Από την έντυπη έκδοση
Της Ειρήνης Σακελλάρη
[email protected]
Eπανατιμολογούν καταθέσεις και χορηγήσεις οι ελληνικές τράπεζες, στον αντίκτυπο των εξαγγελιών του Μάριο Ντράγκι. Τα πιστωτικά ιδρύματα προχωρούν σε repricing καταθέσεων και των δανείων με στόχο να μειωθούν τα επιτόκια αλλά να διατηρηθεί η υγεία των ισολογισμών τους, που βρίσκονται σε φάση απολύτως ευαίσθητη.
Η απελευθέρωση των κεφαλαιακών περιορισμών έχει ήδη αφήσει το αποτύπωμά της στα γκισέ των τραπεζών και όπως παρατηρούν τραπεζικά στελέχη τα πάντα συγκλίνουν στην αντίληψη πως δεν θα υπάρξει εκροή καταθέσεων. Βεβαίως ούτε ιδιαίτερη εισροή υπήρξε, προς το παρόν τουλάχιστον, πέρα από κάποια ρευστοποίηση αμοιβαίων του εξωτερικού, κυρίως διότι το κόστος της διατήρησής τους ήταν εξαιρετικά υψηλό. Σε ό,τι αφορά τις λοιπές καταθέσεις η προσπάθεια θα συνεχιστεί, όμως η προσπάθεια αυτή προς το παρόν τουλάχιστον εμποδίζεται από τις πολυάριθμες κατασχέσεις που οδηγούν πολλούς καταναλωτές να διατηρούν διαθέσιμα εκτός τραπεζικού συστήματος.
Έτσι λοιπόν οι τράπεζες από αυτήν την άποψη εμφανίζονται έτοιμες να προχωρήσουν σε μείωση των επιτοκίων μετά τις αποφάσεις που έλαβε η ΕΚΤ, η οποία έδωσε το σχετικό σήμα.
Άλλωστε η προσπάθεια προς την κατεύθυνση μείωσης των επιτοκίων θα είναι πανευρωπαϊκή, γιατί μόνο έτσι οι τράπεζες και κυρίως οι ελληνικές μπορούν να σώσουν τους ισολογισμούς τους. Ξεκινώντας από τις προθεσμιακές καταθέσεις, γι’ αυτές θα πρέπει να αναμένεται σημαντικό repricing, με δεδομένο πως τα επιτόκια κινούνται σε μάλλον υψηλά επίπεδα -περίπου στις 60 μονάδες βάσης-, όταν στο εξωτερικό είναι είτε μηδενικά είτε και αρνητικά. Όμως οι ελληνικές τράπεζες σε ένα εύρος χρόνου όχι πολύ μακριά από σήμερα δεν μπορούν παρά να προχωρήσουν σε επανατιμολόγηση και των χορηγήσεων.
Ερώτημα για τα κέρδη
Έτσι το ερώτημα που τίθεται αφορά την επανατιμολόγηση των δανείων και κατά πόσο αυτή θα πλήξει τα έσοδα και την κερδοφορία των τραπεζών, όπως άλλωστε αναφέρουν στις πρόσφατες εκθέσεις τους η Deutsche Bank και η Goldman Sachs. Η απάντηση που δίδεται από τις ελληνικές τράπεζες σε αυτό το ερώτημα είναι αρνητική, διότι, όπως εξηγούν, η νέα παραγωγή δανείων βαίνει αυξανόμενη και αυτή η παραγωγή βρίσκεται σε επιτόκιο υψηλότερο του επιτοκίου stock που είναι χαμηλό. Οπότε η ενισχυμένη συμβολή αυτής της παραγωγής κάνει τα έσοδα από τόκους ανθεκτικά. Επομένως οι χορηγήσεις θα φθηνύνουν και αυτές με τη σειρά τους και σταδιακά.
Κοστολογώντας πάντως συνολικά τις επιπτώσεις από τις εξαγγελίες της ΕΚΤ, τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα σημειώνουν πως το tiering (επιτόκιο που επιβάλλεται κλιμακωτά στην πλεονάζουσα ρευστότητα) θα τις επηρεάσει θετικά, καθώς από αρνητική απόδοση 50 μονάδες βάσης η πλεονάζουσα ρευστότητα θα οδηγηθεί σε κόστος μηδενικό εντός των ορίων που ευσταθούν για την ελληνική αγορά.
Σε ό,τι αφορά, τέλος, το πρόγραμμα ΤLTRO, το οποίο παρέχει χρηματοδότηση σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για περιόδους έως και τεσσάρων ετών, οι ελληνικές τράπεζες αναφέρουν πως θα εξετάσουν αν θα πάρουν πρόσθετη χρηματοδότηση, πάντα όμως σε συνάρτηση με τα καλύμματα που διαθέτουν.
Γ. Στουρνάρας: Η Λαγκάρντ στα χνάρια του Ντράγκι
Η διάδοχος του Μάριο Ντράγκι στην ηγεσία της ΕΚΤ θα ταχθεί πιθανόν υπέρ της διατήρησης της πολύ χαλαρής νομισματικής πολιτικής και της στήριξης, όταν θα αναλάβει τα καθήκοντά της τον Νοέμβριο, σύμφωνα με τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα. «Υπάρχουν ισχυρά νομισματικά, οικονομικά και χρηματοπιστωτικά επιχειρήματα που υποδηλώνουν ότι η νέα πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, θα συνεχίσει, περισσότερο ή λιγότερο, την ίδια γραμμή», δήλωσε ο κεντρικός τραπεζίτης σε συνέντευξη που έδωσε στο Bloomberg και αναπαράγει το ΑΠΕ.
