Από την έντυπη έκδοση
Tων Ρόμαν Φρίμαν και Έντμουντ Σ. Φελπς
*Ο Ρόμαν Φρίμαν είναι καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης
*Ο Έντμουντ Σ. Φελπς, βραβευμένος με το Νόμπελ
Κλείδωμα ολόκληρων πόλεων. Πανικός στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Άδεια ράφια στα καταστήματα. Έλλειψη κρεβατιών στα νοσοκομεία. Ο κόσμος έχει εισέλθει σε μια πραγματικότητα άγνωστη πέραν των πολέμων. Δίνοντας εντολή οι άνθρωποι να απομονωθούν στα σπίτια τους, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής ελπίζουν να επιβραδύνουν και στη συνέχεια να αντιστρέψουν τον ρυθμό με τον οποίο εξαπλώνεται ο Covid-19. Αλλά η απομόνωση από μόνη της ή μια αθρόα δημιουργία χρημάτων δεν θα σταματήσει την πανδημία ούτε θα σώσει τις οικονομίες μας. Χρειαζόμαστε κυβερνητική παρέμβαση, εντούτοις πολλές τρέχουσες προτάσεις φαίνονται λανθασμένες και μερικές θλιβερές. Άλλες κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση, όμως είναι πολύ αποσπασματικές.
Η πιθανότητα να πεθάνουν εκατομμύρια καθώς η οικονομία βάλλεται, δικαιολογεί την ουσιαστική κλιμάκωση της έκτασης και του πεδίου της κυβερνητικής δράσης. Αυτή η δράση πρέπει να θεωρηθεί ως μία άνευ προηγουμένου μορφή βραχυπρόθεσμης συστημικής ασφάλισης για τη ζωή μας και τα προς το ζην. Δεδομένης της απόλυτης αξίας που θέτουμε τόσο στους πολίτες όσο και στις κυβερνήσεις, πρέπει να είμαστε έτοιμοι να πληρώσουμε γι’ αυτό που μπορεί να δείχνει υπερβολικά υψηλό για μια τέτοιου είδους ασφάλιση.
Συστημική ασφάλιση σε 4 άξονες
Η απαιτούμενη συστημική ασφάλιση απαιτεί μια κυβερνητική προσπάθεια σε τέσσερις βασικούς τομείς:
* Ανακατεύθυνση της υπάρχουσας παραγωγικής ικανότητας της οικονομίας για την εξάλειψη των ταχέως αναπτυσσόμενων ελλείψεων εξοπλισμού και υπηρεσιών που απαιτούνται για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας.
* Υποστήριξη επιχειρήσεων που δεν συμμετέχουν άμεσα στις προσπάθειες για την καταπολέμηση της κρίσης, ώστε να μπορούν να συνεχίσουν να παρέχουν βασικά αγαθά και υπηρεσίες.
* Εξασφάλιση ότι ο κόσμος διαθέτει επαρκή μέσα για την αγορά αυτών των αγαθών και υπηρεσιών.
* Δημιουργία χρηματοδοτικής διευκόλυνσης για να βοηθηθούν όσοι δεν μπορούν να πληρώσουν την υποθήκη τους και να εκπληρώσουν άλλες υποχρεώσεις, περιορίζοντας έτσι τους κατακλυσμικούς κινδύνους για τον χρηματοπιστωτικό τομέα.
Αυτή η συστημική ασφάλιση υπερβαίνει τις σημερινές προτάσεις για δαπάνες ύψους τρισ. δολαρίων, πολλά από τα οποία προορίζονται για πολιτικές πρωτοβουλίες οι οποίες εσφαλμένα εντοπίζουν την κρίση ως έλλειψη συνολικής ζήτησης ή ως αποτέλεσμα ενός συνήθους σοκ στον εφοδιασμό. Επιπλέον, σημαντικά ποσά προορίζονται για προγράμματα διάσωσης χωρίς αυτά τα χρήματα να ξεκαθαρίζεται αν αφορούν τη συμμετοχή μίας επιχείρησης στην προσπάθεια καταπολέμησης της υγειονομικής κρίσης και των οικονομικών της συνεπειών.
