Skip to main content

Με αύξηση δόσεων και αυστηρότερα κριτήρια η νέα πάγια ρύθμιση χρεών

Από την έντυπη έκδοση

Tου Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]

Διπλάσια ανώτατα όρια μηνιαίων δόσεων σε σύγκριση με τα ισχύοντα σήμερα και ταυτόχρονη αυστηροποίηση των κριτηρίων υπαγωγής προβλέπει το σχέδιο της κυβέρνησης για τη ριζική αναμόρφωση της πάγιας ρύθμισης των οφειλών προς τη φορολογική διοίκηση. Η νέα πάγια ρύθμιση θα τεθεί σε ισχύ εντός του τελευταίου διμήνου του τρέχοντος έτους ή από τον Ιανουάριο του 2020. Σε κάθε περίπτωση θα αρχίσει να εφαρμόζεται αφού λήξει οριστικά η ισχύς της ρύθμισης των 120 δόσεων.

Σύμφωνα με το σχέδιο το οποίο επεξεργάστηκε η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων στις οποίες θα μπορούν να τακτοποιούν τις φορολογικές οφειλές και τα λοιπά χρέη τους προς το Δημόσιο τα φυσικά και τα νομικά πρόσωπα θα αυξηθεί από τις 12 στις 24 για ποσά φόρων που βεβαιώνονται τακτικά μέσα στο χρόνο και από 24 σε 48 για ποσά τα οποία βεβαιώνονται εκτάκτως, όπως -για παράδειγμα- ο φόρος κληρονομιάς, δωρεάς ή γονικής παροχής. Ωστόσο, η δυνατότητα τακτοποίησης των οφειλών στον ανώτατο αριθμό δόσεων δεν θα παρέχεται σε όλους ανεξαιρέτως τους οφειλέτες, αλλά μόνο σε όσους πληρούν συγκεκριμένα εισοδηματικά κριτήρια. Πιο αναλυτικά, το σχέδιο του υπουργείου Οικονομικών για τη νέα πάγια ρύθμιση των οφειλών προς τη φορολογική διοίκηση προβλέπει:

1 Διπλασιασμό των ανώτατων ορίων στους αριθμούς των δόσεων. Για τις οφειλές που βεβαιώνονται τακτικά κάθε χρόνο, όπως ο φόρος εισοδήματος, ο ΕΝΦΙΑ και ο ΦΠΑ το ανώτατο όριο των μηνιαίων δόσεων θα αυξηθεί από 12 σε 24. Έτσι, φορολογούμενος που χρωστάει στην Εφορία συνολικά 5.000 ευρώ θα μπορεί να εξοφλήσει το ποσό αυτό σε 24 μηνιαίες δόσεις, πληρώνοντας 218,75 ευρώ κάθε μήνα, ενώ με το ισχύον σήμερα καθεστώς πάγιας ρύθμισης των 12 δόσεων οφείλει να καταβάλλει κάθε μήνα 437,50 ευρώ. Για οφειλές που βεβαιώνονται εκτάκτως, όπως ο φόρος κληρονομιάς, δωρεάς ή γονικής παροχής ή τα πρόστιμα από φορολογικές παραβάσεις, το ανώτατο όριο των μηνιαίων δόσεων θα αυξηθεί από 24 σε 48.

2 Ελάχιστη μηνιαία δόση 15 ευρώ. Το ποσό κάθε μηνιαίας δόσης δεν θα μπορεί να είναι μικρότερο των 15 ευρώ, κάτι το οποίο ισχύει και με το σημερινό καθεστώς πάγιας ρύθμισης.
 
3 Εισοδηματικά κριτήρια. α) Για οφειλέτες των οποίων το ετήσιο ατομικό εισόδημα του προηγούμενου έτους είναι χαμηλότερο των 10.000 ευρώ θα ισχύει το ανώτατο όριο αριθμού μηνιαίων δόσεων, δηλαδή 24 ή 48 ανάλογα με το εάν η οφειλή είναι τακτική ή έκτακτη. Ο μόνος περιορισμός που θα ισχύει για τους οφειλέτες αυτούς θα είναι το ελάχιστο όριο των 15 ευρώ στο ποσό κάθε μηνιαίας δόσης. Το ποσό αυτό θα καθορίζει τον αριθμό των δόσεων κάτω από τα όρια των 24 ή 48, μόνο στις περιπτώσεις τακτικών οφειλών κάτω των 360 ευρώ ή εκτάκτων κάτω των 720 ευρώ, στις οποίες η διαίρεση με τα όρια αυτά, δίνει ποσό μηνιαίας δόσης χαμηλότερο των 15 ευρώ. Π.χ., οφειλή φόρου εισοδήματος 240 ευρώ διαιρούμενη με το ανώτατο όριο των 24 δόσεων δίνει ποσό μηνιαίας δόσης 10 ευρώ, όμως λόγω του περιορισμού της ελάχιστης δόσης των 15 ευρώ, η οφειλή θα ρυθμίζεται υποχρεωτικά σε 16 μηνιαίες δόσεις (240 ευρώ συνολική οφειλή /15 ευρώ ελάχιστο ποσό δόσης = 16 δόσεις).

