Με σημαντικά κέρδη αποχαιρέτησαν την εβδομάδα τα κυριότερα χρηματιστήρια στην Ευρώπη, δεχόμενα ώθηση από την ανάκαμψη της τιμής του πετρελαίου και το ράλι στον ενεργειακό κλάδο.
Συγκεκριμένα, ο βρετανικός δείκτης FTSE 100 ενισχύθηκε κατά 1,63% στις 6.111 μονάδες, ο γερμανικός DAX κατέγραψε άνοδο κατά 2,17% στις 9.534 μονάδες και ο γαλλικός CAC 40 κινήθηκε ανοδικά κατά 1,91% στις 4.329 μονάδες. Ο σύνθετος πανευρωπαϊκός δείκτης Stoxx 600 σημείωσε κέρδη κατά 1,8% στις 332,41 μονάδες.
Στο ταμπλό, η μετοχή της Royal Bank of Scotland υποχώρησε κατά 7% δεχόμενη πίεση από τα δυσμενή οικονομικά αποτελέσματα για το 2015. Πτωτικά κατά 3,15% κινήθηκε και η ισπανική Telefonica. Στον αντίποδα, Tullow Oil, Shell και BP εμφάνισαν κέρδη έως και 7%.
Στο μεταξύ, η τιμή του πετρελαίου ενισχύεται στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων επτά εβδομάδων, καθώς τα συμβόλαια WTI καταγράφουν άνοδο κατά 2,27% στα 33,82 δολάρια και τα συμβόλαια Brent κατά 3,54% στα 36,54 δολάρια.
Στην Ασία, ο ιαπωνικός Nikkei 225 ενισχύθηκε κατά 0,30% στις 16.188 μονάδες ενώ ο κορεάτικος Kospi κινήθηκε σταθεροποιητικά στο +0,08% και τις 1.920 μονάδες. Στην Αυστραλία, ο ASX 200 παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητος (-0,02%) στις 4.879 μονάδες.
Στην Κίνα, το χρηματιστήριο της Σαγκάη κατέγραψε κέρδη κατά 0,95% στις 2.767 μονάδες και της Σένζεν κατά 0,32% στις 466 μονάδες. Στο Χονγκ Κονγκ, ο Χανγκ Σενγκ ενισχύθηκε σημαντικά κατά 2,70% στις 19.398 μονάδες.
«Βαθιά ανησυχία» για την επιβράδυνση της εφαρμογής των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων εκφράζει ο Οργανισμός για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ), στο πλαίσιο των εργασιών της Συνόδου των G20.
«Η επιβράδυνση στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων πλήττει τις προοπτικές τόνωσης της μακροπρόθεσμης ανάπτυξης» επισημαίνει ο ΟΟΣΑ, σε έκθεση που θα παρουσιάσει στους εκπροσώπους των 20 ισχυρότερων οικονομικών του πλανήτη.
Η συγκεκριμένη ανησυχία μάλιστα, «διανθίζεται» με τις προκλήσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες οικονομίες, όπως και επίσης, με την «κόπωση» των κεντρικών τραπεζών στην εφαρμογή «χαλαρών» νομισματικών πολιτικών.
Ως εκ τούτου, ο ΟΟΣΑ καλεί τις εθνικές κυβερνήσεις να τονώσουν την ανάπτυξη μέσω της αύξησης των επενδύσεων, της επιτάχυνσης των διαθρωτικών μεταρρυθμίσεων, της ενίσχυσης του ανταγωνισμού, της αύξησης της παραγωγικότητας και της εξάπλωσης των καινοτομιών.
Περιθώρια ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας διέβλεψε η διευθύντρια του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάνρτ, αναγνωρίζοντας βέβαια, τους κλιμακούμενους κινδύνους, οι οποίοι εστιάζουν κυρίως στις γεωπολιτικές προκλήσεις, τις κεφαλαιακές εκροές και την πτώση της τιμής των εμπορευμάτων. «Παρότι οι κίνδυνοι είναι υπαρκτοί και το ενδεχόμενο εκδήλωσής τους μεγαλύτερο, εξακολουθούμε να βλέπουμε προοπτικές ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας» εξήγησε αναλυτικά, η επικεφαλής του ΔΝΤ, στο πλαίσιο της Συνόδου των G20, στη Σαγκάη.
