Από την έντυπη έκδοση
Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]
Την πορεία της δεύτερης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος εξέτασαν χθες το βράδυ στις Βρυξέλλες οι τεχνοκράτες της Ομάδας Εργασίας (EWG) του Εurogroup, προκειμένου να προετοιμάσουν τη συζήτηση που θα γίνει στη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης, στις 26 Ιανουαρίου. Η συζήτηση έγινε σε καλό κλίμα μετά τις τριβές του περασμένου μήνα, που είχαν προκαλέσει οι εξαγγελίες του πρωθυπουργός υπέρ των συνταξιούχων χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με τους θεσμούς.
Ωστόσο προκύπτει πως όλες οι πλευρές εμμένουν -για την ώρα- στις θέσεις τους. Η Ελλάδα αποκλείει τη νομοθέτηση από τώρα μέτρων για μετά το 2018, η Κομισιόν εμμένει σε πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ, ενώ το ΔΝΤ από την πλευρά του επαναλαμβάνει πως εάν οι στόχοι των πλεονασμάτων παραμείνουν στο 3,5% του ΑΕΠ, θα πρέπει να ληφθούν πρόσθετα μέτρα. Η διάσταση απόψεων με το ΔΝΤ εξηγεί εν μέρει και τη νέα παρέμβαση στη διαδικασία του Γερμανού ΥΠΟΙΚ Βόλφ. Σόιμπλε, ο οποίος για πρώτη φορά άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο μη συμμετοχής του ΔΝΤ και αντικατάστασής του στον εποπτικό ρόλο στο ελληνικό πρόγραμμα από τον ESM.
Στη διάρκεια της συνεδρίασης συμμετείχαν και εκπρόσωποι των θεσμών, οι οποίοι αναφέρθηκαν στις επαφές που έχουν γίνει όλο αυτό το διάστημα σε σχέση με τη δεύτερη αξιολόγηση.
Στόχος, όπως τονίστηκε, είναι η περαιτέρω προσέγγιση των θέσεων στα βασικά θέματα της διαπραγμάτευσης, όπως το δημοσιονομικό κενό του 2018, τα εργασιακά και τα ενεργειακά θέματα, προκειμένου να επιστρέψουν οι εκπρόσωποι των θεσμών στην Αθήνα για την ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης.
Είναι προφανές και αυτό φάνηκε και χθες, αν και δεν έγινε διεξοδική συζήτηση, ότι το βασικό «αγκάθι» είναι ο καθορισμός των πρωτογενών πλεονασμάτων για μετά το 2018, όπου θα πρέπει να συμφωνηθούν οι δεσμεύσεις που θα αναλάβει η κυβέρνηση σε περίπτωση απόκλισης από τον στόχο του 3,5% του ΑΕΠ ετησίως.
Οι συζητήσεις συμφωνήθηκε να ενταθούν στο επόμενο διάστημα ώστε να επιτευχθεί όσο το δυνατόν μεγαλύτερη προσέγγιση σε όλα τα θέματα, εν όψει της συνεδρίασης του Εurogroup της 20ής Φεβρουαρίου.
Πάντως, όλα δείχνουν ότι ο αρχικός στόχος επίτευξης πολιτικής συμφωνίας μέσα στον μήνα απομακρύνεται οριστικά και πλέον οι προσπάθειες θα επικεντρωθούν στο μεθεπόμενο Εurogroup, στις 20 Φεβρουαρίου.
Στο μεταξύ, τη διαπίστωση ότι οι συζητήσεις στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης κινούνται στη σωστή κατεύθυνση και πως πολύ λίγα ζητήματα παραμένουν ανοικτά έκανε χθες στις Βρυξέλλες ο επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων Πιερ Μοσκοβισί, ο οποίος όμως απέφυγε να αναφερθεί σε οποιοδήποτε χρονοδιάγραμμα σχετικά με την επιστροφή των θεσμών στην Αθήνα για την ολοκλήρωση της διαδικασίας.
Η τοποθέτηση του Γάλλου επιτρόπου έγινε αμέσως μετά τη συνάντηση που είχε στην έδρα της Κομισιόν με τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο. Μια συνάντηση μεγάλη σε διάρκεια (90 λεπτά), η οποία έγινε σε καλό κλίμα και με ουσιαστική ανταλλαγή απόψεων, σύμφωνα με τον κ. Μοσκοβισί.
«Απαραίτητο το ΔΝΤ»
Ειδικότερα, σε δηλώσεις στους δημοσιογράφους, ο κ. Μοσκοβισί επανέλαβε καταρχήν την απαραίτητη παρουσία του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, θέλοντας προφανώς να βάλει τέλος σε δημοσιεύματα και δηλώσεις περί του αντιθέτου. Η παρουσία του ΔΝΤ στο πρόγραμμα είναι μια αναγκαιότητα για ορισμένα κράτη μέλη, τόνισε.
