Από την έντυπη έκδοση
Του Δημήτρη Χατζηδημητρίου
[email protected]
Η δήλωση του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στην ομιλία του το βράδυ του Σαββάτου στην Ολομέλεια της Βουλής επί του προϋπολογισμού του 2017 ότι «οι εκλογές θα γίνουν το φθινόπωρο του 2019, ούτε ημέρα νωρίτερα», μπορεί να ικανοποίησε με την κατηγορηματικότητά της τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι έχουν πολλούς λόγους να ξορκίζουν το ενδεχόμενο μιας πρόωρης προσφυγής στη λαϊκή ετυμηγορία, δεν σημαίνει ωστόσο ότι είναι και δεσμευτική. Όλο και περισσότεροι, όλο και συχνότερα -εντός κι εκτός του κυβερνώντος κόμματος- αναγνωρίζουν ότι το κλειδί των πολιτικών εξελίξεων το… μοιράζονται πολλοί, οι οποίοι μάλιστα δεν συμπλέουν κατ’ ανάγκη στις εκτιμήσεις τους, στις προτεραιότητές τους και στους σχεδιασμούς τους.
Ο πολιτικός ορίζοντας
Στο Μέγαρο Μαξίμου και στην κυβερνητική ηγεσία έχουν πλήρη επίγνωση ότι ο πολιτικός ορίζοντας της κυβέρνησης τελεί σε άμεση συνάρτηση και συσχέτιση με τις εξελίξεις στη διαπραγμάτευση με τους δανειστές, αλλά και το γενικότερο κλίμα που διαμορφώνεται στο πολιτικό σώμα -στην κοινωνία-, οι αντοχές και οι ανοχές του οποίου δείχνουν να εξαντλούνται, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από νέες δημοσκοπήσεις.
Με δεδομένη την απόκλιση μεταξύ των θέσεων της ελληνικής κυβέρνησης και των εταίρων-δανειστών, όπως επιβεβαιώθηκε και στο Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου, ο πρωθυπουργός θα επιδιώξει την τρέχουσα εβδομάδα με έναν νέο κύκλο προσωπικών επαφών και συζητήσεων να πείσει για την ετοιμότητά του να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση, «αρκεί να μην προβληθούν υπερβολικές και παράλογες απαιτήσεις από την άλλη πλευρά του τραπεζιού».
Με την ευκαιρία της Συνόδου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου -της τελευταίας του έτους- στις Βρυξέλλες την Πέμπτη, ο κ. Τσίπρας θα αρχίσει τις συναντήσεις του με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς, θα συμμετάσχει στην προπαρασκευαστική σύνοδο των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και θα ολοκληρώσει με τη συνάντησή του με τον Γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ.
Το κρίσιμο ραντεβού του κ. Τσίπρα θα είναι την Παρασκευή στο Βερολίνο, όπου θα έχει γεύμα εργασίας στην Καγκελαρία με την καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ, ενώ αργότερα θα συναντήσει και τον Γερμανό αντικαγκελάριο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, σε μια προσπάθεια να μετατοπισθεί η γερμανική ηγεσία από τις θέσεις που εκφράζει με άκαμπτο τρόπο ο υπουργός Οικονομικών Σόιμπλε, άλλοτε σε σύμπλευση κι άλλοτε σε απόκλιση με το ΔΝΤ.
Εν όψει του νέου γύρου της διαπραγμάτευσης -αρχίζει πιθανότατα αύριο- η κυβέρνηση επιμένει ότι δεν πρόκειται να αποδεχθεί τη λήψη, εκ των προτέρων, μέτρων τα οποία ζητεί το ΔΝΤ για το 2019 και μετά προκειμένου να επιτευχθούν, με βάση τις δικές του εκτιμήσεις, τα πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ που προβλέπει το πρόγραμμα. Πρόκειται για μέτρα ύψους 4,2 δισ. ευρώ, μεταξύ των οποίων η μείωση αφορολόγητου ποσού εισοδήματος και παρεμβάσεις στις συντάξεις, τα οποία αποτελούν «κόκκινη γραμμή» για την ελληνική πλευρά.