O κ. Στουρνάρας ήταν μεταξύ της πλειοψηφίας των αξιωματούχων της ΕΚΤ που υποστήριξαν να περιληφθεί η αγορά ομολόγων στο πακέτο στήριξης που ανακοινώθηκε την περασμένη Πέμπτη από τον Ντράγκι, στο οποίο περιλαμβάνεται επίσης μία μείωση των επιτοκίων. Αν και ο Ντράγκι έκανε λόγο για «ευρεία συναίνεση» όσον αφορά την κίνηση αυτή, υπήρξε αντίθεση από διοικητές κεντρικών τραπεζών που εκπροσωπούν πάνω από το μισό του πληθυσμού και του εθνικού προϊόντος της Ευρωζώνης.
Ο Έλληνας κεντρικός τραπεζίτης σημείωσε ότι η στήριξη δικαιολογείται από τις αδύναμες οικονομικές προοπτικές που αντιμετωπίζει η Ευρωζώνη.
Οι αποφάσεις της περασμένης εβδομάδας «ήταν αναγκαίες, επειδή ο πληθωρισμός παραμένει πολύ χαμηλός, οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές του έχουν αναθεωρηθεί καθοδικά και παραμένουν πολύ χαμηλότερες από τον στόχο της ΕΚΤ και οι ρυθμοί ανάπτυξης υποδηλώνουν μια σημαντική επιβράδυνση της οικονομίας της Ευρωζώνης», είπε. «Επιπλέον, οι κίνδυνοι παραμένουν καθοδικοί, ιδιαίτεροι αυτοί που αφορούν τον εμπορικό πόλεμο και ένα Brexit χωρίς συμφωνία».
Την περασμένη εβδομάδα ο Ντράγκι απηύθυνε εντονότερη έκκληση στις κυβερνήσεις να ακολουθήσουν τις προσπάθειές του για τη στήριξη της οικονομίας, λέγοντας ότι «είναι η ώρα της δημοσιονομικής πολιτικής». Ο Στουρνάρας συμμερίστηκε την έκκληση αυτή, λέγοντας ότι οι χώρες που έχουν τα μέσα για δημοσιονομική στήριξη πρέπει να αναλάβουν δράση για το κοινό καλό.
Οι Ολλανδοί είναι πιθανόν να σημάνουν το τέλος της πολιτικής μείωσης του χρέους τους αυτή την εβδομάδα, αν και οι Γερμανοί παραμένουν πολύ επιφυλακτικοί όσον αφορά τις δαπάνες τους.
«Η δημοσιονομική πολιτική στις χώρες εκείνες της Ευρωζώνης με επαρκή δημοσιονομικό χώρο και περιθώριο στο ισοζύγιο πληρωμών δεν συμβάλλει στον αναγκαίο βαθμό στην ανάκαμψη της οικονομίας της Ευρωζώνης», είπε ο Στουρνάρας, προσθέτοντας: «Συνεπώς, η νομισματική πολιτική πρακτικά -και δυστυχώς- παραμένει το μόνο διαθέσιμο μέσο πολιτικής».
Αντιστάθμιση του κόστους ρευστότητας
H θέσπιση κλιμακωτού επιτοκίου καταθέσεων από την ΕΚΤ θα μειώσει την επίπτωση των χαμηλών επιτοκίων στα περιθώρια κέρδους των τραπεζών της Ευρωζώνης, εκτιμά ο οίκος αξιολόγησης Moody’s σε ανάλυσή του. Όπως αναφέρει, στις 12/9 η ΕΚΤ ανακοίνωσε ότι θα καθιερώσει ένα σύστημα δύο κλιμακίων στα υπερβάλλοντα διαθέσιμα των τραπεζών, εξαιρώντας ένα μέρος των καταθέσεών τους -πέραν των υποχρεωτικών- από το αρνητικό επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων και επιβάλλοντας σε αυτό μηδενικό επιτόκιο. Η καθιέρωση του κλιμακωτού επιτοκίου στην υπερβάλλουσα ρευστότητα των τραπεζών που τοποθετείται στην κεντρική τράπεζα είναι θετική για το αξιόχρεό τους, επειδή θα περιορίσει το κόστος διατήρησης ρευστότητας στην ΕΚΤ, επιτρέποντας τη μερική αντιστάθμισή του.
Σύμφωνα με τον Moody’s, το κλιμακωτό επιτόκιο καταθέσεων θα είναι ιδιαίτερα επωφελές για τις γερμανικές και τις γαλλικές τράπεζες, τα αποθέματα ρευστότητας των οποίων αντιστοιχούν στο 60% της συνολικής ρευστότητας που τοποθετείται στην ΕΚΤ. Ο οίκος αναφέρει ότι οι τράπεζες του ευρωπαϊκού Νότου θα ωφεληθούν σε μικρότερη έκταση, επειδή δεν διατηρούν μεγάλα ποσά πλεοναζόντων διαθεσίμων στις κεντρικές τράπεζες. Ωστόσο, τονίζει, οι τράπεζες αυτές θα συνεχίσουν να ωφελούνται από τον τρίτο γύρο των στοχευμένων μακροχρόνιων δανείων της ΕΚΤ (γνωστών ως TLTRO III). Με το νέο κλιμακωτό σύστημα θα εξαιρούνται από το αρνητικό επιτόκιο οι καταθέσεις πλεοναζόντων διαθεσίμων των τραπεζών έως το εξαπλάσιο των υποχρεωτικών διαθεσίμων τους.