Skip to main content

Τα κριτήρια για την εξαίρεση των «κόκκινων» στεγαστικών

Από την έντυπη έκδοση 

Του Σταμάτη Ζησίμου
[email protected]

Στην προσωρινή αναστολή πώλησης σε funds των «κόκκινων» δανείων που έχουν ως υποθήκη ή προσημείωση την πρώτη κατοικία κατέληξαν οι πολύμηνες διαπραγματεύσεις του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης και των επικεφαλής των δανειστών, κλείνοντας έτσι το κρίσιμο αυτό ζήτημα με «συμφωνία». Η παράταση στην απαγόρευση αυτών των κατηγοριών των δανείων, αλλά υπό την προϋπόθεση αυστηρών κριτηρίων, θα ισχύσει έως τις αρχές του 2018. Εντούτοις, η συμφωνία προβλέπει ότι υπό πώληση μπορούν να τίθενται τα ενήμερα δάνεια.

«Έκλεισε το θέμα των “κόκκινων” δανείων και πετύχαμε αυτό που είχαμε βάλει ως στόχο, δηλαδή την προστασία της κύριας κατοικίας» ανέφερε χθες το βράδυ στη «Ν» στέλεχος του υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού. Σύμφωνα με το ίδιο στέλεχος, με τη συμφωνία προσωρινής αναστολής προστατεύεται συγκεκριμένα το 93% των «κόκκινων» δανειοληπτών, εξέλιξη που για την κυβέρνηση, τουλάχιστον επικοινωνιακά, αποτελεί επιτυχία.

Ωστόσο, χωρίς δίχτυ προστασίας βρίσκονται όσοι έχουν καταναλωτικά δάνεια, όπως και τα δάνεια των ελεύθερων επαγγελματιών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Βέβαια, το προαναφερθέν ποσοστό προστασίας που λέγεται ότι αγγίζει το 93% στην πραγματικότητα θα είναι κατά πολύ μικρότερο, καθώς για να τεθεί ένα «κόκκινο» δάνειο εκτός πώλησης θα λαμβάνονται υπ’ όψιν μια σειρά συνδυαστικών κριτηρίων, όπως ισχύει σήμερα για όσους υπάγονται στον νόμο 3869/2010 (νόμος Κατσέλη). Ειδικότερα, για την εξαίρεση πώλησης ενός μη εξυπηρετούμενου δανείου θα λαμβάνεται αρχικά υπ’ όψιν η αντικειμενική αξία της πρώτης κατοικίας.

Σύμφωνα με πληροφορίες, η αντικειμενική αξία θα ξεκινάει από τις 140.000 ευρώ και θα αυξάνεται ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση του δανειολήπτη (έγγαμος, παιδιά). Δεύτερο σημαντικό κριτήριο είναι το εισόδημα του δανειολήπτη, το οποίο θα υπολογίζεται με βάση τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, που σήμερα για έναν άγαμο ενήλικα ανέρχεται στις 8.180 ευρώ ετησίως και φτάνουν τις 20.640 ευρώ για ζευγάρι με δύο παιδιά. Καθοριστικός επίσης παράγοντας θα είναι και το κατά πόσο συνεργάσιμος είναι ο δανειολήπτης και το αν προσπάθησε κατά το προηγούμενο διάστημα να προβεί σε κινήσεις διευθέτησης του δανείου με την τράπεζα.

Σε ό,τι αφορά τα καταναλωτικά δάνεια, τα δάνεια των ελεύθερων επαγγελματιών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, αυτά θα προστατεύονται μόνο έως τις 15 Μαΐου, ημερομηνία κατά την οποία λήγει η σχετική, δεύτερη παράταση. Ωστόσο, τα δάνεια των μικρομεσαίων και των ελεύθερων επαγγελματιών θα μπορούν να διευθετηθούν στο πλαίσιο του ν. 4307/2014 ο οποίος αναμένεται να αναμορφωθεί. Υπενθυμίζεται ότι η ισχύς του συγκεκριμένου νόμου έχει παραταθεί έως το τέλος Ιουνίου.

