Skip to main content

Η αύξηση των κρατήσεων πλήττει μισθούς-συντάξεις

Από την έντυπη έκδοση 

Νέες μειώσεις σε μισθούς και συντάξεις φέρνει από τον πρώτο μήνα το 2018. Οι μισθωτοί και συνταξιούχοι θα κληθούν να συνεισφέρουν στα δημόσια ταμεία επιπλέον 422 εκατ. ευρώ, λόγω της αύξησης των μηνιαίων κρατήσεων φόρου εισοδήματος επί των μισθών και των συντάξεων από την 1η Ιανουαρίου, οπότε και καταργείται η έκπτωση ποσοστού 1,5% κατά την παρακράτηση φόρου εισοδήματος.

Oι μειώσεις στις μηνιαίες αποδοχές και συντάξεις θα κλιμακώνονται ανάλογα με το εισόδημα και την οικογενειακή κατάσταση των φορολογουμένων, όπως φαίνεται και στον σχετικό πίνακα.

Υπενθυμίζεται ότι με βάση το άρθρο 69 του νόμου 4472/2017 καταργείται η μείωση του φόρου από μισθωτή εργασία και συντάξεις κατά ποσοστό 1,5%, η οποία διενεργείται κατά την παρακράτηση του φόρου. Η διάταξη αυτή ισχύει σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 69 του ίδιου νόμου, για παρακρατήσεις σε εισοδήματα που αποκτώνται κατά τα φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2018 και εφεξής.

Θα πρέπει να αναφερθεί ότι ο ισχύον, μέχρι τέλος του τρέχοντος έτους, νόμος προβλέπει ότι «ο φόρος που παρακρατείται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου μειώνεται κατά ποσοστό ενάμισι τοις εκατό (1,5%) κατά την παρακράτησή του».

Από την εν λόγω κατάργηση, σύμφωνα με την έκθεση συνεπειών ρύθμισης του Γενικού Λογιστηρίου, το κράτος το 2018 θα εξοικονομήσει 422 εκατομμύρια ευρώ. 

Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με το άρθρο 59 του ΚΦΕ (Ν 4172/2013), κάθε φυσικό πρόσωπο που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που διενεργεί πληρωμές στους εργαζομένους ή υπαλλήλους του, καθώς και κάθε νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα ή Ταμείο Κοινωνικής Ασφάλισης που διενεργεί πληρωμές στους ασφαλισμένους του και καταβάλλει συντάξεις σε φυσικά πρόσωπα, υποχρεούται να παρακρατεί φόρο εισοδήματος, βάσει συστήματος φορολόγησης στην πηγή. 

Η αναφορά γίνεται στο εισόδημα που προκύπτει από μισθωτή εργασία και συντάξεις, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 12 του ΚΦΕ, ο υπόχρεος δε στην καταβολή του, ασκών επιχειρηματική δραστηριότητα, φέρει την ευθύνη παρακράτησης του φόρου και απόδοσης αυτού στο δημόσιο. 

Κατά ρητή διατύπωση στον νόμο, εάν δεν διενεργείται παρακράτηση, εν όσω υφίσταται υποχρέωση, ο υπόχρεος οφείλει να καταβάλει τον φόρο που δεν παρακρατήθηκε, καθώς και τυχόν πρόστιμα και ποινές που προβλέπονται στην κείμενη νομοθεσία (ΚΦΔ, Ν 4174/2013, άρθρο 59). 

Αυτονόητο είναι ότι το εισόδημα που απαλλάσσεται από τον φόρο δεν υπόκειται σε παρακράτηση όπως, μεταξύ άλλων, είναι η διατροφή που λαμβάνει ο δικαιούχος, σύμφωνα με δικαστική απόφαση ή συμβολαιογραφική πράξη, το επίδομα ανεργίας που καταβάλλει ο ΟΑΕΔ στους δικαιούχους ανέργους, εφόσον το άθροισμα των λοιπών εισοδημάτων του φορολογούμενου δεν υπερβαίνει ετησίως το ποσό των 10.000 ευρώ κ.λπ. 

Η παρακράτηση του φόρου διενεργείται με βάση την κλίμακα της παρ. 1 του άρθρου 15 και τις μειώσεις του άρθρου 16 του ΚΦΕ, μετά από προηγούμενη αναγωγή του σε ετήσιο φόρο, αφού πρώτα γίνεται αναγωγή του μηνιαίου καθαρού εισοδήματος σε ετήσιο.