Skip to main content

Τι δηλώνει η πλευρά Ανδ. Γεωργίου για τα περί παράβασης καθήκοντος

«Η αμετάκλητη καταδίκη του Ανδρέα Γεωργίου επειδή δεν επέτρεψε ψηφοφορία για τις Ευρωπαϊκές στατιστικές είναι μια μαύρη μέρα για τις Ευρωπαϊκές στατιστικές, καθώς και για τις επίσημες στατιστικές σε όλο τον κόσμο», αναφέρει σε δήλωσή της η πλευρά του πρώην προέδρου της ΕΛΣΤΑΤ.

Κάνει επίσης λόγο για «ωμή βεβαίωση ότι η επαγγελματική ανεξαρτησία στην παραγωγή των Ευρωπαϊκών στατιστικών δεν μπορεί να προστατευθεί εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης από πολιτικά συμφέροντα σε εθνικό επίπεδο».

«Είναι επίσης μια υπενθύμιση ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν μπορούν να θεωρηθούν δεδομένα στην Ελλάδα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση γενικότερα», συμπληρώνει η πλευρά Γεωργίου.

Αναλυτικά η δήλωση της πλευράς Γεωργίου:

«Ανακοίνωση σχετικά με την αμετάκλητη καταδίκη του πρώην Προέδρου της ΕΛΣΤΑΤ Ανδρέα Γεωργίου για παράβαση καθήκοντος

Ο Άρειος Πάγος αποφάσισε να απορρίψει το αίτημα του Ανδρέα Γεωργίου, πρώην (2010-2015) Προέδρου της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), για αναίρεση της καταδίκης του από το Εφετείο για παράβαση καθήκοντος. Το σκεπτικό του Δικαστηρίου δεν είναι ακόμη διαθέσιμο και μερικά από τα κατωτέρω σημεία μπορεί να αναπτυχθούν περαιτέρω όταν εκδοθεί το κείμενο της απόφασης.

Ο Ανδρέας Γεωργίου είχε υποστεί δίωξη και κατηγορήθηκε ότι παρέβη το καθήκον του επειδή τον Νοέμβριο του 2010, πριν διαβιβάσει τα στοιχεία του ελλείμματος και του χρέους του 2009 της Ελλάδας στη Eurostat, δεν τα υπέβαλε για έγκριση στο συλλογικό όργανο που υπήρχε στην ΕΛΣΤΑΤ. Στην πραγματικότητα, όμως, ο πρώην Πρόεδρος της ΕΛΣΤΑΤ ενεργώντας έτσι απλώς εφάρμοζε την Ευρωπαϊκή νομοθεσία -που είχε ήδη μεταφερθεί και στο Ελληνικό δίκαιο- η οποία ορίζει στον Κώδικα Ορθής Πρακτικής των Ευρωπαϊκών Στατιστικών: «Οι προϊστάμενοι των Εθνικών Στατιστικών Υπηρεσιών … είναι οι μόνοι αρμόδιοι για τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τις στατιστικές μεθόδους, τα πρότυπα και τις διαδικασίες, καθώς και σχετικά με το περιεχόμενο και τη χρονική στιγμή της δημοσίευσης στατιστικών στοιχείων.»

Αυτή η αρχή είναι ένα ουσιαστικό μέρος της επαγγελματικής ανεξαρτησίας που απαιτεί η παραγωγή επίσημων Ευρωπαϊκών στατιστικών, σύμφωνα τόσο με το Ευρωπαϊκό δίκαιο για αυτές τις στατιστικες (Ευρωπαϊκός Κανονισμός 223/2009) όσο και τον Ελληνικό στατιστικό νόμο (ν. 3832/2010) που ίδρυσε και την ΕΛΣΤΑΤ. Η επαγγελματική ανεξαρτησία, ήταν μια από τις αρχές παραγωγής στατιστικών στοιχείων που δεν τηρήθηκαν κατά την μακρά περίοδο των «greek statistics» πριν από την θητεία του Ανδρέα Γεωργίου. Ο πρώην Πρόεδρος της ΕΛΣΤΑΤ, με την απαρέγκλιτη εφαρμογή των αρχών αυτών, οδήγησε την ΕΛΣΤΑΤ να χτίσει από το μηδέν την αξιοπιστία και την ποιότητα των Ευρωπαϊκών στατιστικών της Ελλάδας. Και φυσικά τα στατιστικά στοιχεία και οι διαδικασίες που χρησιμοποιήθηκαν στην παραγωγή τους είναι άρρηκτα συνδεδεμένα.

Σημειώνουμε ότι τα στατιστικά στοιχεία που ανακοινώθηκαν από τον πρώην Πρόεδρο της ΕΛΣΤΑΤ (και η μεθοδολογία τους) εξακολουθούν να αναγνωρίζονται από την Ελληνική Κυβέρνηση ως ορθά και έχουν λειτουργήσει ως η βάση για όλες τις διαπραγματεύσεις μεταξύ της Ελλάδας και των πιστωτών της -τόσο των πιστωτών που είναι κράτη και διεθνείς οργανισμοί όσο και των πιστωτών από τον ιδιωτικό τομέα- από το τέλος του 2010 μέχρι και σήμερα.