Πάντως, όπως αναφέρουν κυβερνητικά στελέχη, κανένα «κόκκινο» δάνειο δεν πρόκειται να πουληθεί σε funds τουλάχιστον έως το τέλος του έτους, αφού όπως ορίζει ο νόμος 4354/2015 προβλέπεται η παροχή χρόνου προειδοποίησης στον δανειολήπτη πριν από την πώληση του δανείου του. Συγκεκριμένα, δώδεκα μήνες πριν από την πώληση του δανείου θα πρέπει να έχει προταθεί από την τράπεζα στον δανειολήπτη και τον εγγυητή η ρύθμιση ή ο διακανονισμός του δανείου.

Τριμελής επιτροπή

Ένα βήμα στην εφαρμογή του νόμου Σταθάκη για τις εταιρείες διαχείρισης, ο οποίος πάντως θα τροποποιηθεί στον βαθμό που θα περιλάβει και το άνοιγμα της αγοράς συνολικά, είναι η σύσταση της τριμελούς επιτροπής που αναφέρει ο νόμος και έγινε με κοινή υπουργική απόφαση των Ευκλείδη Τσακαλώτου και Γιώργου Σταθάκη.

Η επιτροπή αυτή θα εξετάζει τους φακέλους αδειοδότησης των εταιρειών διαχείρισης και μεταβίβασης μη εξυπηρετούμενων δανείων, στο πλαίσιο του νόμου 4354/2015, και θα γνωμοδοτεί στην ΤτΕ αν υπάρχουν οι προϋποθέσεις του νόμου. Εάν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία των 10 ημερών, τότε η ΤτΕ εκδίδει την απόφασή της μέσα σε αποκλειστική προθεσμία 20 ημερών από την επομένη της υποβολής της σχετικής αίτησης και χωρίς τη γνώμη της επιτροπής, η οποία σε κάθε περίπτωση δεν είναι δεσμευτική.

Συνδυαστικές προϋποθέσεις

Για να εξαιρεθεί προσωρινά ένα μη εξυπηρετούμενο στεγαστικό δάνειο από την πώληση σε εταιρεία διαχείρισης θα πρέπει:

  • Να έχει ως υποθήκη ή προσημείωση την πρώτη κατοικία
  • Η αντικειμενική αξία του ακινήτου να ξεκινάει από 140.000 ευρώ και να αυξάνεται ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση του δανειολήπτη
  • Το εισόδημα του δανειολήπτη να μην ξεπερνά τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, που σήμερα για έναν άγαμο ενήλικα ανέρχονται στις 8.180 ευρώ ετησίως και φτάνουν τις 20.640 ευρώ για ζευγάρι με δύο παιδιά.
  • ­Ο δανειολήπτης να είναι συνεργάσιμος. Καθοριστικός παράγοντας θα είναι το αν προσπάθησε κατά το προηγούμενο διάστημα να προβεί σε κινήσεις διευθέτησης του δανείου με το πιστωτικό ίδρυμα.

Οι τράπεζες είναι έτοιμες

Της Άννας Δόγα
[email protected] 

Σε θέση εκκίνησης για τη δραστηριοποίηση στην αγορά «κόκκινων» δανείων, η οποία ανοίγει πλήρως για τράπεζες και funds, βρίσκονται εταιρείες διαχείρισης και μεταβίβασης απαιτήσεων.

Η διαπραγμάτευση καταλήγει στην αρχική θέση των θεσμών για τη διαμόρφωση της αγοράς χωρίς περιορισμούς, δικαιώνοντας όσους θεσμικούς και τραπεζικούς παράγοντες εξαρχής επεσήμαναν την εμμονή της κυβέρνησης σε «μια μάχη χωρίς νόημα». Αν δεν απελευθερωθεί η αγορά και δεν δοθούν τα κατάλληλα νομοθετικά εργαλεία που θα επιτρέψουν γοργότερο ρυθμό διαχείρισης είναι εξαιρετικά δυσχερής η αντιμετώπιση του όγκου των άνω των 110 δισ. ευρώ μη εξυπηρετούμενων δανείων από τις τράπεζες, έχουν τονίσει SSM, Τράπεζα της Ελλάδος και πιστωτικά ιδρύματα, ενώ η κοινωνική προστασία για τους αδύναμους μπορούσε να διασφαλιστεί εξαρχής και χωρίς να ζητείται η εξαίρεση του 45% των δανείων που πρότεινε για μεγάλο διάστημα η κυβέρνηση.

