Skip to main content

Τι κομίζει ο «Ηρακλής» για τράπεζες και οικονομία

Της Ειρήνης Σακελλάρη
[email protected] 

Ο «Ηρακλής» πιάνει δουλειά. Το ελληνικό σχήμα για την αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων, που στηρίζεται στο ιταλικό πρότυπο, είναι έτοιμο πια να τεθεί σε εφαρμογή. Θα λειτουργήσει μέσα στην τρέχουσα χρήση ώστε να βοηθήσει τις τράπεζες να μειώσουν αισθητά το «κόκκινο» χαρτοφυλάκιό τους οδηγούμενες με άλλες προϋποθέσεις στο stress test του 2020, ενώ σε συνδυασμό με τις άκρως ευνοϊκές εξελίξεις στις αγορές χρέους θα μπορούσε να ανοίξει το δρόμο για την κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. 

Πώς λειτουργεί το APS

Το σχέδιο «Ηρακλής» επιδιώκει να διευκολύνει τις τράπεζες να τιτλοποιούν και να αφαιρούν μη εξυπηρετούμενα δάνεια από τους ισολογισμούς τους, με τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

Α. Δημιουργείται ένας φορέας διαχείρισης της τιτλοποίησης που θα αγοράζει μη εξυπηρετούμενα δάνεια από την τράπεζα και θα πωλεί τίτλους σε επενδυτές.

Β. Το κράτος θα παρέχει την εγγύηση του Δημοσίου για τους τίτλους υψηλής εξασφάλισης του φορέα τιτλοποίησης, οι οποίοι είναι χαμηλότερου κινδύνου. Σε αντάλλαγμα, το Δημόσιο θα λαμβάνει αμοιβή σύμφωνη με τους όρους της αγοράς.

Γ. Κρατικές εγγυήσεις θα παρέχονται έναντι αμοιβής με όρους της αγοράς, ανάλογα με τον κίνδυνο που αναλαμβάνεται και του χαρτοφυλακίου που τιτλοποιείται. 

Οι προμήθειες που θα καταβάλλουν οι τράπεζες για τα 9 δισ. ευρώ των κρατικών εγγυήσεων που θα παράσχει το Ελληνικό Δημόσιο, όπως αποσαφήνισε ο ίδιος, διαμορφώνεται μόλις σε 1,8% και σε καμία περίπτωση δεν θα καταβληθούν προκαταβολικώς.

Σύμφωνα με την κυβέρνηση η ένταξη των τραπεζών στο σχέδιο «Ηρακλής» θα βοηθήσει τις ελληνικές τράπεζες να περάσουν με επιτυχία τα stress tests.

Όπως είπε ο υφυπουργός Οικονομικών, αρμόδιος για χρηματοπιστωτικά θέματα, Γιώργος Ζαββός, ερωτώμενος για άλλα σχέδια που μπορούν να βοηθήσουν προς την ίδια κατεύθυνση (π.χ. εκείνο της ΤτΕ), οποιαδήποτε λύση η οποία δεν επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό, δεν αποτελεί state aid και ενδιαφέρει τους επενδυτές μπορεί να εξεταστεί.

Η Τράπεζα της Ελλάδος εξάλλου έστειλε χθες το μήνυμα πως εάν και πρόκειται για ένα σημαντικό βήμα στη σωστή κατεύθυνση, δεν είναι αρκετό για την αντιμετώπιση ενός τόσο μεγάλου προβλήματος. «Είναι σημαντικό να εφαρμοστούν συστημικές λύσεις, που θα λειτουργούν συμπληρωματικά προς τις προσπάθειες που καταβάλλουν οι ίδιες οι τράπεζες για την ταχεία βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού τους» τόνισε ο Γιάννης Στουρνάρας, ενώ υπογράμμισε ότι παράλληλα με την αντιμετώπιση του προβλήματος των NPEs, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά και το ζήτημα της αναβαλλόμενης φορολογίας (DTC) με τρόπους συμβατούς με τους κανόνες περί κρατικής βοήθειας της Ε.Ε.. 

Έρχεται επενδυτική βαθμίδα;

Το πράσινο φως στο σχέδιο Ηρακλής έρχεται σε μία ιδιαίτερα ευνοϊκή συγκυρία για τη χώρα στις αγορές. Τα διεθνή μέσα μιλούν για μία «μεταμόρφωση» της Ελλάδας, μίας χώρας που είχε περάσει από τρία μνημόνια και τη μεγαλύτερη αναδιάρθρωση χρέους όλων των εποχών. Είναι βεβαίως οι φόβοι για παγκόσμια ύφεση και η μαζική στροφή στο «καταφύγιο» του κρατικού χρέους εκείνη, που αναδεικνύει τα ελληνικά ομόλογα σε ελκυστική επιλογή, αλλά η τόσο μεγάλη αποκλιμάκωση των αποδόσεων δεν θα ήταν δυνατή, εάν δεν είχε αποκατασταθεί και η εμπιστοσύνη των επενδυτών στις προοπτικές της χώρας. 

Το ιστορικό χαμηλό επιτόκιο του 1,5% στην επανέκδοση του 10ετους και η ποιοτική σύνθεση των αγοραστών του, όπως και το αρνητικό επιτόκιο-για πρώτη φορά- στην έκδοση τρίμηνων εντόκων γραμματίων συνιστούν εξελίξεις, που σε συνδυασμό με την επιτάχυνση της προσπάθειας των τραπεζών να απαλλαγούν από το βάρος των κόκκινων δανείων ανοίγουν το δρόμο για αναβαθμίσεις του αξιόχρεου από τους οίκους αξιολόγησης. 

Σχολιάζοντας τις τελευταίες εξελίξεις με τη ραγδαία αποκλιμάκωση των επιτοκίων των κρατικών τίτλων, ο κ. Στουρνάρας εκτίμησε ότι η επενδυτική βαθμίδα για τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου θα ανακύψει γρήγορα, η οποία και θα ανοίξει τον δρόμο για τη συμμετοχή τους στο Πρόγραμμα Αγοράς Τίτλων (APP) της ΕΚΤ. Όπως τόνισε, με τον τρόπο αυτόν η Ελλάδα «θα μειώσει περαιτέρω το κόστος δανεισμού, ενισχύοντας έτσι την ανάπτυξη και βελτιώνοντας τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους. Υπό αυτό το ευνοϊκό σενάριο, είναι δυνατόν να επιτευχθούν υψηλότεροι από ό,τι προβλέπεται σήμερα ρυθμοί ανάπτυξης, της τάξεως του 3%, μέσω της αύξησης των επενδύσεων, λαμβανομένου υπόψη και του αρνητικού παραγωγικού κενού».