημερινής συγκυρίας, όπου στα τρία κορυφαία θεσμικά όργανα (Ευρωβουλή, Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, Κομισιόν) οι πρόεδροι (Ταγιάνι, Τουσκ, Γιούνκερ) προέρχονται από το ΕΛΚ. Θα έπρεπε να υπήρχε τουλάχιστον σε μία από τις θέσεις αυτές ένας σοσιαλιστής, ώστε να μπορέσει να επιλεγεί χριστιανοδημοκράτης πρόεδρος στο Εurogroup. Η τήρηση πολιτικών ισορροπιών είναι πολύ σημαντική στην Ε.Ε. και σπάνια παραβιάζεται αυτή η αρχή.

Μέχρι σήμερα κανένας δεν έχει εκδηλώσει δημόσια ενδιαφέρον, ωστόσο οι υποψηφιότητες που κυκλοφορούν και δεν διαψεύδονται από τους ίδιους είναι αυτές του Γάλλου υπουργού Οικονομικών Μπρουνό Λεμέρ και των ομολόγων του της Ισπανίας Λουίς ντε Γκίντος, της Σλοβακίας Πέτερ Καζεμίρ, της Πορτογαλίας Μάριο Σεντένο, του Λουξεμβούργου Πιερ Γκραμένια, ενώ το τελευταίο διάστημα ακούγεται στις Βρυξέλλες και το όνομα του επιτρόπου Πιερ Μοσκοβισί.

Είναι προφανές ότι από τους παραπάνω ξεχωρίζουν ως «βαριά» ονόματα τρία, ο Μπρουνό Λεμέρ, ο Λουίς ντε Γκίντος και ο Πιερ Μοσκοβισί. Ωστόσο και για τους τρεις υπάρχουν σημαντικά εμπόδια που δυσκολεύουν τις υποψηφιότητές τους.

Κατ’ αρχάς, λογικά αποκλείεται ως χριστιανοδημοκράτης ο μόνιμος υποψήφιος των τελευταίων ετών, Ισπανός υπουργός Οικονομικών, Λουίς ντε Γκίντος.

Για τον κ. Λεμέρ λειτουργεί ανασταλτικά η πολιτική του προέλευση (γκολικός), ωστόσο έχει αποχωρήσει από το κόμμα αυτό αφού είναι υπουργός του Εμανουέλ Μακρόν. Πάντως, θεωρείται δύσκολο να τον αφήσει να φύγει από τη γαλλική κυβέρνηση ο πρόεδρος Μακρόν σε μια περίοδο εν εξελίξει σημαντικών μεταρρυθμίσεων. Εάν τον στηρίξει ο Μακρόν θα μπορούσε να πάρει τη θέση λόγω της χώρας που βρίσκεται πίσω του, αλλά και επειδή έχει πολλές συμπάθειες στη Γερμανία.

Για τον Μοσκοβισί ανασταλτικά λειτουργούν το γεγονός ότι το σοσιαλιστικό κόμμα στη Γαλλία, από το οποίο προέρχεται, είναι σε αποσύνθεση, ο Γιούνκερ δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα τον άφηνε να φύγει από την Κομισιόν, ενώ και οι Γερμανοί χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ δεν θα ήταν καθόλου θερμοί γιατί τον θεωρούν ιδιαίτερα ελαστικό έναντι των χωρών του νότου.

Από εκεί και πέρα ο Πορτογάλος λογικά δεν έχει σημαντικές ελπίδες λόγω χώρας προέλευσης, αλλά και γιατί δεν έχει να επιδείξει κάτι ιδιαίτερο ως πολιτικός. Δύσκολη είναι και η υποψηφιότητα του Καζεμίρ, τον οποίο δεν θέλουν οι χώρες του νότου γιατί θεωρούν ότι κατευθύνεται από το Βερολίνο.

