Skip to main content

Τουρκία: Άνοδος λίρας και χρηματιστηρίου, αλλά οι επενδυτές αναμένουν πράξεις

Της Ζωρζέτ Ζολώτα 
[email protected]

Η Τουρκία πήρε αυτήν την εβδομάδα μια γεύση των πλεονεκτημάτων που μπορεί να αποκτήσει εφόσον εφαρμόσει μια ορθόδοξη οικονομική πολιτική, ιδιαίτερα αν καλλιεργηθεί κι ένα περιβάλλον πολιτικής σταθερότητας. Η τουρκική λίρα κατάφερε να καλύψει το ένα τρίτο των απωλειών της από τις αρχές του 2020, το spread των τουρκικών ομολόγων με τα αμερικανικά παρουσίασε τη μεγαλύτερη συρρίκνωση από την 1η εβδομάδα του Ιουνίου και ο δείκτης Borsa Istanbul 100 στο χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης εμφάνισε τα υψηλότερα εβδομαδιαία κέρδη της τελευταίας δεκαετίας, επισημαίνει το πρακτορείο Bloomberg.  

Οι επενδυτές επιδοκίμασαν την αλλαγή φρουράς στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης του Ρετζέπ Ταγίπ Έρντογαν και στο τιμόνι της κεντρικής τράπεζας. Ο Τούρκος πρόεδρος δεσμεύτηκε την Τετάρτη ακόμη και με την εφαρμογή αναγκαίων μέτρων στην οικονομία ακόμη και εάν είναι δυσάρεστα. Το τι θα γίνει στο μέλλον, βέβαια, θα εξαρτηθεί από τις κινήσεις της Άγκυρας, κυρίως, από το κατά πόσο θα ανταποκριθεί στην πράξη για τη λήψη μέτρων που θα βοηθήσουν την οικονομία. Τα τελευταία χρόνια, οι ξένοι επενδυτές έχουν προβληματιστεί από την απουσία μιας πολιτικής για την αναχαίτιση του πληθωρισμού. Η επενδυτική εμπιστοσύνη έχει επίσης πληγεί όσο η Άγκυρα επιχειρεί να διευρύνει τη σφαίρα επιρροής της στην ευρύτερη περιοχή, ανεβάζοντας τους τόνους όχι μόνον στις σχέσεις της με τις γειτονικές χώρες αλλά και με την Ευρώπη. 

Τα διαδοχικά πτωτικά ρεκόρ της τουρκικής λίρας το προηγούμενο διάστημα αντανακλούν τη δυσπιστία των επενδυτών για την νομισματική πολιτική της χώρας αλλά και από το γεγονός ότι η Άγκυρα έχει ανοίξει πολλά μέτωπα από τη Βόρεια Συρία και την ανατολική Μεσόγειο μέχρι το Λιβύη. Ο Ζέρεν Χέτλερ, αναλυτής Deutsche Zentral-Genossenschaftsbank, ανέφερε πως η πορεία του νομίσματος επιβαρύνεται από την  εξωτερική πολιτική της Τουρκίας, η οποία έχει ανοίξει πολλά μέτωπα. Το πιο πρόσφατο ήταν η ανάμειξή της στη σύγκρουση Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν για τη διαμφισβητούμενη περιοχή Ναγκόρνο-Καραμπάχ.

 Αυτήν την εβδομάδα, όμως, δημιουργήθηκαν προσδοκίες πως η Άγκυρα θα δώσει βάρος στην οικονομία, αποκαθιστώντας την ομαλότητα με την υλοποίηση ορθόδοξων μέτρων.  Εκτός από τις εξελίξεις στο επίμαχο μέτωπο των εμβολίων που βοήθησαν στην άνοδο των μετοχών στην Κωνσταντινούπολη, η ενίσχυση του δείκτη Borsa Istanbul 100 αποδίδεται, κατά κύριο λόγο, στην αλλαγή πλεύσης που απήγγειλε ο κ. Έρντογαν για την οικονομία. Η αποχώρηση του γαμπρού του Τούρκου προέδρου, Μπεράτ Αλμπαϊράκ, από το υπουργείο Οικονομικών και η νέα αντικατάσταση του επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας έστειλαν  ένα ισχυρό μήνυμα στους διαχειριστές κεφαλαίων πως ο κ. Ερντογαν θα επικεντρωθεί στην επίλυση των οικονομικών προβλημάτων της χώρας, τα κυριότερα εκ των οποίων είναι ο υψηλός πληθωρισμός, η συσσώρευση επισφαλών δανείων στις τράπεζες και το επίμονο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.

Μετά την αντικατάσταση του Μουράτ Ουϊσάλ από τον Νατζί Αγμπάλ, πρώην υπουργό Οικονομικών, ως επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας ήδη εκτιμάται πως θα αποφασιστεί μια αύξηση των επιτοκίων την επόμενη εβδομάδα που θεωρείται απαραίτητη εδώ και καιρό για να δαμάσει τον υψηλό πληθωρισμό στην χώρα. Τον Οκτώβριο οι τιμές αυξήθηκαν κατά 11,89% μετά από το 11,75% που καταγράφηκε για τον Σεπτέμβριο. Το τελευταίο 12μήνο, οι τιμές αυξάνονται σε διψήφιο ποσοστό, περιορίζοντας ασφυκτικά την καταναλωτική δύναμη των νοικοκυριών. Οικονομικοί αναλυτές που συμμετείχαν σε δημοσκόπηση του Reuters προεξοφλούν πια πως η κεντρική τράπεζα θα αποφασίσει την αύξηση του βασικού επιτοκίου στο 15% από το υφιστάμενο 10,25% εν μέσω της συνεδρίασης που θα λάβει χώρα στις 19 Νοεμβρίου. Βέβαια, ο κ. Έρντογαν δεν έχει κρύψει την αντιπάθεια του του για τα υψηλά επιτόκια, ενώ αυτή είναι η τρίτη αλλαγή κεντρικού τραπεζίτη ενός 16 μηνών. Ο κ. Ουϊσάλ είχε αντικαταστήσει τον Μουράτ Τσετίνκαγια, ο οποίος σύμφωνα με πληροφορίες είχε αρνηθεί να ασκήσει μια πολιτική χαμηλού κόστους δανεισμού όσο  πληθωρισμός κυμαίνεται στα ύψη.

Απομένει να διαπιστωθεί εάν η κεντρική τράπεζα θα αφεθεί αυτή τη φορά να αυξήσει το κόστος δανεισμού στην οικονομία. Μερίδα αναλυτών κρατούν χαμηλά τον πήχη μέχρι να πεισθούν. «Δεν καταλαβαίνω γιατί μετά από μια δεκαετία, όπου η υποτίμηση της λίρας αγνοούνταν στο πλαίσιο μιας κακής οικονομικής διαχείρισης, ο πρόεδρος της χώρας ξαφνικά είδε το φως. Μια ορθόδοξη νομισματική πολιτική πάντα θυσιάζονταν στον βωμό της πολιτικής σκοπιμότητας και δεν βλέπω γιατί αυτό θα αλλάξει σήμερα», σχολιάζει ο Τζούλιαν Ράιμερ, διαπραγματευτής στην Investec Bank του Λονδίνου, στο Bloomberg.