Κατά την κυβέρνηση, η υπεραπόδοση των εσόδων που σημειώθηκε στον προϋπολογισμό του 2016 θα συνεχισθεί και τα επόμενα χρόνια, γεγονός που εγγυάται την επίτευξη των στόχων για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% από το 2018 και μετά.
Ωστόσο, η κυβέρνηση συζητά την επέκταση και μετά το 2018 του δημοσιονομικού «κόφτη» που συμφωνήθηκε με τους δανειστές στο πλαίσιο της πρώτης αξιολόγησης, όπως σημείωσε χθες ο υπ. Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος.
Ο κ. Τσίπρας μετά την υπερψήφιση του προϋπολογισμού δήλωσε ότι «το 2017 θα είναι έτος ορόσημο για την ελληνική οικονομία. Ο προϋπολογισμός που ψηφίσαμε σηματοδοτεί την οριστική έξοδο από την κρίση. Μ’ ένα νέο αξιακό και παραγωγικό πρότυπο, διαμορφώνοντας τις προϋποθέσεις για μια ισχυρή και βιώσιμη οικονομία», θα επιχειρήσει να πείσει τους Γερμανούς συνομιλητές του ότι χρειάζεται χρόνο και χώρο «για να ανασάνει η ελληνική οικονομία» και συναφώς και η κυβέρνησή του, η οποία εκτός από την οικονομία καλείται να αντιμετωπίσει μείζονες προκλήσεις, όπως είναι το μεταναστευτικό, οι επιπτώσεις των σχέσεων Ε.Ε-Τουρκίας, αλλά και το Κυπριακό.
Το επιχείρημά του ότι η Ε.Ε. δεν μπορεί να αδιαφορεί για την πολιτική σταθερότητα της Ελλάδας, μετά και τις εξελίξεις σε Βρετανία και Ιταλία, ενισχύεται αντικειμενικά, αλλά παραμένει προς απάντηση εάν είναι κι αρκετό για να αλλάξει η στάση του Βερολίνου.
Το κλίμα που πιθανότατα θα συναντήσει στη γερμανική πρωτεύουσα ο πρωθυπουργός αντανακλάται, σε έναν βαθμό, και στα δημοσιεύματα του γερμανικού Τύπου: «Handelsblatt»: O Τσίπρας προκαλεί σύγχυση στους δανειστές. «Wiwo»: O Τσίπρας αιφνιδίασε τους πάντες. «N-tv»: Η Ελλάδα κάνει δώρο στους φτωχούς. «Suddeutsche Zeitung»: Οι Ευρωπαίοι θέλουν να παραμείνει ο Τσίπρας, διότι η οικονομία αναπτύχθηκε με καλύτερους ρυθμούς και επιτεύχθηκε πλεόνασμα στον προϋπολογισμό. «Spiegel»: Η Ελλάδα καταβάλλει δώρο Χριστουγέννων σε συνταξιούχους χωρίς άδεια των πιστωτών.
H Αθήνα θέλει να υποστηρίξει τους συνταξιούχους που έχουν ανάγκη, είναι ο τίτλος της «Frankfurter Rundschau». Όπως σημειώνει, το έπραξε χωρίς να ρωτήσει τους δανειστές τους οποίους εξέπληξε, πολλαπλασιάζονται οι ενδείξεις για νέες εκλογές.
Κατά τη «Suddeutsche Zeitung», «ο Τσίπρας δίνει μάχη με τον χρόνο. Εάν δεν παρουσιάσει επιτέλους μια επιτυχία στους εξαντλημένους Έλληνες, τότε δεν θα μπορέσει να κρατηθεί για πολύ καιρό ακόμη στην εξουσία. Στην Αθήνα υπάρχουν ήδη εικοτολογίες για πρόωρες εκλογές. Για τον πρωθυπουργό το σενάριο αυτό αποτελεί πρωτίστως ένα μέσο άσκησης πιέσεων. Διότι έτσι η Ελλάδα θα έμπαινε και πάλι στο κάδρο της κρίσης. Αυτό δεν το θέλει κανείς στην Ευρώπη. Και οι Ευρωπαίοι εταίροι θέλουν να παραμείνει ο Τσίπρας. Διότι τελευταία η οικονομία αναπτύχθηκε με καλύτερους ρυθμούς από ό,τι αναμενόταν, ενώ φέτος επιτεύχθηκε και πλεόνασμα στον προϋπολογισμό, κάτι το οποίο ο Τσίπρας θέλει να αξιοποιήσει ως δώρο για τους συνταξιούχους».