β) Για οφειλέτες των οποίων το ετήσιο ατομικό εισόδημα του προηγούμενου έτους είναι μεγαλύτερο των 10.000 ευρώ, ο αριθμός των δόσεων θα καθορίζεται με βάση κλίμακα ποσοστών που θα εφαρμόζονται επί του ετήσιου εισοδήματος, κατά το πρότυπο της εφαρμοζόμενης αυτόν τον καιρό ρύθμισης των 120 μηνιαίων δόσεων. Έτσι, ανάλογα με το ύψος του ετήσιου εισοδήματος του προηγούμενου έτους θα προκύπτει ένα ετήσιο ποσό καταβολών, το οποίο θα διαιρείται αρχικά με τον αριθμό 12 και θα δίνει το μηνιαίο ποσό το οποίο θα είναι σε θέση να πληρώνει ο οφειλέτης. Στη συνέχεια το συνολικό ύψος των ρυθμιζόμενων οφειλών θα διαιρείται με το μηνιαίο αυτό ποσό και έτσι θα προκύπτει ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων. Και στην περίπτωση αυτή θα ισχύουν περιορισμοί, όπως ότι το ποσό κάθε μηνιαίας δόσης δεν θα μπορεί να είναι μικρότερο από τα 15 ευρώ και ότι ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων δεν θα μπορεί να είναι μεγαλύτερος των 24 ή των 48 κατά περίπτωση.

Με το ισχύον σήμερα καθεστώς πάγιας ρύθμισης, το ανώτατο όριο των 12 μηνιαίων δόσεων για τις οφειλές από τακτικά καταβαλλόμενους φόρους μπορεί να το χρησιμοποιήσει οποιοσδήποτε οφειλέτης ανεξαρτήτως του ύψους του ετήσιου εισοδήματός του.
 
4 Παροχή «δεύτερης ευκαιρίας». Για τους οφειλέτες οι οποίοι δεν θα μπορούν να είναι συνεπείς στην αποπληρωμή των δόσεων της νέας πάγιας ρύθμισης και θα τη χάνουν ενδέχεται να προβλεφθεί η παροχή δεύτερης ευκαιρίας για ρύθμιση των οφειλών τους σε πολλές δόσεις, αλλά με τον επαχθή  όρο της σημαντικής αύξησης του επιτοκίου υπολογισμού των προσαυξήσεων. Σήμερα, οι οφειλέτες που χάνουν την πάγια ρύθμιση των 12 ή 24 μηνιαίων δόσεων έχουν την ευκαιρία να υπαχθούν εκ νέου σ’ αυτήν με τους ίδιους όρους.
 
5 Επιτόκιο 5% ετησίως. Το επιτόκιο με το οποίο θα επιβαρύνεται η ρυθμισμένη οφειλή θα ανέρχεται σε 5% ετησίως, όσο δηλαδή προβλέπεται και στην ισχύουσα σήμερα πάγια ρύθμιση.

6 Αποδέσμευση τραπεζικών λογαριασμών. Ταυτόχρονα με την εφαρμογή της νέας πάγιας ρύθμισης το υπουργείο Οικονομικών και η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων θα ενεργοποιήσουν και τον νέο μηχανισμό της σταδιακής αποδέσμευσης ποσών από τους δεσμευμένους τραπεζικούς λογαριασμούς των οφειλετών της φορολογικής διοίκησης που θα εντάσσονται είτε στη νέα αυτή ρύθμιση είτε στην ισχύουσα που θα εξακολουθεί να λειτουργεί για όσους δεν πληρούν τα κριτήρια υπαγωγής στη νέα. Ο μηχανισμός αυτός είχε αρχικά προβλεφθεί να τεθεί σε ισχύ από την 1η Οκτωβρίου 2019, ωστόσο η ημερομηνία έναρξης της εφαρμογής του αποφασίστηκε να μετατεθεί για μετά τη λήξη της ρύθμισης των 120 δόσεων και να συμπέσει με την εφαρμογή της νέας πάγιας ρύθμισης. Όταν ενεργοποιηθεί το σύστημα αυτό, οι οφειλέτες με δεσμευμένους τραπεζικούς λογαριασμούς θα ανακτούν σταδιακά τον έλεγχό τους, κερδίζοντας ακατάσχετο όριο πάνω από τα 1.250 ευρώ. Το ακατάσχετο ποσό θα αυξάνεται σταδιακά όσο εξυπηρετούν τους όρους της τμηματικής εξόφλησης των οφειλών τους.

