Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Με τους μεγάλους εισαγωγείς πετρελαίου του πλανήτη, όπως είναι οι ευρωπαϊκές οικονομίες, η Κίνα και η Ινδία, να κατεβάζουν συνεχώς ταχύτητα, τις εμπορικές εντάσεις να απειλούν το παγκόσμιο ΑΕΠ με ύφεση και τους ανεξάρτητους Αμερικανούς παραγωγούς σχιστολιθικού πετρελαίου να ρίχνουν ολοένα και μεγαλύτερες ποσότητες στην αγορά, η πτώση ήταν θέμα χρόνου. Κανείς, όμως, δεν είχε μάλλον υπολογίσει την ταχύτητά της, αφού την ίδια ο ΟΠΕΚ συνέχιζε να μειώνει την δική του προσφορά. Κόντρα στις προσπάθειες του καρτέλ, η τιμή του αμερικανικού αργού απέχει σήμερα περισσότερο από 20% από τα υψηλά του Απριλίου, κάτι που σημαίνει ότι ο μαύρος χρυσός βρίσκεται και επισήμως πια σε bear market. Κάποιοι πιστεύουν παρόλα αυτά ότι η εικόνα και πάλι θα ανατραπεί, με τις τιμές να επιδίδονται εκ νέου σε ράλι.
Η τιμή του αμεριικανικού αργού κατέγραψε πτώση 3,4% στα 51,68 δολάρια το βαρέλι αργά το βράδυ της Τετάρτης, υποχωρώντας χαμηλότερα ακόμη και από το όριο των 53,04 δολαρίων, που σηματοδοτούσε την bear market. H βουτιά ήταν αποτέλεσμα των στοιχείων, που έδειξαν αιφνίδια και δη μεγάλη αύξηση των αμερικανικών αποθεμάτων αργού- σε μία ένδειξη ότι η παραγωγή στην κορυφαία οικονομία του πλανήτη αυξάνεται πολύ ταχύτερα από την ζήτηση.
Μόλις στις 23 Απριλίου η τιμή του αμερικανικού αργού είχε σπάσει το φράγμα των 66 δολαρίων, παρά το γεγονός ότι ήταν από τότε ορατή η σημαντική επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας. Η αποφασιστικότητα του ΟΠΕΚ, η συνεργασία με τη Ρωσία, αλλά και ο προσδοκίες για μία εμπορική συμφωνία ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα, που θα έδινε νέα πνοή στην παγκόσμια ανάπτυξη, οδηγούσαν το ράλι.
Δυόμιση μήνες μετά οι σχέσεις ΗΠΑ και Κίνας είναι χειρότερες από ποτέ και οι τιμές έχουν τεθεί σε τροχιά πτώσης και μάλιστα με ορμή. Αν υπάρχει μία χώρα, που αισθάνεται τις συνέπειες εμπορικών εντάσεων και χαμηλών τιμών του πετρελαίου, αυτή είναι το Μεξικό. Ο οίκος Fitch υποβάθμισε το αξιόχρεό της και ο Moody’s τις προοπτικές, με τους δύο οίκους να επικαλούνται την επιδείνωση των προοπτικών της ήδη υπερχρεωμένης κρατικής πετρελαϊκής Pemex και τις απειλές του Τραμπ να στρέψει το όπλο των δασμών εναντίον της.
Ωστόσο και για την αμερικανική οικονομία η μεγάλη πτώση είναι πρόβλημα. Ο Ντόναλντ Τραμπ θέλει μεν φθηνή βενζίνη όσο πλησιάζουν οι προεδρικές εκλογές του 2020, αλλά και γνωρίζει ότι από ένα επίπεδο και κάτω οι τιμές θα εντείνουν τις πιέσεις στους παραγωγούς πετρελαίου της χώρας, που τα τελευταία χρόνια επέκτειναν τις δραστηριότητές τους και τις θέσεις εργασίας. Επιπλέον αρκετοί αναλυτές ανησυχούν ότι αμερικανικές επιχειρήσεις και καταναλωτές, βλέποντας την επιδείνωση των διεθνών συνθηκών και την βουτιά του πετρελαίου, θα καταστούν πιο επιφυλακτικοί. Ήδη οι δαπάνες και των δύο επιβραδύνθηκαν σημαντικά το πρώτο τρίμηνο.
Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι πρόκειται για την τρίτη φορά, που το πετρέλαιο εισέρχεται σε bear market από τις αρχές του 2017, έχοντας εκτιναχθεί αρχικά στα ύψη και βυθιζόμενο στη συνέχεια κατά 20% σε σχέση με τα υψηλά επίπεδα. Η μεταβλητότητα είναι η μόνη σταθερή σε μία αγορά, στην οποία αποτυπώνονται τα «πάνω και τα κάτω» της παγκόσμιας οικονομίας και η επίμονη γεωπολιτική αβεβαιότητα. Το brent είναι επίσης για τρίτη φορά στο όριο του bear market. Με πτώση 2,2% χθες, διαμορφώνεται στα 60,63 δολάρια και απέχει 19% από τα υψηλά του 2019. Θα είναι επισήμως σε πτωτική αγορά, εάν φτάσει στα 59,65 δολάρια.
Οι εξελίξεις δεν πτοούν όλους τους αναλυτές. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα της Citigroup, η οποία πρόσφατα προειδοποίησε ότι η τιμή του μπρεντ θα σκαρφαλώσει και πάλι στα 78 δολάρια το βαρέλι μέσα στο επόμενο τρίμηνο. Σε πρόσφατο σημείωμά της στους επενδυτές σχολίαζε μάλιστα ότι η απαισιοδοξία για την παγκόσμια οικονομία «κρύβει τα αισιόδοξα θεμελιώδη της αγοράς πετρελαίου».
naftemporiki.gr