Δύο βασικά κριτήρια
Έτσι, καθώς οι αξιωματούχοι σε όλο τον κόσμο εξετάζουν μεγάλες δαπάνες για να καταπολεμήσουν την κρίση του Covid-19, τα πιο άμεσα ερωτήματα που αντιμετωπίζουμε είναι εάν οι υπό εξέταση πολιτικές παρέχουν επαρκή ασφάλεια έναντι των συστημικών κινδύνων που τώρα ξεφυτρώνουν. Τα κριτήρια είναι ξεκάθαρα:
* Οι κυβερνητικές δαπάνες είναι στοχευμένες για να ξεπερασθεί η κρίση στη δημόσια υγεία;
* Είναι επαρκή τα πακέτα διάσωσης για τη διατήρηση της ευημερίας του πληθυσμού;
Λαμβάνοντας αρχικά υπ’ όψιν το δεύτερο κριτήριο, οι κυβερνητικές εγχύσεις των λεγόμενων χρημάτων «ελικόπτερο» (άμεσες καταβολές μετρητών) για να βοηθήσουν να διατηρηθεί ο κόσμος εν ζωή θα πρέπει να είναι επαναλαμβανόμενες, αντί για μία ή δύο εκταμιεύσεις που συζητούνται επί του παρόντος. Η επέκταση των επιδομάτων ανεργίας, καθώς και ο αυξημένος διαχωρισμός για τις πιστοποιήσεις τροφίμων και άλλες παρόμοιες πληρωμές, θα βοηθούσαν επίσης στην παροχή των μέσων για την πληρωμή σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες.
Οι πολιτικές που στοχεύουν στην τόνωση της απασχόλησης, όπως οι εταιρικές περικοπές φόρων και των μισθωτών που υποστηρίζουν οι Ρεπουμπλικάνοι της Γερουσίας των ΗΠΑ, ασφαλώς δεν θα βοηθήσουν στην καταπολέμηση της πανδημίας και των συνεπειών της στην προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών. Στους εργαζόμενους που είναι άρρωστοι ή πιθανόν να αρρωστήσουν και επομένως αποτελούν κίνδυνο για τους άλλους, δεν μπορεί να στηριχθεί η παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών. Αυτό που είναι πλέον οδυνηρά σαφές, είναι ότι υπάρχει μια πρωτοφανούς τύπου έλλειψη προσφοράς: ιατρικού εξοπλισμού και εγκαταστάσεων. Και είναι εξίσου σαφές ότι οι πολιτικές που εξετάζονται στις ΗΠΑ, οι οποίες βασίζονται κυρίως στην εθελοντική αναδιάρθρωση της υπάρχουσας παραγωγικής ικανότητας, είναι ανεπαρκείς για να καλύψουν το αυξανόμενο χάσμα.
Αναδιάρθρωση παραγωγής
Η αναδιάρθρωση των εργοστασίων για παραγωγή ανεμιστήρων για τους ασθενείς και εξοπλισμού ατομικής προστασίας (PPE) για το ιατρικό προσωπικό, για παράδειγμα, απαιτεί χρόνο. Επομένως, τα μέτρα αυτά πρέπει να κλιμακωθούν χωρίς καθυστέρηση. Επιπλέον, η αναδιάρθρωση αυτή απαιτεί σημαντικές οικονομικές δαπάνες, οι οποίες είναι δύσκολο να πραγματοποιηθούν σε μια οικονομία που καταρρέει.
Προκειμένου να αποκατασταθεί η υφιστάμενη παραγωγική δυνατότητα, η κυβέρνηση θα πρέπει να παρέχει υποστήριξη στην οποιαδήποτε δέσμευση ιδιωτικής επιχείρησης να παράγει ζωτικό εξοπλισμό (καθορίζεται από ένα σώμα ιατρικών εμπειρογνωμόνων) και να καλύψει τις μισθολογικές της δαπάνες με λογικούς μισθούς. Για να αποφευχθεί η αύξηση των τιμών, τα ιατρικά εφόδια πρέπει να διατίθενται σε τιμές προ κρίσης.