Απομένει από αυτούς που έχουν ακουστεί ο Λουξεμβούργιος Πιερ Γκραμένια, ο οποίος έχει ένα πλεονέκτημα, το γεγονός ότι προέρχεται από την τρίτη μεγαλύτερη πολιτική «οικογένεια» της Ευρώπης, αυτή των φιλελευθέρων, η οποία εδώ και πολλά χρόνια δεν έχει στείλει δικό της υποψήφιο σε κάποιο από τα μεγάλα κοινοτικά αξιώματα. Ο Γκραμένια είναι ίσως η καλύτερη περίπτωση από όλους τους υποψήφιους, πρόσωπο καθολικής αποδοχής, έχει εμπειρία (υπουργός Οικονομικών στη χώρα του από το 2013), θεωρείται μετριοπαθής και κράτησε πολύ καλή θέση έναντι της Ελλάδας και των άλλων μνημονιακών χωρών στην περίοδο της κρίσης. Το μειονέκτημά του είναι ότι από τη χώρα του προέρχεται ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, ο οποίος μάλιστα διετέλεσε επί σειρά ετών πρόεδρος του Εurogroup.

Εάν δεν προκύψει υποψήφιος της τελευταίας στιγμής, ο επόμενος πρόεδρος θα είναι ένας από τους παραπάνω πολιτικούς.
Θεωρητικά υπάρχει και μια ακόμη λύση, μπορεί να μη  συγκεντρώνει μεγάλες πιθανότητες, αλλά δεν μπορεί να αποκλειστεί σε περίπτωση που υπάρξει αδιέξοδο στην επιλογή. Πρόκειται για τον Γερούν Ντέισελμπλουμ, ο οποίος δεν συμμετέχει πλέον στην κυβέρνηση της χώρας του, ωστόσο αυτό δεν αποτελεί εμπόδιο. Ο κ. Ντέισελμπλουμ έχει πει πως δεν επιθυμεί να παραμείνει στο Εurogroup, αλλά ούτε αυτό λέει τίποτα, ανάλογες δηλώσεις έχουν γίνει και στο παρελθόν από άλλους και ξεπεράστηκαν από τις εξελίξεις.

Αποχωρεί και ο Βίζερ

Εκτός από την αποχώρηση του προέδρου του Εurogroup, τον Ιανουάριο αποχωρεί λόγω συνταξιοδότησης και ο πρόεδρος της ομάδας εργασίας (ΕWG) του Εurogroup, Τόμας Βίζερ, ο ανώτατος υπάλληλος που προετοιμάζει σε τεχνικό επίπεδο με τους εκπροσώπους των κρατών μελών τις συνεδριάζεις των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης.

Ο κ. Βίζερ, που βρίσκεται στη θέση αυτή από το 2009, έχει διαχειριστεί την ελληνική κρίση από την πρώτη μέρα και στη συνέχεια την κρίση δημοσίου χρέους. Γνωρίζει στην τελευταία τους λεπτομέρεια τα μνημόνια της Ελλάδας, της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας, της Κύπρου και τη συμφωνία διάσωσης των τραπεζών της Ισπανίας.

Είναι προφανές ότι η αλλαγή του προέδρου του Εurogroup, όπως και κάθε αλλαγή, δημιουργεί εκ των πραγμάτων μια αβεβαιότητα, κυρίως για τη χώρα μας, δεδομένου ότι ο επόμενος πρόεδρος θα διαχειριστεί την προετοιμασία της εξόδου από το πρόγραμμα και φυσικά τη συζήτηση για την όποια ελάφρυνση του δημόσιου χρέους.

Το ίδιο ισχύει φυσικά σε μικρότερο βαθμό και με την αποχώρηση του κ. Βίζερ, ο οποίος στην ουσία βρίσκεται σε πολύ στενή θέση τόσο με τους θεσμούς όσο και με τους εκπροσώπους των υπουργών Οικονομικών των κρατών μελών.

Υποψηφιότητες

Οι υποψήφιοι για τη θέση θα πρέπει να εκδηλώσουν γραπτώς το ενδιαφέρον τους από τις 6 Νοεμβρίου που θα ξεκινήσει η διαδικασία μέχρι το επόμενο Εurogroup, στις 4 Δεκεμβρίου, όπου οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης θα εκλέξουν με ειδική πλειοψηφία τον πρόεδρο.