Φθάνουμε έτσι στη σχιζοφρενική κατάσταση το Ελληνικό Δημόσιο δια των δύο εξουσιών του (νομοθετική και εκτελεστική) να αναγνωρίζει την ακρίβεια των στοιχείων του Α. Γεωργίου, αλλά να τον καταδιώκει μέσω της τρίτης εξουσίας του, της δικαστικής, διότι τάχα δεν έκανε καλά την δουλειά του!! Για την επιμονή του στην υλοποίηση των Ευρωπαϊκών στατιστικών αρχών ο Ανδρέας Γεωργίου, μετά από πέντε χρόνια δικαστικών διαδικασιών – με αρκετές προτάσεις από αρμόδιους ανακριτές και εισαγγελείς να μπειί η υπόθεση στο αρχείο, οι οποίες απορρίφθηκαν- δικάστηκε το Δεκέμβριο 2016 και αθωώθηκε ομόφωνα από το Πρωτοδικείο.

Λίγες μέρες αργότερα, χωρίς το σκεπτικό της απόφασης του Δικαστηρίου να έχει γίνει ακόμα διαθέσιμο, αναιρέθηκε η αθώωσή του. Η αναίρεση ήταν αναιτιολόγητη διότι, μεταξύ άλλων, δεν διέθετε πληροφορίες σχετικά με το σκεπτικό της αθωωτικής απόφασης. Έτσι ο Ανδρέας Γεωργίου υποβλήθηκε σε μια δεύτερη δίκη για το ίδιο υποτιθέμενο έγκλημα, αυτή τη φορά από το Εφετείο, όπου τελικά κηρύχθηκε ένοχος. Το Εφετείο χρησιμοποίησε μία εσφαλμένη μετάφραση του Κώδικα Ορθής Πρακτικής των Ευρωπαϊκών Στατιστικών (μάλιστα αγνόησε την επίσημη ελληνική έκδοση του Κώδικα Ορθής Πρακτικής στην ιστοσελίδα της Eurostat που ήταν αναγνωσθέν έγγραφο στο Δικαστήριο (αρ. 14)) και γενικά παρερμήνευσε το Ευρωπαϊκό και το Ελληνικό νομικό πλαίσιο για τις Ευρωπαϊκές στατιστικές (συμπεριλαμβανομένης της άμεσα σχετικής διευκρινιστικής διάταξης του Ελληνικού νόμου 3899/2010). Το Εφετείο αγνόησε επίσης τις μαρτυρικές καταθέσεις Ευρωπαίων επίσημων στατιστικολόγων και αξιωματούχων της ΕΕ για την ορθή ερμηνεία του κοινού νομικού και θεσμικού πλαισίου της Ε.Ε.

Στηριζόμενος στα σφάλματα αυτά, ο Ανδρέας Γεωργίου ζήτησε την αναίρεση της καταδικαστικής απόφασης. Ο Άρειος Πάγος προφανώς δεν έκρινε αυτά τα ανησυχητικά νομικά σφάλματα ικανά για να χορηγήσει αναίρεση της καταδίκης του. Επιπλέον, δεδομένου ότι η καταδίκη του βασίσθηκε σε ερμηνεία της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας, ο πρώην Πρόεδρος της ΕΛΣΤΑΤ αιτήθηκε στον Άρειο Πάγο να θέσει προδικαστικό ερώτημα για αυτό το θέμα στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.

Σύμφωνα με τους δικηγόρους του Ανδρέα Γεωργίου, η άρνηση του Αρείου Πάγου να απευθύνει ερμηνευτικό ερώτημα στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (όπως προβλέπεται στο άρθρο 267 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ε.Ε.) αρκεί για να αποδείξει ότι το δικαίωμά του σε δίκαιη δίκη παραβιάστηκε. Η αμετάκλητη καταδίκη του Ανδρέα Γεωργίου επειδή δεν επέτρεψε ψηφοφορία για τις Ευρωπαϊκές στατιστικές είναι μια μαύρη μέρα για τις Ευρωπαϊκές στατιστικές, καθώς και για τις επίσημες στατιστικές σε όλο τον κόσμο. Είναι μία ωμή βεβαίωση ότι η επαγγελματική ανεξαρτησία στην παραγωγή των Ευρωπαϊκών στατιστικών δεν μπορεί να προστατευθεί εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης από πολιτικά συμφέροντα σε εθνικό επίπεδο. Είναι επίσης μια υπενθύμιση ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν μπορούν να θεωρηθούν δεδομένα στην Ελλάδα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση γενικότερα».