Το σημείο που μένει να συμφωνηθεί πλέον είναι η εξαίρεση από την πώληση ως το τέλος του 2017 των δανείων που έχουν ως υποθήκη πρώτη κατοικία.

Οπως τονίζουν τραπεζικά στελέχη, ο στόχος της προστασίας των δανειοληπτών επιτυγχάνεται με το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο, ενώ οι δανειολήπτες διατηρούν και έναντι όποιου αγοράσει το δάνειό τους τα ίδια δικαιώματα που έχουν έναντι της τράπεζας. Το άνοιγμα της αγοράς, αντιθέτως, θα επιτρέψει την εισφορά κεφαλαίων από funds που έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον δραστηριοποίησης και θα δώσει την ευκαιρία στις τράπεζες να διαχειριστούν το στοκ των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων που αυξήθηκαν και το 2015 και ανέρχονται σε 110 δισ. ευρώ, εκτιμούν τραπεζίτες.

Οι τράπεζες έχουν προχωρήσει σε ρυθμίσεις της τάξης των 36 δισ. ευρώ μέχρι τώρα, αλλά η δημιουργία των νέων καθυστερήσεων είναι ακόμη δυσανάλογη του ρυθμού διαχείρισης, αφού μόνο μέσα στο 2015 δημιουργήθηκαν νέες καθυστερήσεις της τάξης των 10 δισ. ευρώ. Στον προθάλαμο του «κόκκινου» βρίσκονται ακόμη περίπου 30 δισ. ευρώ δανείων που είτε εμφανίζουν καθυστέρηση μικρότερη των 90 ημερών και δεν περιλαμβάνονται στα NPLs είτε είναι ρυθμισμένα και άρα έχουν επίσης ρίσκο να επανέλθουν σε καθυστέρηση είτε εξυπηρετούνται μεν, αλλά αφορούν δανειολήπτη με άλλη έκθεση σε καθυστέρηση.

Αμεσα το waiver, με το κλείσιμο της αξιολόγησης

Μόλις κλείσει η συμφωνία οι ελληνικές τράπεζες θα αποκτήσουν ξανά πρόσβαση σε φθηνή χρηματοδότηση από την ΕΚΤ με την επαναφορά του waiver αναφέρει δημοσίευμα του Reuters που επικαλείται πηγές από το Βερολίνο. Η ανανέωση του waiver θα έκανε εκ νέου επιλέξιμα τα ελληνικά ομόλογα και για το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, αν και για να γίνουν αγορές τίτλων θα πρέπει να προηγηθεί η εκτίμηση της βιωσιμότητας του χρέους.

Η εξέλιξη αυτή θα οδηγήσει σε μείωση της εξάρτησης από τον ELA και «μεταφορά» στην ΕΚΤ έστω και μέρους των 70 δισ. ευρώ που προέρχονται από τον έκτακτο μηχανισμό, με σαφή μείωση του κόστους χρηματοδότησης.

Ακόμη και αν το ελληνικό χρέος συμπεριληφθεί στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, η ΕΚΤ μπορεί να αγοράσει μόνο μικρές ποσότητες, λιγότερο από 3 δισ. ευρώ. Το μέγεθος αυτό μπορεί να αυξηθεί μετά τον Ιούλιο, όταν η Ελλάδα πρέπει να αποπληρώσει ομόλογα της ΕΚΤ αξίας περίπου 2,3 δισ. ευρώ.

Η ΕΚΤ πραγματοποίησε, πάντως, τις πρώτες αγορές ομολόγων EFSF, ύψους 2,5 δισ. ευρώ, από το χαρτοφυλάκιο των ελληνικών τραπεζών. Πρόκειται για ομόλογα λήξεων του 2018 με τιμή αγοράς λίγο υψηλότερα από το 101, ώστε δίνει μικρό κεφαλαιακό κέρδος στις τράπεζες.

Η ΕΚΤ μπορεί να αγοράσει ομόλογα αξίας 18,5 δισ. ευρώ σε ένα σύνολο ομολόγων EFSF 37 δισ. ευρώ που διαθέτουν οι εγχώριες τράπεζες και οι μεγαλύτερες διάρκειες είναι αυτές που θα φέρουν μεγαλύτερο όφελος.