Στην αύξηση των κρατικών δαπανών εστίασε από την πλευρά του, ο διοικητής της Bank of England, Μαρκ Κάρνεϊ. «Οι κεντρικές τράπεζες έχουν εξαντλήσει τη δυνατότητα τόνωσης της ανάπτυξης και του πληθωρισμού» δήλωσε ο Κάρνεϊ και πρόσθεσε ότι πλέον, αυτός ο στόχος εναπόκειται στην υλοποίηση των αναγκαίων οικονομικών μεταρρυθμίσεων και στην αύξηση των δαπανών.
Στα οικονομικά νέα της ημέρας, στα 2,75 δισ. ευρώ διαμορφώθηκαν τα καθαρά κέρδη της Telefonica για το σύνολο του 2015, έναντι 3 δισ. ευρώ το 2014. Όσον αφορά το τελευταίο τρίμηνο του προηγούμενους έτους, η ισπανική εταιρεία εμφάνισε ζημιές 1,83 δισ. ευρώ, λόγω των υψηλών προβλέψεων.
Συγκεκριμένα, το κόστος του προγράμματος εθελουσίας εξόδου, το οποίο προσφάτως ανακοινώθηκε, εκτιμάται στα 2,6 δισ. ευρώ, επιβαρύνοντας σημαντικά τα οικονομικά αποτελέσματα του δ’ τριμήνου.
Παράλληλα, σε αρνητικό πρόσημο παρέμεινε η κερδοφορία της Royal Bank of Scotland, καθώς το 2015 εμφάνισε ζημιές 1,98 δισ. στερλινών έναντι 3,47 δισ. στερλινών το 2014. Τα προ-φόρου κέρδη υποχώρησαν κατά 28% στις 4,41 δισ. στερλίνες, κάτω του στόχου των 4,45 δισ. στερλινών.
Ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας (Tier 1) ανήλθε το προηγούμενο έτος στο 15,5%.
Επιδείνωση εμφάνισε το οικονομικό κλίμα στις χώρες της Ευρωζώνης, καθώς οι εξωγενείς κίνδυνοι θέτουν νέες προκλήσεις στην ευρωπαϊκή ανάκαμψη.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με στοιχεία της Κομισιόν, ο δείκτης οικονομικού κλίματος, ο οποίος αθροίζει την καταναλωτική και επιχειρηματική εμπιστοσύνη, υποχώρησε τον Φεβρουάριο στις 103,8 μονάδες έναντι 105,1 μονάδων τον Ιανουάριο. Πρόκειται για το χαμηλότερο επίπεδο από τον Ιούνιο του 2015.
Τέλος, σημαντική πτώση εμφάνισαν τον Ιανουάριο του 2016 οι τιμές παραγωγού στη Γαλλία, δεχόμενες πιέσεις από την κατάρρευση του ενεργειακού κλάδου. Συγκεκριμένα, οι τιμές παραγωγού υποχώρησαν κατά 0,8% έναντι του Δεκεμβρίου και 2,5% έναντι του Ιανουαρίου του 2015.
Οι τιμές στον κλάδο της ενέργειας κατακρημνίστηκαν κατά 14% και 30% αντίστοιχα, ενώ οι τιμές στον κλάδο των τροφίμων κινήθηκαν σταθεροποιητικά, στο -0,4%. Στον αντίποδα, μικρή άνοδος σημειώθηκε στους κλάδους των μεταφορών, της τεχνολογίας και του ηλεκτρονικού εξοπλισμού.
Όσον αφορά τις τιμές καταναλωτή, αυτές εμφάνισαν άνοδο κατά 0,2% τον Φεβρουάριο, δεχόμενες ώθηση από τις χειμερινές εκπτώσεις. Σε ετήσιο επίπεδο ωστόσο, οι τιμές σημείωσαν πτώση κατά 0,2% λόγω της βίαιης πτώσης στον κλάδο της ενέργειας.
naftemporiki.gr