Skip to main content

Allergan: Aπό το ναυάγιο με την Pfizer στον έλεγχο της AbbVie έναντι 63 δισ. δολαρίων

Είναι πλέον επίσημο. H AbbVie επιβεβαιώνοντας τις πληροφορίες, που είχαν δει νωρίτερα το φως της δημοσιότητας, ανακοίνωσε ότι προχωρά στην εξαγορά της Allergan, παρασκευάστριας του Botox, έναντι 63 δισ. δολαρίων. Αποκτά έτσι τον έλεγχο του μεγαλύτερου ονόματος στον χώρο των φαρμάκων ιατρικής αισθητικής και περιορίζει έτσι την εξάρτησή της από το πιο δημοφιλές φάρμακό της, Humira, που χρησιμοποιείται σε θεραπείες αρθρίτιδας. 

Οι μέτοχοι της Allergan θα λάβουν 0,8660 μετοχές της AbbVie και 120,30 δολάρια σε μετρητά για κάθε μετοχή, που έχουν στην κατοχή τους. Το συνολικό αντίτιμο είναι 188,24 δολάρια ανά μετοχή. Απέχει πολύ από το αντίτιμο των 363,63 δολαρίων ανά μετοχή, που είχε προσφέρει η Pfizer για την εταιρεία, η οποία έχει την έδρα της στην Ιρλανδία, το 2015. Συμπεριλαβανομένου του χρέους η αξία της συμφωνίας ανέρχεται σε 83 δισ. δολάρια.

Η AbbVie ήταν υπό πίεση να διαφοροποιήσει το χαρτοφυλάκιό της, καθώς το Humira, το φάρμακο με τις υψηλότερες πωλήσεις παγκοσμίως στο είδος του, θα δει τις πατέντες του να λήγουν το 2023 στις ΗΠΑ, ενώ ήδη αντιμετωπίζει οξύτατο ανταγωνισμό από φθηνότερες εκδοχές στην Ευρώπη. Πρόκειται για ένα φάρμακο, που πέρυσι απέδωσε έσοδα 20 δισ. δολαρίων στην AbbVie, αλλά το πρώτο τρίμηνο του 2019 εμφάνισε πτώση πωλήσεων για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια. Οι μετοχές της εταιρείας είχαν υποχωρήσει περισσότερο από 30% από τα ιστορικά υψηλά επίπεδα στα οποία είχαν σκαρφαλώσει τον Ιανουάριο του 2018 εξαιτίας ακριβώς των ανησυχιών για την τύχη του Humira. 

Ο 65χρονος διευθύνων σύμβουλος της ΑbbVie, Ρίτσαρντ Γκονζάλεζ, θα παραμείνει στο τιμόνι της νέας εταιρείας που θα προκύψει από την ολοκλήρωση της συμφωνίας έως και το 2023. Ο διευθύνων σύμβουλος της Allergan, Mπρεντ Σόντερς, ο οποίος πιστώνεται τη σημερινή μορφή της εταιρείας χάρη σε μία σειρά συμφωνιών, που έκλεισε από το 2014, θα συμμετέχει στο διοικητικό συμβούλιο. 

To  ναυάγιο του deal με τη Pfizer 

Αν και ο Σόντερς εξασφάλισε τη φήμη του ανθρώπου, που κλείνει μεγάλα deals, είχε βρεθεί υπό πίεση από το 2016 και έπειτα, όταν η Pfizer εγκατέλειψε το deal των 160 δισ. δολαρίων. Η αμερικανική φαρμακοβιομηχανία έκανε πίσω καθώς έχασε αιφινιδίως το μεγάλο φορολογικό κίνητρο που πρόσφερε η συμφωνία. 

Ουσιαστικά σκόπευε μετά την εξαγορά της Allergan να μεταφέρει την φορολογική έδρα της στο Δουβλίνο, όπου θα απολάμβανε ένα εξαιρετικά ευνοϊκό φορολογικό περιβάλλον. Θα ήταν ένα από τα σημαντικότερα παραδείγματα συμφωνιών «inversion», όπως αποκαλούνται τα deals με τα οποία αμερικανικές εταιρείες εξαγοράζουν μικρότερες ανταγωνίστριες στο εξωτερικό για να μεταφέρουν εκεί την έδρα τους και να αποφύγουν φόρους. Το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ (επί διακυβέρνησης Ομπάμα) προώθησε αλλαγή του νόμου, ώστε να μην είναι δυνατή αυτή η πρακτική. Η Pfizer παραδέχθηκε ότι αυτός ήταν ο λόγος, που εγκατέλειψε τη συμφωνία.  

Έκτοτε οι μετοχές της Allergan έχουν χάσει το ήμισυ της αξίας τους. Τον τελευταίο χρόνο μάλιστα ορισμένοι ακτιβιστές επενδυτές, όπως ο Ντέιβιντ Τέπερ, πίεζαν για διάλυση ή πώληση της εταιρείας. Η εξαγορά από μία μεγάλη εταιρεία ήταν λοιπόν θέμα επιβίωσης. 

Αξίζει να θυμίσουμε ότι την τελευταία διετία επικρατούν έντονες τάσεις συγκέντρωσης στον φαρμακευτικό κλάδο, με μεγάλες συμφωνίες. Μία από τις πλέον πρόσφατες είναι η εξαγορά της Celgene από την Bristol Myers Squibb έναντι 74 δισ. δολαρίων. 

naftemporiki.gr