Δημοσκοπική εικόνα
Η εικόνα δημοσκοπικής κατάρρευσης που εμφανίζει ο ΣΥΡΙΖΑ σε δύο νέες δημοσκοπήσεις εντείνουν την πίεση προς την κυβερνητική ηγεσία και ενισχύουν όσους εισηγούνται πρόωρες κάλπες με τη λογική της «ελαχιστοποίησης» της πολιτικής ζημιάς του κυβερνώντος κόμματος, οι βουλευτές του οποίου θα κληθούν, οψέποτε ολοκληρωθεί η διαπραγμάτευση, να συγκατατεθούν σε νέα μέτρα.
Στη δημοσκόπηση του «Πρώτου Θέματος» στην πρόθεση ψήφου επί των εγκύρων η Ν.Δ. συγκεντρώνει ποσοστό 30,5% και ο ΣΥΡΙΖΑ 15,1%.
Σε δημοσκόπηση της εφημερίδας «Μακεδονία», στις τέσσερις περιφέρειες της Βόρ. Ελλάδας, η Ν.Δ. λαμβάνει 37,9% και ο ΣΥΡΙΖΑ 20%.
Η δημοσκοπική αριθμητική προκαλεί «δεύτερες σκέψεις» στα κυβερνητικά και κομματικά επιτελεία και όπως διαμηνύεται αρμοδίως δεν αποκλείεται η κυβερνητική ηγεσία να επανέλθει σε μια «συγκρουσιακή λογική» κι αντιπαράθεση με τους εταίρους-δανειστές,επιδιώκοντας να συσπειρώσει το κομματικό ακροατήριο. Για όση αξία έχει, το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών δεν απέκλεισε ο υφυπουργός Παιδείας Κώστας Ζουράρις, ο οποίος παραδέχθηκε ότι η κυβέρνηση είναι έτοιμη για «μετωπική με τους δανειστές» (ΣΚΑΪ), ενώ αποδέχτηκε παράλληλα ότι οι πρόσφατες εξαγγελίες του πρωθυπουργού για τους χαμηλοσυνταξιούχους ενδέχεται να έχουν άρωμα εκλογών.
Η επιλογή των εκλογών
Την επιλογή των εκλογών δείχνει και η εξέλιξη στο Eurogroup της περασμένης Δευτέρας, όπου όταν ο κ. Τσακαλώτος επιχειρηματολόγησε πως «δεν μπορούμε να πάρουμε νέα μέτρα, αν μας πιέσετε κι άλλο θα αναγκαστούμε να πάμε σε εκλογές», η απάντηση ήταν «αν νομίζετε ότι δεν αντέχετε, τότε να πάτε». Η αποκάλυψη της στιχομυθίας από το «Βήμα της Κυριακής» διαψεύσθηκε μεν από τον κ. Τσακαλώτο, πλην όμως η εφημερίδα επιμένει στην ακρίβεια των πληροφοριών που δημοσίευσε και μάλιστα επισήμανε πως «ακόμη και μετά τη δημοσίευσή του το άρθρο περιγράφεται από πηγή των Βρυξελλών ως “το πιο ακριβές” για όσα συνέβησαν την περασμένη Δευτέρα».
Αλλά και ο γνωστός, μεταξύ άλλων, για τις συχνές προβλέψεις-προφητείες του πρόεδρος της Ένωσης Κεντρώων, Βασίλης Λεβέντης, εκτίμησε ότι «από την ομιλία του κ. Τσίπρα στη Βουλή διεφάνη ότι οδηγείται σε σύγκρουση η κυβέρνηση με τους δανειστές και ιδιαίτερα με το ΔΝΤ… Αυτό για μας σημαίνει ότι πριν από το τέλος του έτους θα έχουν προκηρυχθεί εκλογές στην Ελλάδα, γιατί επιπροσθέτως ο κ. Τσίπρας θέλει να αποφύγει το στίγμα του μειοδότη στη διάσκεψη της 12ης Ιανουαρίου για το Κυπριακό. Συνεπώς, πιθανότερη ημερομηνία εκλογών είναι η 22α Ιανουαρίου του 2017».