Αναφερόμενος στη δεύτερη αξιολόγηση, είπε ότι οι θεσμοί και η ελληνική κυβέρνηση κινούνται στη σωστή κατεύθυνση για την ολοκλήρωσή της. «Πολλά ζητήματα έχουν ήδη ολοκληρωθεί, ενώ ελάχιστα απομένουν προκειμένου να κλείσουμε την αξιολόγηση», είπε.
Σύμφωνα με τον επίτροπο, «όταν υπάρχει θέληση, υπάρχει τρόπος», ενώ εκτίμησε ότι η λύση είναι «και εφικτή και θεμιτή». Ο επίτροπος μίλησε για μια λύση «win – win», δηλαδή με οφέλη και για τις δύο πλευρές, προσθέτοντας ότι «αυτό θα έρθει μέσω της στενής συνεργασίας όλων των εμπλεκόμενων πλευρών».
Ερωτηθείς σχετικά με το πότε θα επιστρέψουν οι θεσμοί στην Αθήνα, υποστήριξε ότι το πρόβλημα δεν συνίσταται στο θέμα αυτό, αλλά στο να ολοκληρωθεί η προπαρασκευαστική διαδικασία, υπογραμμίζοντας πως θα πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες σε σχέση με τα εκκρεμή ζητήματα, τα οποία αφορούν, όπως είπε, τα εργασιακά, το δημοσιονομικό κενό και τα ενεργειακά.
«Παραγωγική συζήτηση»
Από την πλευρά του, ο κ. Τσακαλώτος χαρακτήρισε τη συνάντηση και συζήτηση «παραγωγική» σε σχέση με τη διαδικασία και την ουσία της αξιολόγησης. Για τη συμμετοχή του ΔΝΤ είπε ότι θα πρέπει να λάβει τις αποφάσεις του σε ποιο βαθμό θα συμμετάσχει.
«Και οι δύο θεωρούμε ότι η Ελλάδα είναι σε τροχιά ανάκαμψης, επιτυγχάνοντας θετικό ρυθμό ανάπτυξης για τρία συνεχόμενα τρίμηνα, ενώ κανένας δεν θέλει αυτό να μπει σε κίνδυνο με επιστροφή της αβεβαιότητας» είπε ο κ. Τσακαλώτος.
Ο υπουργός Οικονομικών πρόσθεσε ότι έχουν νομοθετηθεί ήδη αρκετά από τα ζητήματα της δεύτερης αξιολόγησης, ενώ «θα πρέπει να δούμε τα πρωτογενή πλεονάσματα μετά το 2018 και τα μεσοπρόθεσμα μέτρα στο χρέος».
Σε ερώτηση αν θα κλείσει η αξιολόγηση τον Ιανουάριο ή τον Φεβρουάριο, χαρακτήρισε «θετικό» το μομέντουμ, προσθέτοντας ότι δεν ξέρει αν θα έχουμε συμφωνία αυτό τον μήνα ή τον επόμενο και συμπλήρωσε: «Όσο γρηγορότερα τόσο το καλύτερο».
Ερωτηθείς σχετικά με την παρουσία του ΔΝΤ, απάντησε ότι πρέπει να πάρει τις αποφάσεις του, να δει τη θέση του για το πρόγραμμα, αλλά και τον τρόπο συμμετοχής του.
Τζ. Ράις: Εφικτή η συμμετοχή του ΔΝΤ
Ανοιχτή άφησε ο εκπρόσωπος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου τόσο την ημερομηνία επιστροφής του κλιμακίου του ΔΝΤ στην Αθήνα για τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων όσο και την ημερομηνία δημοσίευσης της έκθεσης αξιολόγησης του ελληνικού χρέους.
Ο Τζέρι Ραις, πάντως, κατά την πρώτη ενημέρωση των δημοσιογράφων της φετινής χρονιάς, υποστήριξε ότι είναι εφικτή -παρά την καθυστέρηση που παρατηρείται- η συμμετοχή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα και μάλιστα όχι με απλό ρόλο συμβούλου, αλλά και με συγκεκριμένη χρηματοδοτική συμμετοχή. Ο κ. Ράις συμπλήρωσε ότι το ΔΝΤ συμμετέχει πλήρως στις συζητήσεις με τους Ευρωπαίους δανειστές και την ελληνική κυβέρνηση, προκειμένου το Ταμείο ν’ ανταποκριθεί στην πρόσκληση που είχε απευθύνει η ελληνική κυβέρνηση για την πλήρη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα.
