Skip to main content

Η πανδημία ίσως επιδεινώσει το χάσμα ανάμεσα σε αναπτυσσόμενες και αναπτυγμένες χώρες

Ακόμα και πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας, οι αναπτυσσόμενες χώρες αγωνίζονταν για να διατηρήσουν τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης που σημείωναν οι οικονομίες τους πριν από μία δεκαετία. Εκείνη την περίοδο ξεκίνησαν να δημιουργούν προσδοκίες πως οι οικονομίες τους θα μπορούσαν να πλησιάσουν τις οικονομίες των ανεπτυγμένων αγορών.

Ο κορωνοϊός όμως βάζει επιπλέον εμπόδια σε αυτή την εξέλιξη, εδραιώνοντας μάλλον το χάσμα  μεταξύ πλούσιων και φτωχότερων κρατών στον κόσμο.

Όπως αναφέρει η Wall Street Journal, την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα, η οικονομική ανάπτυξη ορισμένων αναπτυσσόμενων χωρών τους επέτρεψε  να καλπάσουν πιο γρήγορα απ’ ό,τι πλούσιες περιοχές, όπως η Βόρεια Αμερική ή  η Ευρώπη. Ήταν η εποχή των χωρών «BRICS»- το ακρωνύμιο για τις χώρες της Βραζιλίας, της Ρωσίας, της Ινδίας, της Κίνας και της Νότιας Αφρικής, χώρες που αποτελούν τεράστιες αγορές και εκείνη την περίοδο γνώρισαν ταχύτατους ρυθμούς ανάπτυξης.

Έτσι πολλές αναπτυσσόμενες χώρες άρχισαν να μειώνουν το χάσμα που τις χώριζε από τις αναπτυγμένες δίνοντας υπόσταση στην οικονομική θεωρία της σύγκλισης. Σύμφωνα με τη θεωρία, οι αναπτυσσόμενες χώρες μπορούν να αναπτυχθούν ταχύτατα και δύνανται να καλύψουν το χάσμα μέσα από επενδύσεις και κάνοντας χρήση εισαγόμενης τεχνολογίας.

Από το 2000 έως το 2012, οι χώρες με χαμηλό και μεσαίο κατά κεφαλήν εισόδημα εμφάνιζαν κατά μέσο όρο ρυθμό ανάπτυξης 6% ετησίως τη στιγμή που οι χώρες με υψηλό εισόδημα εμφάνιζαν 2% ανάπτυξη- σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας. Ο ρυθμός όμως των φτωχότερων αυτών χωρών επιβραδύνθηκε πέφτοντας στο  4,5% από το 2013 έως το 2019 τη στιγμή που ο ρυθμός  ανάπτυξης των πλουσιότερων χωρών παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητος. Νιγηρία, Βραζιλία, Νότια Αφρική, Αγκόλα, Ταϊλάνδη και Περού πάτησαν γκάζι από το 2000 ως το 2012, μόνο για αποδυναμωθούν ξανά τα επόμενα χρόνια.

Κάποιες χώρες, όπως το Βιετνάμ και το Μπαγκλαντές, κατάφεραν να συγκρατήσουν το ρυθμό ανάπτυξής τους και μετά το 2012, ωστόσο, αν απομακρύνουμε από την εξίσωση τους τιτάνες, Ινδία και Κίνα, οι αναδυόμενες δυνάμεις στον αναπτυσσόμενο κόσμο τα τελευταία οκτώ χρόνια αναπτύσσονται τόσο αργά όσο οι ανεπτυγμένες- σύμφωνα με το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο.

Αυτό υποσκάπτει μία απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη των αναδυόμενων αγορών οι οποίες υποτίθεται ότι γνωρίζουν ταχύτατους ρυθμούς ανάπτυξης, υποστηρίζει ο Ρόμπιν Μπρουκς, επικεφαλής οικονομολόγος του Ινστιτούτου. Ο Μπρουκς παρατηρεί μια στασιμότητα στις αναδυόμενες αγορές που σημαίνει που σημαίνει αργή ανάπτυξη μακροπρόθεσμα.

Ερμηνεύοντας τους λόγους για τους οποίους δεν πραγματοποιούνται επενδύσεις στις αναπτυσσόμενες χώρες, οι οικονομολόγοι αναφέρουν παράγοντες όπως οι χαμηλές τιμές των εμπορευμάτων, ο προστατευτισμός στο εμπόριο και ο αυτοματισμός που περιορίζει τις ανάγκες για φθηνή εργασία . Πλέον σε αυτούς τους παράγοντες μπορεί να προστεθεί και η πανδημία, η οποία αποδυναμώνει  συστήματα υγείας και οικονομίες.

Η αποδυνάμωση αυτή οφείλεται εν μέρει στις μειωμένες εξαγωγές- λόγω μειωμένης ζήτησης- εμπορευμάτων που παράγουν οι αναδυόμενες οικονομίες.  Ένα άλλος λόγος είναι ότι πλούσια κράτη, όπως οι ΗΠΑ, αναμένεται ότι θα επαναπατρίσουν διάφορες μονάδες παραγωγής αγαθών, όπως τα αγαθά ιατρικού εξοπλισμού, αποεπενδύοντας από τις αναδυόμενες χώρες.

Επίσης πολλές από τις φτωχότερες χώρες στηρίζονται στον τουρισμό, στις  μεταφορές και στις κατασκευές, τομείς που όμως πλήττονται σημαντικά από την πανδημία. Σε αυτές τις χώρες, οι κυβερνήσεις υπολείπονται των διαθέσιμων για την τόνωση της οικονομίας κεφαλαίων- όπως έπραξαν τα πλούσια κράτη των ΗΠΑ και της Ιαπωνίας ρίχνοντας  χρήμα στην αγορά.

Παράλληλα, πλέον οι μετανάστες στέλνουν λιγότερα χρήματα στις οικογένειές τους που βρίσκονται στην πατρίδα, συμπεριφορά που επηρεάζει ιδιαίτερα χώρες όπως το Ελ Σαλβαδόρ και τις Φιλιππίνες.

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπει ότι ο ρυθμός ανάπτυξης των αναπτυγμένων οικονομιών θα πέσει απότομα φέτος και σε σημαντικότερο βαθμό από τις αναπτυσσόμενες χώρες. Για την επόμενη χρονιά προβλέπει όμως παρόμοιο ρυθμό ανάπτυξης- περίπου 5% για τις αναπτυγμένες οικονομίες και 6% για τις αναδυόμενες αγορές και τις αναπτυσσόμενες οικονομίες.

naftemporiki.gr