Skip to main content

Στον «πάγο» τα νέα δάνεια των τραπεζών

Από την έντυπη έκδοση

Της Άννας Δόγα
[email protected]

Στα 700 εκατ. ευρώ μόλις διαμορφώθηκαν τα νέα δάνεια προς ιδιώτες και μικρομεσαίες επιχειρήσεις στο πρώτο εξάμηνο, καθώς οι δείκτες τόσο της προσφοράς όσο και της ζήτησης παρέμειναν «παγωμένοι» εν μέσω πολιτικοοικονομικής αβεβαιότητας.

Μάλιστα, μέρος των νέων εκταμιεύσεων, ειδικά στα στεγαστικά, αφορούσε αιτήσεις που υποβλήθηκαν πριν από την προεκλογική περίοδο, ενώ μεγάλο μέρος αιτήσεων που εγκρίθηκαν δεν εκταμιεύτηκε με πρωτοβουλία του πελάτη.

Οι νέες εκταμιεύσεις του εξαμήνου κινούνται μεν λίγο υψηλότερα από την αντίστοιχη περίοδο του 2014, αλλά απέχουν πολύ από τις προσδοκίες του προηγούμενου φθινοπώρου όταν οι προϋπολογισμοί προέβλεπαν στόχο του 2015 για νέα δάνεια της τάξης των 10 δισ. ευρώ, ο οποίος «προσγειώθηκε» στα 5 δισ. ευρώ στο τρίμηνο και πλέον υποχωρεί σταθερά όσο καθυστερεί η επίτευξη συμφωνίας που θα άρει την αβεβαιότητα.

Στο εξάμηνο, οι νέες εκταμιεύσεις στεγαστικών δανείων διαμορφώνονται σε περίπου 150 εκατ. ευρώ, με την πλειονότητα των αιτήσεων να έχει κατατεθεί τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο του 2014, ενώ σε 200 εκατ. ευρώ ανέρχονται τα καταναλωτικά δάνεια, στα οποία περιλαμβάνονται και τα δάνεια αυτοκινήτου που είχε κάποια κινητικότητα, τουλάχιστον στο πρώτο τρίμηνο.

Τα 350 εκατ. ευρώ περίπου φθάνουν τα νέα δάνεια προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με τη ζήτηση να παραμένει ισχνή, ενώ οι τράπεζες έχουν βάλει φρένο σε αιτήματα χρηματοδοτήσεων που εντοπίζονται στον κλάδο της εστίασης και έχουν πληθύνει το τελευταίο διάστημα. Καταγράφεται εσχάτως «άνθηση» στο άνοιγμα καταστημάτων, όπως καφετέριες, έτοιμο φαγητό και φούρνοι, σε τομείς δραστηριότητας που ευκαιριακά, και μαζικά, τράβηξαν το ενδιαφέρον ατόμων που συχνά προέρχονται από τον ιδιωτικό τομέα και χάνοντας τη δουλειά τους επέλεξαν να επενδύσουν τις οικονομίες ή τις αποζημιώσεις τους, χρησιμοποιώντας και τραπεζικό δανεισμό, σε εργασίες αυτής της μορφής. Από πλευράς τραπεζών διαπιστώνεται ότι οι οκτώ στις δέκα επιχειρήσεις κλείνουν στον πρώτο χρόνο λειτουργίας τους, απορροφώντας όμως κάποιους πόρους.

Αυτό που ζητείται από την πλειονότητα των επιχειρήσεων, και δίνεται κατά το δυνατόν, είναι κεφάλαιο κίνησης όταν κρίνεται βιώσιμη η επιχείρηση που ζητεί στήριξη για να αντεπεξέλθει στο «στέγνωμα» της αγοράς και την αλλαγή του τρόπου λειτουργίας συναλλακτικού κύκλου που απαιτεί τη χρήση αποκλειστικά μετρητών.

Το τραπεζικό σύστημα βρίσκεται σε αναζήτηση -ματαίως σε αυτή τη φάση- επενδυτικών σχεδίων, βιώσιμων και αναπτυξιακών, στα οποία θα υπάρχει και ίδια συμμετοχή του επιχειρηματία, με προτίμηση σε εξωστρεφείς κλάδους. Οσον αφορά τα δάνεια λιανικής, το κρίσιμο στοιχείο είναι η επαναφορά ζήτησης, όταν υπογραφεί συμφωνία, σταθεροποιηθεί το οικονομικό περιβάλλον και εμπεδωθεί η εμπιστοσύνη για τις προοπτικές της οικονομίας.

Είναι ενδεικτικό ότι για τις ελάχιστες αιτήσεις που υποβάλλονται τους τελευταίους μήνες, από τους λίγους που τολμούν να προσεγγίσουν το τραπεζικό σύστημα, έχει αυξηθεί το ποσοστό εγκρισιμότητας σε περίπου 70% με 80%, επισημαίνουν τραπεζικά στελέχη.

Από την πλευρά τους, όμως, οι τέσσερις στις δέκα μικρομεσαίες επιχειρήσεις δηλώνουν ότι βλέπουν «τοίχο» όσον αφορά την τραπεζική χρηματοδότησή τους, όπως αποτυπώνεται στην περιοδική έρευνα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Στην ίδια έρευνα, οι ελληνικές μμε βρίσκονται σε μια από τις τελευταίες θέσεις της κατάταξης στο ερώτημα αν έχουν επαρκείς ίδιους πόρους, ενώ η μία στις τρεις απάντησε ότι δεν έχει υποβάλει αίτημα για δανεισμό, από τον φόβο της απόρριψης.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, στα τέλη Απριλίου, τα υπόλοιπα χρηματοδότησης προς τον ιδιωτικό τομέα διαμορφώνονται στα 211,7 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 101,7 δισ. ευρώ σε επιχειρήσεις, 69,3 δισ. ευρώ σε στεγαστικά και 25,7 δισ. ευρώ σε καταναλωτικά δάνεια. Η απομόχλευση είναι σαφής από τα 260 δισ. ευρώ υπόλοιπα δανείων προς τον ιδιωτικό τομέα του Ιουνίου 2010.

Η ΤτΕ αποτυπώνει ανά μήνα την καθαρή ροή χρηματοδότησης, όπως διαμορφώνεται από τον συνυπολογισμό νέων δανείων και αποπληρωμής. Ο Δεκέμβριος του 2014 έκλεισε με αρνητική ροή 234 εκατ. ευρώ, ενώ ως και τον Απρίλιο του 2015, οπότε τα τελευταία επίσημα στοιχεία, ο μόνος μήνας με θετική ροή ήταν ο Φεβρουάριος με μόλις 94 εκατ. ευρώ.