Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Μετά τις παραδοχές της Κομισιόν ότι το πρωτογενές πλεόνασμα του 2019 θα κλείσει στο 3,8% και ότι ο προϋπολογισμός του 2020 θα είναι σύμφωνος με τους συμφωνημένους δημοσιονομικούς στόχους παράγοντας πρωτογενές πλεόνασμα, ανοίγει ο δρόμος για την κατάθεση του τελικού σχεδίου του προϋπολογισμού σήμερα στη Βουλή.
Η κυβέρνηση θα επιμείνει στο ότι το ΑΕΠ θα «φουσκώσει» με ρυθμό 2,8%, παρά τη χθεσινή εκτίμηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για ρυθμό ανάπτυξης 2,3% (αλλά και την ενδιάμεση εκτίμηση της Τράπεζας της Ελλάδος για ανάπτυξη 2,4%-2,5%). Επίσης, θα «ανεβάσει» το πρωτογενές πλεόνασμα του 2019, το οποίο εκτιμήθηκε στο 3,6% με το προσχέδιο του προϋπολογισμού και τώρα αναμένεται να εκτιμηθεί εκ νέου στο 3,8%, ακριβώς δηλαδή όσο και η χθεσινή εκτίμηση των ευρωπαϊκών θεσμών.
Άλλωστε, η πιο αισιόδοξη πρόβλεψη της Κομισιόν διευκολύνει και τα σχέδια της κυβέρνησης να εξασφαλίσει όσο το δυνατόν περισσότερο δημοσιονομικό χώρο μέσα στο 2019 προκειμένου να χρηματοδοτήσει το έκτακτο κοινωνικό μέρισμα που θα διανεμηθεί μέχρι το τέλος του χρόνου.
Το 3ο θετικό στοιχείο για την κυβέρνηση μετά τη δημοσίευση της έκθεσης της Κομισιόν έχει να κάνει με τον εθνικό στόχο μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων, ειδικά για την περίοδο 2021-2022. Μετά τον πρόεδρο του Eurogroup, Μάριο Σεντένο, χθες και ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο μείωσης, παραπέμποντας βέβαια στη «μέτρηση» των επιπτώσεων στο δημόσιο χρέος από τη μείωση του κόστους δανεισμού της χώρας. Από τις αρχές του χρόνου η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου έχει υποχωρήσει περίπου κατά 70% και αυτό πρέπει να συνυπολογιστεί στις επόμενες εκθέσεις για τη βιωσιμότητα του χρέους.
Καμπύλη του χρέους
Η χθεσινή έκθεση περιλαμβάνει μια πρώτη εκτίμηση, η οποία όμως δεν λαμβάνει υπόψη τον παράγοντα «μείωση επιτοκίων» καθώς, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, δεν μπορεί να υπάρξει ακόμη ασφαλές συμπέρασμα ότι η καθήλωση του κόστους δανεισμού στο ιστορικό χαμηλό θα έχει διάρκεια. Σε κάθε περίπτωση, οφέλη στην καμπύλη του χρέους υπάρχουν και αυτά προκύπτουν μεταξύ άλλων και από την πρόωρη αποπληρωμή της οφειλής προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η οποία θα ολοκληρωθεί μέσα στον Νοέμβριο. Στο «θετικό σενάριο» η Κομισιόν εκτιμά ότι το χρέος θα περιοριστεί στο 60% του ΑΕΠ μέχρι το 2055, ενώ στο αρνητικό σενάριο προβλέπεται ότι το χρέος θα αρχίσει να ανεβαίνει και πάλι ως ποσοστό του ΑΕΠ μετά το 2042.
Μετά τη δημοσίευση της έκθεσης της Κομισιόν αλλά και τη σημερινή κατάθεση του προϋπολογισμού στη Βουλή, το ενδιαφέρον μετατοπίζεται στη συνεδρίαση του Eurogroup στις 4 Δεκεμβρίου. Οι πιθανότητες να υπάρξει κάποια αλλαγή σκηνικού και να μην προχωρήσει η εκταμίευση των 767 εκατ. ευρώ είναι περιορισμένες μετά την υλοποίηση των «προαπαιτούμενων» της 4ης αξιολόγησης. Έτσι, το ενδιαφέρον μετατοπίζεται στο κατά πόσο θα υπάρξει πρόοδος επί του ελληνικού αιτήματος να αλλάξει η χρήση των ANFAs και των SMPs. Το οικονομικό επιτελείο θέλει να βάλει τις βάσεις ώστε οι τελικές αποφάσεις να έχουν ληφθεί μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2020. Και αυτό διότι το αίτημα αφορά την αξιοποίηση των πόρων για επενδύσεις. Και οι επενδύσεις χρειάζονται χρόνο προκειμένου να μπορούν να υλοποιηθούν.