Για μια ακόμη φορά, ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ επέμεινε στη θέση του Ταμείου περί των ελληνικών πλεονασμάτων: Αν η Ελλάδα και οι Ευρωπαίοι συμφωνήσουν σε στόχους επίτευξης πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ, τότε το ΔΝΤ θα επιμείνει στην ανάγκη λήψης νέων μέτρων.
Σύμφωνα με τον κ. Ράις, το Ταμείο θα δημοσιοποιήσει τις αμέσως επόμενες ημέρες τόσο την έκθεση βιωσιμότητας όσο και τον απολογισμό του προγράμματος αλλά και τα ευρήματα της αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας στο πλαίσιο του άρθρου 4. Πάντως, απαντώντας σε σχετική ερώτηση αναφορικά με τον χρόνο ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης, ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ υποστήριξε ότι η Ελλάδα δεν αντιμετωπίζει μεσοπρόθεσμα πιεστικές και επείγουσες χρηματοδοτικές ανάγκες. Συμπλήρωσε δε ότι για τον λόγο αυτό δεν έχει τεθεί κάποια προθεσμία για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης.
Β. Σόιμπλε: Αν φύγει το ΔΝΤ, θα έρθει το ESM
Το ενδεχόμενο να αποχωρήσει το ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα και να αναλάβει ο ESM τον εποπτικό του ρόλο αντιμετωπίζει η Γερμανία, όπως προκύπτει από συνέντευξη του υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στην εφημερίδα «Suddeutsche Zeitung».
«Σε περίπτωση που το Ταμείο αποχωρήσει, τότε οι Ευρωπαίοι ενδέχεται να καταλήξουν σε μια δική τους λύση εντός του ευρωπαϊκού νομισματικού συστήματος, όπως είχαμε προτείνει ήδη στην αρχή της ελληνικής κρίσης η τότε υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας Κριστίν Λαγκάρντ και εγώ. Σε αυτή την περίπτωση, όμως, θα πρέπει οι Ευρωπαίοι να επιβάλουν όσα συμφωνήθηκαν σαφώς πιο αποτελεσματικά» δήλωσε ο κ. Σόιμπλε.
Στην παρατήρηση του δημοσιογράφου ότι -όπως φαίνεται- είναι εν τέλει εφικτή η συνέχιση του προγράμματος χωρίς το Ταμείο, ο κ. Σόιμπλε τόνισε: «Το τωρινό πρόγραμμα προϋποθέτει τη συμμετοχή του ΔΝΤ. Αν συνεχίσουμε μόνοι μας, τότε θα πρέπει να διασφαλίσουμε καλύτερα τα συμπεφωνημένα. Τον ρόλο αυτό μπορούμε να τον αναθέσουμε στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης (ESM). Σε αυτή την περίπτωση, ωστόσο, έχουμε να κάνουμε με εντελώς νέα δεδομένα και θα έπρεπε να διασφαλίσουμε προηγουμένως την έγκριση της γερμανικής βουλής».
Στο ερώτημα, τέλος, αν μια αποχώρηση του Ταμείου θα προκαλούσε τριγμούς στη γερμανική πολιτική σκηνή και κυρίως στο εσωτερικό των συντηρητικών κομμάτων, ο Β. Σόιμπλε απάντησε: «Δεν θα προκαλέσει προβλήματα, διότι εμείς τηρούμε τις δεσμεύσεις μας. Σε περίπτωση, όμως, που δεν τηρηθούν οι δεσμεύσεις από άλλους, τότε το τρέχον πρόγραμμα θα τερματιστεί και θα απαιτηθούν νέες διαπραγματεύσεις».
Μετεξέλιξη του ESM
«Έχω την αίσθηση πως αν δεν ήταν το ΔΝΤ, θα είχαμε προ πολλού καταλήξει σε συμφωνία με τους Ευρωπαίους εταίρους μας», εκτιμά ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Κατρούγκαλος σε συνέντευξή του στην Deutsche Welle. Το «ιδανικό» θα ήταν τα ζητήματά τους να τα χειρίζονται οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι. Στην προκειμένη περίπτωση, ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης θα έπρεπε να μετεξελιχθεί σε ένα ευρωπαϊκό νομισματικό ταμείο, συμπλήρωσε. Παρ’ όλα αυτά, υπογραμμίζει, η Ελλάδα δεν ζητά την άμεση αποχώρηση του ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα. Αναγνωρίζει ότι σε αυτή την περίπτωση, μια σειρά από χώρες θα είχαν «πολιτικό πρόβλημα». «Η γερμανική Βουλή, για παράδειγμα, υπερψήφισε τα ελληνικά δάνεια με την προϋπόθεση ότι στο πρόγραμμα θα συμμετέχει και το ΔΝΤ. Η αποχώρησή του θα προκαλούσε έντονες αντιδράσεις» επισήμανε.