Οι προϋποθέσεις αυτές δεν θα πρέπει να ισχύουν μόνο για εταιρείες που παράγουν εξοπλισμό. Η προσέγγιση της συστημικής ασφάλισης για την κατανομή των κεφαλαίων των φορολογουμένων θα απαιτούσε οι μεγάλες εταιρείες του κλάδου υπηρεσιών, όπως οι αεροπορικές εταιρείες ή οι αλυσίδες ξενοδοχείων, να λάβουν επιδοτήσεις μόνο αν επαναπροσδιορίσουν την ικανότητά τους να στηρίξουν τον αγώνα κατά της πανδημίας.
Αντί να παραμείνουν αδρανείς αναμένοντας την επανέναρξη των ταξιδιών των επιβατών, οι αεροπορικές εταιρείες θα πρέπει να διαθέσουν κεφάλαια για να εξοπλίσουν εκ νέου τα αεροπλάνα τους για τη μεταφορά ιατρικών προμηθειών και εξοπλισμού ή για να μεταφέρουν τους άρρωστους ασθενείς σε μέρη με τη δυνατότητα να τους φροντίζουν. Ομοίως, οι αλυσίδες ξενοδοχείων θα πρέπει να στηριχθούν από την κυβέρνηση μόνο εάν συμφωνήσουν να αναδιαρθρώσουν τις μονάδες τους για να λειτουργήσουν ως προσωρινά νοσοκομεία.
Προγράμματα διάσωσης
Πέραν της αναδιάρθρωσης της υφιστάμενης παραγωγικής δυναμικότητας, η συστημική ασφάλιση θα απαιτούσε να συνεχίσουν να πληρώνονται με έναν αξιοπρεπή μισθό οι μισθωτοί στις εταιρείες που έχουν διασωθεί. Στα προγράμματα διάσωσης δεν θα πρέπει να επιτραπεί να πηγαίνουν σε αυξήσεις μισθών στελεχών διαχείρισης, αγορές μετοχών ή μερίσματα.
Αυτό που καθιστά τη συστημική ασφάλιση άνευ προηγουμένου, είναι ότι απαιτεί όχι μόνο κυβερνητικές δαπάνες -οι οποίες μπορούν να θεωρηθούν ως μέρος χρηματοδότησης σε μετρητά-αλλά επίσης και ως μεγάλης κλίμακας κυβερνητικές παρεμβάσεις στον τρόπο με τον οποίο οι οικονομίες μας παράγουν και διανέμουν αγαθά και υπηρεσίες. Αυτή η κίνηση προς την κρατική δράση είναι πολύ πιο εκτεταμένη από την κινητοποίηση που διαδραματίσθηκε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο – ένας συχνά επικαλούμενος παραλληλισμός.
Ωστόσο, μια τέτοια αναδιοργάνωση των οικονομιών μας δημιουργεί περισσότερο από επιχειρησιακές δυσκολίες, ειδικά στις ΗΠΑ, όπου η κυβέρνηση έχει περιορίσει δραστικά την άμεση παρέμβαση στις παραγωγικές δραστηριότητες. Παρόλο που οι παρεμβάσεις των κυβερνήσεων στις σύγχρονες οικονομίες παίρνουν πολλές μορφές, οι βαθιά ριζωμένες ιδέες για την ισορροπία μεταξύ κράτους και αγοράς εμποδίζουν ακόμη και μία επαρκή αντίδραση σε αυτή την κρίση.
Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ έχουν μέχρι τώρα προτιμήσει αποσπασματικά μέτρα, ειδικά όταν πρόκειται για τις κρατικές κατευθύνσεις -στην ουσία, την αναδιοργάνωση- του ιδιωτικού τομέα. Η ενστικτώδης πεποίθησή τους στην ανωτερότητα της αγοράς και στις ιδιωτικές πρωτοβουλίες, ανεξάρτητα από τις περιστάσεις, τους οδηγεί σε συγκράτηση της κλιμάκωσης των κυβερνητικών παρεμβάσεων που απαιτούνται για να σωθούν οι ζωές μας και τα προς το ζην.
Η παρατεταμένη συσσώρευση του σωστού ρόλου του κράτους δεν πρέπει να αποτελέσει οδόφραγμα για την άμβλυνση των σοβαρών συστημικών κινδύνων που αντιμετωπίζουμε. Οι κακές επιδόσεις των κυβερνήσεων στην αντιμετώπιση μιας άλλης υπαρξιακής απειλής -αυτής της κλιματικής αλλαγής- δεν εμπνέουν αισιοδοξία.