Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Από την εντυπωσιακή ανάπτυξη, με μέσο ρυθμό της τάξεως του 5,6% για όλη την περίοδο της τελευταίας 15ετίας, στην απόλυτη αβεβαιότητα εξαιτίας της βύθισης της λίρας σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Η τουρκική οικονομία αποτελεί και πάλι πηγή παγκόσμιας ανησυχίας. Την περασμένη Παρασκευή, ημέρα ανακοίνωσης τις επιβολής δασμών από τις ΗΠΑ στις εισαγωγές τουρκικών μετάλλων, ένα δολάριο αρκούσε για την αγορά 6,427 τουρκικών λιρών, όταν η μέση ισοτιμία για το 2017 ανερχόταν στο 3,65.
Με το έλλειμμα εμπορικού ισοζυγίου να ξεπερνά τα 76 δισ. δολάρια ήδη από το 2017 και το έλλειμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών να ανέρχεται στα 47,3 δισ. ευρώ, οι ξένες αγορές δεν μπορούν να μείνουν αδιάφορες στα όσα εξελίσσονται στο συγκεκριμένο μέλος της ομάδας των G20 και του ΝΑΤΟ, πόσο μάλλον όταν η οικονομία της Τουρκίας είναι η 17η μεγαλύτερη του πλανήτη με βάση τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας. Η ετήσια έκθεση που συνέταξε το γραφείο οικονομικών και εμπορικών υποθέσεων της ελληνικής πρεσβείας στην Άγκυρα αποτυπώνει με κάθε λεπτομέρεια την πορεία της τουρκικής οικονομίας, αλλά και των ελληνοτουρκικών οικονομικών σχέσεων. Όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά οι συντάκτες της έκθεσης, τρωτά σημεία της τουρκικής οικονομίας είναι:
- η εξάρτηση από τις εισροές κεφαλαίων για την εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους (δημόσιου και ιδιωτικού),
- το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο, παρά τις σημαντικές προσπάθειες για βελτίωσή του τα τελευταία χρόνια,
- τα χαμηλά επίπεδα κατανάλωσης στο εσωτερικό της χώρας (η οποία είναι μια αγορά περίπου 80 εκατομμυρίων καταναλωτών),
- τα χαμηλά συναλλαγματικά αποθέματα,
- οι περιορισμένες επενδύσεις σε έρευνα και τεχνολογία (μόλις το 0,73% του ΑΕΠ της) που επιβραδύνουν τον εκσυγχρονισμό της, και
- η πολιτική κατάσταση στη χώρα και την ευρύτερη περιοχή, που δημιουργούν κλίμα ανασφάλειας και αυξάνουν τον πολιτικό κίνδυνο για δυνητικούς επενδυτές.
Το ΑΕΠ της Τουρκίας διαμορφώθηκε το 2017 στα 851 δισ. δολάρια, με τον ετήσιο ρυθμό αύξησης στο 7,4%. Σε ονομαστικές τιμές, το ΑΕΠ της χώρας υποχώρησε συγκριτικά με το 2016 (από τα 856 στα 851 δισ. δολάρια) εξαιτίας του πληθωρισμού, ο οποίος «έτρεξε» το 2017 με 11,9%, το υψηλότερο ποσοστό από το 2012 μέχρι σήμερα.
Λόγω του πληθωρισμού υποχώρησε και το ονομαστικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ στα χαμηλότερα επίπεδα από το 2012: αυτό διαμορφώνεται στα 10.530 δολάρια από 10.807 δολάρια το 2016 και 11.588 δολάρια το 2012.
Οι εξαγωγές της Τουρκίας ανέρχονται στα 157 δισ. δολάρια, αλλά οι εισαγωγές εκτοξεύτηκαν το 2017 στα 233,8 δισ. δολάρια. Έτσι, το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο ανήλθε στα 76,78 δισ. δολάρια, από 56,07 δισ. δολάρια το 2016. Αντίστοιχα, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών έκλεισε πέρυσι με έλλειμμα 47,3 δισ. δολάρια, από 32,62 δισ. δολάρια το 2016. Το έλλειμμα ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αναλογεί, με βάση τα περσινά στοιχεία, στο 5,6% του ΑΕΠ.
Το δημόσιο χρέος της Τουρκίας ως ποσοστό του ΑΕΠ ανήλθε το 2017 στο 28,2%, από 33,9% το 2012, με την αναλογία να μειώνεται λόγω των ρυθμών ανάπτυξης. Αυτό που συνιστούσε από πέρυσι το πραγματικό πρόβλημα της τουρκικής οικονομίας ήταν η ταχύτατη διολίσθηση της ισοτιμίας της λίρας έναντι του δολαρίου, αλλά και των υπόλοιπων ισχυρών νομισμάτων.
Η ισοτιμία με το δολάριο διαμορφωνόταν στο 1,79 το 2012, με την πορεία έκτοτε να είναι ανοδική: στο 1,90 το 2013, στο 2,19 το 2014, στο 2,72 το 2015, στο 3,02 το 2016 και στο 3,65 το 2017, με το 2018 να εξελίσσεται έως τώρα εξαιρετικά αρνητικά για την ισοτιμία: με ένα δολάριο αγόραζε κάποιος 6,4 λίρες την περασμένη Παρασκευή. Τα ομόλογα της Τουρκίας έχουν ήδη χάσει την αξιολόγηση της επενδυτικής βαθμίδας, καθώς οι τρεις οίκοι αξιολόγησης τα κατατάσσουν στην κατηγορία «junk».
Όπως αναφέρεται και στην έκθεση της ελληνικής πρεσβείας, η τουρκική οικονομία αντιμετωπίζει τον κίνδυνο της «υπερθέρμανσης». Το πρώτο τρίμηνο της φετινής χρονιάς έκλεισε με ανάπτυξη 7,4%, ενώ όλοι οι διεθνείς οργανισμοί προβλέπουν ετήσιο ρυθμό άνω του 4% για φέτος (4,5% η Παγκόσμια Τράπεζα, 4,4% το ΔΝΤ και 4,4% η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανάπτυξης). Από την άλλη, ο προβληματισμός συνίσταται:
- Στο διευρυνόμενο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (5,6% του ΑΕΠ).
- Στις υψηλές ανάγκες αναχρηματοδότησης του εξωτερικού χρέους (20% του ΑΕΠ για το 2018) και ιδιαίτερα της εξυπηρέτησης του σημαντικού, σε συνάλλαγμα, ιδιωτικού χρέους (70% του συνόλου).
- Στις επιπτώσεις των δημοσιονομικών μέτρων στα δημόσια έσοδα καθώς και στην κατανομή των πόρων (κατανάλωση αντί παραγωγικών επενδύσεων).
- Στην ανεργία (10,6% τον Φεβρουάριο τ.ε., 10,9% μ.ό. το 2017) και ιδιαίτερα αυτή των νέων (20,8%).
- Στην επιδείνωση των σχέσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι ΗΠΑ είναι η έκτη χώρα υποδοχής τουρκικών προϊόντων με μερίδιο της τάξεως του 5,5% στο σύνολο των εξαγωγών (σ.σ.: πρώτη χώρα είναι η Γερμανία με 9,6% και ακολουθεί η Αγγλία με 6,1%).
Επίσης, οι ΗΠΑ είναι ο τέταρτος μεγαλύτερος προμηθευτής της Τουρκίας με μερίδιο 5,1% στο σύνολο των εισαγωγών (σ.σ.: πρώτη είναι η Κίνα με 10%).