Ειδικότερα, ο μηχανισμός αποδέσμευσης του τραπεζικού λογαριασμού, ο οποίος προβλέπεται με το άρθρο 130 του ν. 4611/2019, θα αρχίσει να λειτουργεί εφόσον γίνουν τα ακόλουθα βήματα:

1ο βήμα) Ο ενδιαφερόμενος οφειλέτης πρέπει να τακτοποιήσει στο σύνολό τους όλες τις ατομικές ληξιπρόθεσμες οφειλές του προς τη φορολογική διοίκηση. Δηλαδή ο οφειλέτης πρέπει να υποβάλει αίτηση για την τμηματική αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων χρεών του:

α) είτε με την ισχύουσα σήμερα πάγια ρύθμιση του ν. 4152/2013, που προβλέπει εξόφληση σε έως και 12 μηνιαίες δόσεις, αν πρόκειται για οφειλή από τακτική φορολογική υποχρέωση (από φόρο εισοδήματος, ΦΠΑ, ΕΝΦΙΑ κ.λπ.), ή σε 24 μηνιαίες δόσεις, εάν πρόκειται για οφειλή από έκτακτη αιτία (από φόρο κληρονομιάς, πρόστιμο για φορολογικές παραβάσεις κ.λπ.),

β) είτε με τη νέα πάγια ρύθμιση, που θα προβλέπει εξόφληση σε έως και 24 μηνιαίες δόσεις αν πρόκειται για οφειλή από τακτική φορολογική υποχρέωση ή σε 48 μηνιαίες δόσεις εάν πρόκειται για οφειλή από έκτακτη αιτία.

2ο βήμα) Αφού ο οφειλέτης τακτοποιήσει όλες τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του, εντάσσοντάς τες σε ρυθμίσεις, θα πρέπει να είναι συνεπής στην πληρωμή όλων των μηνιαίων δόσεων. Θα πρέπει δηλαδή κάθε μήνα να καταβάλλει εμπρόθεσμα τις δόσεις όλων των ρυθμίσεων στις οποίες έχει υπαχθεί.

3ο βήμα) Εφόσον ο οφειλέτης είναι συνεπής στην πληρωμή των μηνιαίων δόσεων όλων των ρυθμίσεών του, θα πρέπει να υποβάλει ηλεκτρονικά, στο σύστημα TAXISnet, αίτηση περιορισμού της κατάσχεσης. Στην αίτηση αυτή θα πρέπει να αναγράφεται ο αριθμός λογαριασμού για τον οποίο ζητά τον περιορισμό. Ειδικά για τα φυσικά πρόσωπα, ο περιορισμός της κατάσχεσης θα χορηγείται αποκλειστικά για τα υπόλοιπα που υπάρχουν στον δηλωθέντα ως «μοναδικό ακατάσχετο λογαριασμό».

4ο βήμα) Η υπηρεσία της ΑΑΔΕ που είναι αρμόδια για την είσπραξη των οφειλών (το Ελεγκτικό Κέντρο, ή ΔΟΥ ή το Τελωνείο) θα προχωρεί στην έκδοση απόφασης για την αποδέσμευση μέρους του υπολοίπου ενός τραπεζικού λογαριασμού του οφειλέτη. Το ύψος του ποσού που θα αποδεσμεύεται θα εξαρτάται από τα ποσά των μηνιαίων δόσεων των ρυθμίσεων, τα οποία θα έχει πληρώσει εμπρόθεσμα ο οφειλέτης κατά τον αμέσως προηγούμενο μήνα. Το ακριβές ποσό το οποίο θα αποδεσμεύεται θα προκύπτει με τον ακόλουθο τρόπο:

* Το εμπρόθεσμα εξοφληθέν ποσό της μηνιαίας δόσης κάθε ρύθμισης θα πολλαπλασιάζεται με έναν συντελεστή, ο οποίος δεν θα μπορεί να είναι μικρότερος του 3 και μεγαλύτερος του 4,5. Σε κάθε εν ενεργεία ρύθμιση του οφειλέτη το ύψος του συντελεστή θα κλιμακώνεται από το 3 έως το 4,5 όσο περισσότερες μηνιαίες δόσεις της ρύθμισης εξοφλεί εμπρόθεσμα ο οφειλέτης. Στην αρχή, κατά τον πρώτο μήνα εφαρμογής της διαδικασίας αποδέσμευσης, το ποσό της εμπρόθεσμα εξοφληθείσας, κατά τον προηγούμενο μήνα, δόσης θα πολλαπλασιάζεται με τον συντελεστή 3. Σε καθέναν από τους επόμενους μήνες η εμπρόθεσμα εξοφληθείσα μηνιαία δόση του προηγούμενου μήνα θα πολλαπλασιάζεται με συντελεστή ολοένα και πιο υψηλό με ανώτατο όριο το 4,5.

* Το γινόμενο «εμπρόθεσμα πληρωθείσα μηνιαία δόση κατά τον προηγούμενο μήνα Χ συντελεστή» κάθε ρύθμισης θα αθροίζεται με τα αντίστοιχα γινόμενα των υπόλοιπων ρυθμίσεων του οφειλέτη και το τελικό άθροισμα που θα προκύπτει θα αποτελεί το ακατάσχετο όριο ποσού που θα πρέπει να ισχύσει κατά τον τρέχοντα μήνα για έναν και μόνο τραπεζικό λογαριασμό του οφειλέτη.